Είναι από εκείνους που πιάνει τις στείρες λέξεις, τινάζει
από πάνω τους τη σκόνη και τις κάνει να χορεύουν ομοιοκατάληκτα στο λευκό
χαρτί. Τις ντύνει με στοχασμό και ευαισθησίες. Παίρνει χρώμα απ’
την παλέτα των χρωμάτων του κι ανάλογα τις βάφει. Όλη η μαγεία ξεκινάει
από εκεί. Από αυτά τα δάχτυλα. Μετά τις παίρνει στην αγκαλιά του και με
εκείνη τη χάρη και τη μοναδικότητα που γεννάει την τέχνη, φτιάχνει μ’ αυτές το
δικό του εργόχειρο… Ερωτοτροπεί μαζί τους, τους τάζει αιωνιότητα. Κι εκείνες
ανταποκρίνονται!
Γεμάτος ποίηση,
γεμάτος όμορφους στίχους, ρίμες και λέξεις, σε παίρνει απ’ το χέρι και περπατάς μαζί του σε δρόμους
παλιούς. Ταξιδεύεις αμέριμνα και μέσα απ’ αυτόν το χείμαρρο του λυρισμού
–συνταίριασμα στα τριξίματα της ψυχής
που έχει την αντρειά να τα δεχτεί και να τα κάνει φυλαχτό κι αποκούμπι για τους
καιρούς τους δύσκολους– αντιλαμβάνεσαι πως κάποιοι στίχοι φτιάχτηκαν για να μας θυμίζουν πως τελικά είναι η μόνη απάντηση σε όλα…
Δεν με νοιάζει που, κάποιες φορές, διάχυτες
αβεβαιότητες και άφατες αντιρρήσεις φέρνουν τα πίσω μπρος και τα μπρος
πάλι πίσω δίνοντας νόημα στο μάταιο, γιατί ποτέ
δεν πορεύτηκαν τον ίδιο δρόμο, γιατί ποτέ δεν άγγιξαν τα βλέμματά
τους τα μύχια του εντός τους.
Με νοιάζουν τα υπόλοιπα: τα λειψά και τα παζαρεμένα της
ζωής που όταν χάνονται οι αξίες κι
εμείς χανόμαστε μες στην αντάρα, ανατρέχουμε στους στίχους κάποιων ποιητών για
να βρούμε καταφύγιο και ν’ αντλήσουμε δύναμη. Λες και υπάρχουν άλλοι τρόποι
ώστε να μπορείς να εξηγήσεις καλύτερα τον κόσμο…
Σκέψεις που έκανα για κάποιον
ποιητή, το βράδυ της 21ης Μαρτίου,
μετά την τιμητική εκδήλωση στον Ιανό.