Έβρεξε πολύ, το βλέπεις. Βάλτωσε ο
τόπος. Που να τραβιέσαι τώρα μες τα νερά. Ντύσου καλά. Φόρεσε εκείνα τα
τριμμένα ρούχα της πορείας, και κοίτα, μη ξεχάσεις το κασκόλ και τις αρβύλες.
Να προσέχεις!
Μάζεψε τα συντρίμμια της ψυχής σου –τουλάχιστον
να περισώσεις τα προσχήματα– ψάξε να βρεις το σωστό μονοπάτι… Θα χαθείς μες στα
νερά καημένε.
Ψάξε, ψάξε να τη βρεις, να την
ακούσεις, να τη νιώσεις. Θα σου ’ρθει… Κάνε υπομονή. Κάπου, υπάρχει. Φωνάζει,
ζητά την έκπληξή σου στην παρουσία της. Τη σιωπή σου… Άσε τις αποσκευές που
κουβαλάς, στην άκρη. Μικρό ταξίδι ο προορισμός. Ανεφοδίαστος ταξιδευτής - είναι προτιμότερο
να ’σαι ανάλαφρος με λίγο βάρος… Σκεπτικός, με τα χέρια στις τσέπες, θέλεις ν’
ακολουθήσεις τα χνάρια της. Μεγάλα τα κενά, ανάμεσα
στις σπαρμένες αντιφάσεις, που σε βασανίζουν. Πρέπει να τα γεμίσεις μ’
αυτά που θέλεις.
Γιατί λιποψυχάς; Το βλέπω. Σε δυσκολεύει κάτι. Μην απελπίζεσαι, μωρέ!
Άφησε τους εγωισμούς, κανένας δεν θα σε ψέξει για τις λεπτομέρειες. Ψάξε λίγο
ακόμη. Απογοητεύεσαι και απογοητεύεις κι εμένα…
Μη μετανιώνεις, μη γυρίζεις πίσω, μην αφήσεις να σε κυριεύσει η ήττα. Παραδόθηκες.
Γιατί γύρισες;
Κι αν μου το επιτρέπεις: εμείς,
θέλω να ξέρεις, εμείς και μόνο εμείς καθορίζουμε τη ζωή μας. Δώσ’ της χρώμα. Μη την κάνεις ασπρόμαυρη.
Οι
φωτογραφίες είναι του Κρζίεσιεκ