Λένε ότι ο άνθρωπος δεν γερνάει επειδή τον πήραν τα χρόνια, αλλά
γιατί αποκήρυξε τα ιδεώδη του. Eίναι γιατί έτσι όπως τα χρόνια «τσαλακώνουν και ζαρώνουν» το σώμα, το ν’
απαρνιέσαι τα ιδεώδη σου μαραίνει, σαφώς, την ψυχή.
Επίσης λένε ότι η νεότητα δεν είναι μια χρονολογική κατάσταση ή μια
φάση της ζωής μας, αλλά μια ανθρώπινη συνθήκη που εξαρτάται μόνο από την
ικανότητα της ανανέωσης και την ένταση με την οποία ζει και δέχεται όλα τα
προβλήματα της ζωής.
Είναι αλήθεια, ότι όταν ήμασταν παιδιά,
ανυπομονούσαμε να μεγαλώσουμε, να γίνουμε, τελικά, άντρες. Θα πρέπει αυτή η
παιδική ηλικία να είναι η μοναδική
περίοδος της ανθρώπινης ζωής που με την παιδικότητα της πρώτης νιότης που μας
διέκρινε και μ’ αυτή την αθωότητα που χάνεται με το πέρασμα του χρόνου, θέλαμε
τα χρόνια να περνάνε γρηγορότερα. Ήμασταν τόσο συνεπαρμένοι με την ιδέα να
μεγαλώσουμε που φθάναμε να σκεπτόμαστε με τρόπο ώστε, σ’ όποιον ρωτούσε την
ηλικία μας, απαντούσαμε με μια επιδεικτική υπερηφάνεια: Εννιά και μισό! Και όχι
μόνο αυτό, γιατί υποψιαζόμενοι μήπως κι ο συνομιλητής δεν μας καταλάβαινε
ενισχύαμε, κατά κάποιο τρόπο, τη φράση προσθέτοντας: Ναι και πάω για δέκα!
Το βέβαιο εν πάση περιπτώσει, είναι ότι σε καμιά περίπτωση θα
’λεγε κάποιος σήμερα για την ηλικία του, ώρα μου καλή: Πενήντα τρία και μισό! κι αμέσως μετά
θα συμπλήρωνε: Ναι και πάω για...
πενήντα τέσσερα; Μα... όχι βέβαια!
Περνάει, δυστυχώς, ο καιρός κι έτσι δίχως να το πάρουμε χαμπάρι,
διάβολε, συμπληρώσαμε τα είκοσι... ενηλικιωθήκαμε... τι υπέροχο αλήθεια!...
περάσαμε στα τριάντα... κοντεύουμε στα σαράντα... φθάσαμε στα πενήντα... μ’
έναν ξέφρενο ρυθμό.
Περνάει, δυστυχώς, ο καιρός κι έτσι δίχως να το πάρουμε
χαμπάρι, διάβολε, συμπληρώσαμε τα είκοσι... ενηλικιωθήκαμε... τι υπέροχο
αλήθεια!... περάσαμε στα τριάντα... κοντεύουμε στα σαράντα... φθάσαμε στα
πενήντα... στα εξήντα… μ’ έναν ξέφρενο ρυθμό. Μου έλεγε κάποτε ένας σοφός ογδοντάρης ότι μετά απ’ αυτή την
ηλικία ζούμε με τη μέρα, περιμένοντας το Σάββατο... την Κυριακή... την ώρα του
φαγητού... τη στιγμή του ύπνου. Ένα πράγμα που θα πρέπει να επισημάνουμε σ’
αυτόν τον ανελέητο περίπλου που ο άνθρωπος εκπληρώνει γύρω από την ηλικία του,
είναι ότι από κείνο το σημείο ξαναμετράει τα χρόνια του με την ίδια παράμετρο
της νιότης του. Ογδόντα και μισό, ναι
και πάω για... ογδόντα ένα!
Είναι αναπόφευκτη η διαδοχή σ’ αυτό το «ταξίδι δίχως επιστροφή» για να
φτάσει ο άνθρωπος μέχρι τη μελαγχολική εποχή στην οποία οι αναμνήσεις, αλίμονο, είναι δυνατότερες από τα όνειρα. Και το
πιο λυπηρό είναι ότι αυτές οι ίδιες θύμισες που τρέφουν τη μοναξιά του, τις
ξαναζεί με μια διάσταση τελείως διαφορετική, γιατί σ’ αυτό το «ταξίδι χωρίς
γυρισμό», που λέγαμε, ο άνθρωπος δεν μπορεί ποτέ να επιστρέψει στο σημείο απ’
όπου, δυστυχώς, άρχισε... απλά γιατί δεν είναι, πια, ο ίδιος! Τότε, λοιπόν, ποιο είναι το μυστικό;
ρώτησα τον γεροντάκο, ώστε να συνεχίσει κάποιος να νιώθει νέος;
Πρέπει, μου
είπε, να εκτιμάς και να αξιολογείς όλα τα θετικά κι όλα τα καλά που υπάρχουν σε
τούτη τη γη, από το χαμόγελο ενός παιδιού μέχρι το κλάμα αυτού που υποφέρει,
από μια αγάπη δίχως δάκρυα έως την απέραντη ομορφιά της φύσης που ο καλός Θεός
θέλησε να στολίσει τον κόσμο τούτο! Έτσι... γερνώντας, παραμένεις νέος. Αν το
συνειδητοποιήσεις πραγματικά περνάς καλά!
Συμφωνείς; Με
ρώτησε. Και φυσικά... συμφώνησα!
*Το άρθρο τούτο δημοσιεύτηκε στις 27
Ιανουαρίου του 2001 στο ΑΡΝ