Όχι, δεν φέρνουν τίποτα πια
μαζί τους. Περαστικοί με άδεια χέρια, άδειο λόγο, άδεια ψυχή. Το ευλογημένο
άδειο. Το εφήμερο. Το προσωρινό. Το επίκαιρο. Το λίγο! Ανέντιμες θωπείες. Επιχειρήματα χωρίς κάποια συνέπεια. Χωρίς συνοχή, μηδέ ειρμό κι
ακολουθία. Κομμένες φράσεις. Μισές. Αμετάφραστες. Δίχως διάρκεια, χωρίς προοπτική. Αρνούνται
να βγουν από τους δυσδιάκριτους κώδικες συμπεριφοράς που διαιωνίζουν το βόλεμά
τους.
Τίποτα δεν χάνεται στην οδύσσεια του χρόνου. Οι αντιφάσεις κι ό,τι κυλάει ανάμεσα...
συμπλέουν. Τα αντίθετα γίνονται κουβάρι. Η ζωή συνεχίζεται. Αλλόκοτοι αέρηδες
φυσούν, σηκώνουν και μεταφέρουν, παραέξω και
παραδίπλα, τη μελαγχολία των αισθήσεων στ' αγκυροβόλια του
βλέμματος, χωρίς
προσποίηση και… χωρίς υπερβολή. Κατευόδιο χαμόγελου, στο ήδη
στεγνωμένο δάκρυ των ματιών.
«Έπιασε»
δουλειά η καρδιά, δυνάμωσαν οι χτύποι, τραντάζεται εκεί στ’ αριστερά το στέρνο.
Μέσα από μια χαραμάδα κοιτώ αυτό το «άδειο» και το «λίγο» που κρατάει μια
ανθρώπινη ανάσα μακριά από ξένα χείλη.
Και φυσικά ποιος δεν
αναγνωρίζει το ύφος το κολλαριστό. Το ψεύτικο. Τη γλώσσα της συνθήκης και της
προσποίησης. Τα ψεύτικα και κούφια λόγια του αέρα. Δεν θα ’θελα να ξεστομίσω
μεγάλες κουβέντες, αλλά έλα όμως που δεν κρατιέμαι κιόλας.
Τα 'φερε έτσι η τύχη και η στιγμή κι ο φίλος, αφόρητα πειραγμένος και… σε επείγουσα ανάγκη
να ξεσπάσει, ξέσπασε! Με δικό του σενάριο σε συγγραφή, σκηνοθεσία και ερμηνεία
πρώτου ρόλου εκείνου, με μόνο και μοναδικό θεατή στη σκοτεινή πλατεία εμένα. Είναι
καταπληκτικό πως το σκοτάδι ακυρώνει την απόσταση. Κι εγώ, που ως συνήθως
καταρρέω γρήγορα κι ανακάμπτω αργά, έπιασα με μιας το παράπονό του. Κι ας μη με αφορούσε. Ξεκάθαρες κουβέντες.
Τ’ άκουσα
να το λέει αυτός σε μένα. Κι ας το ψιθύρισε μισό. Μισό και ρημαγμένο. Ίσως δεν
χρειαζόταν να το μάθω. Ξύπνησαν μέσα μου τα γνωστά συναισθήματα των περιστάσεων. Τι καημός και τούτος…
Μου
μοιάζει σε πολλά ο άτιμος, και λέω μου μοιάζει, γιατί –όπως κι εγώ– εύκολα
απογοητεύεται, εύκολα πεισμώνει, εύκολα αντιδρά, εύκολα εκρήγνυται.
Δικές του κουβέντες απέδωσα παραπάνω. Συμπαθάτε
με που έρχομαι με αντιγραμμένες λέξεις. Τι λόγος μου πέφτει εμένα, θα μου πείτε…
Αλλά να… είπα να τα μεταφέρω, έτσι όπως μου τα ’πε. Ευαίσθητος δέκτης άλλωστε.