Το
καινούργιο βιβλίο του Στράτου Δουκάκη «Από το περιθώριο των λογισμών»
είναι ακόμα ωραιότερο από το προηγούμενο «Υστερόγραφα μιας διαδρομής»
που ομολογουμένως είναι ένα ωραίο βιβλίο!
Τα
ίδια αισθαντικά θέματα: ωραίες εικόνες, όνειρα, αναμνήσεις… Με δυο λόγια: γλυκιά
νοσταλγία για ό,τι χάθηκε αλλά και ό,τι δεν ήταν πραγματοποιήσιμο.
Αυτά γραμμένα –ειπωμένα
καλύτερα– (γιατί αυτήν την εντύπωση έχει ο
αναγνώστης, ότι είναι καθισμένος απέναντι στον συγγραφέα, ο οποίος του εξομολογείται
όλα τα ωραία που πέρασαν από τη ζωή του, τα κοινά για όλους τους ανθρώπους.
Απλώς, άλλοι τα αξιολογούν και άλλοι περνούν πλάι τους αδιάφοροι. Ο νους τους
–βλέπετε– είναι επικεντρωμένος αλλού : σε χρήματα και αποκτήματα. Έτσι χάνουν όλη την ομορφιά
της ζωής που βρίσκεται σ’ αυτά που εκείνοι θεώρησαν… περιττές πολυτέλειες.
Βλέπεις, η
προσοχή τους είναι όλη στραμμένη στο μέλλον και έτσι χάνουν το παρόν (άσε πιά
το παρελθόν!) Ο συγγραφέας στραγγίζει και την τελευταία σταγόνα ομορφιάς από τη
ψυχή του και την προσφέρει στον άγνωστο αναγνώστη σαν δείγμα αγάπης: Πόσες
ωραίες εικόνες του προβάλλει σε ιδιωτική προβολή , πόσα νοήματα που σαν βέλη
εκτοξεύει από τη φαρέτρα του και βρίσκουν τον αναγνώστη κατευθείαν στην καρδιά!
Αυτή την καρδιά που
πίστεψε ότι με τα χρόνια και τις δυσκολίες που πέρασε σκλήρυνε και δεν τη
διαπερνά τίποτα. Μόνο ο μεταλλικός ήχος των χρημάτων που ο αναγνώστης
συσσώρευσε για να έχει ασφαλή γεράματα, αφού δεν φρόντισε να έχει όμορφα νιάτα!
Αυτά τα χρήματα
τα βρίσκουν άνθρωποι που δεν τα έβγαλαν με τον κόπο τους και δεν καταλαβαίνουν
την αξία τους. Έτσι τα σκορπίζουν στους 4 ανέμους μαζί με τον μόχθο του άλλου
και τον ίδιο τον Άλλον. Και έρχεται τώρα ο συγγραφέας να αντικρύσει αυτά που
κουβαλά ο καθένας στη ψυχή του ως
απόσταγμα… και τα ωραία και τα άσχημα. «Οι μνήμες θα μας βοηθήσουν ν
αντιμετωπίσουμε το τελευταίο δύσκολο κομμάτι της ζωής.», σημειώνει εμφατικά. Οι
μνήμες, νομίζω, μας φέρνουν στο νου τα «όστρακα» των αρχαίων αγγείων και τα
κοσμήματα που έβαζαν μαζί με το νεκρό για να του κάνουν πιο υποφερτό τον
αποχωρισμό από τους ανθρώπους του. Το ίδιο με τους αρχαίους Έλληνες έκαναν κι
οι αρχαίοι Αιγύπτιοι… με την ίδια λογική προκειμένου να κάνουν το θάνατο πιο υποφερτό
σε αυτούς που έφευγαν, τοποθετώντας κοντά τους τα προσωπικά τους αντικείμενα.
Όλα αυτά μ ένα θαυμάσιο λεξιλόγιο, που σε συνδυασμό με τον εξομολογητικό τόνο
σε κάνει να μη θέλεις ν αφήσεις το βιβλίο. Τα ρήματα που τον χαρακτηρίζουν
είναι: εξομολογούμαι και μοιράζομαι.
Αλήθεια δεν είναι
αξιοθαύμαστο πώς ένα παιδί 17 χρονών –που αφήνει το νησί του τη Λέσβο για να
ξενιτευτεί στη μακρινή Βενεζουέλα και επιστρέφει ύστερα από 41 χρόνια– διαθέτει ένα λεξιλόγιο που δεν το διαθέτουν
άνθρωποι που έμειναν στον τόπο τους και ασχολήθηκαν με τη Λογοτεχνία;
Σκέπτομαι ότι το
να γράφεις είναι θέμα ψυχής παράλληλα με την ικανότητα και την καλλιέργεια. Αν
δεν αισθάνεσαι, δεν μπορείς να δημιουργήσεις. Ο Δουκάκης έχει κρατήσει τα χαρακτηριστικά των
ανθρώπων του νησιού του: ευαισθησία, συναίσθημα, αγάπη για το ωραίο, νοσταλγία.
Κάποια στιγμή
επέστρεψε στην πατρίδα του ένας σύγχρονος Οδυσσέας, λαχταρώντας να πιάσει το
νήμα από εκεί που το άφησε. Παράλληλα
ανέπτυξε τη θετική πλευρά του, που τον βοήθησε να γίνει ένας επιτυχημένος
επιχειρηματίας και ν’ ανέβει κοινωνικά στην κορυφή του τόπου, όπου
εγκαταστάθηκε.
Ποιος δεν θα 'θελε
να διαθέτει έναν τέτοιο συνδυασμό λογοτεχνικού «ταλέντου» και συντελεστών
επιχειρηματικής επιτυχίας; Και είναι σημαντικό το ότι το αποτέλεσμα των
εμπειριών του δεν το κρατά για τον εαυτό του αλλά το κοινοποιεί στον Άλλον: μη
κρίνεις τη ζωή σου από το τώρα, του λέει, γιατί έζησες κι αλλιώς: αισθάνθηκες
έντονα συναισθήματα, αγάπησες, μαγεύτηκες από ονειρικά ηλιοβασιλέματα και όλα
αυτά γράφηκαν ανεξίτηλα μέσα σου και θα σε συνοδέψουν μέχρι το τέλος της ζωής
σου.
Και τον παρακινεί
να χαρεί αυτές τις ωραίες στιγμές έστω και με τη δύναμη της νοσταλγίας γιατί σ’
αυτή την άχαρη εποχή που ζούμε το μόνο που χρειαζόμαστε για να ισορροπήσουμε είναι
η Ομορφιά.
Να γεμίσουμε τη
ψυχή μας Φως, ώστε να μην το αναζητήσουμε στο τέλος της ζωής μας σαν τον Γκαίτε.
Ζήσαμε τα πιο
όμορφα μας χρόνια δίχως να φανταστούμε –ΕΥΤΥΧΩΣ–
τι μας περίμενε.
Τώρα ζούμε σε
εποχή απρόσωπων σχέσεων και συναισθηματικής απομόνωσης κλεισμένοι ανάμεσα στους
τοίχους του σπιτιού μας. Οι ανθρώπινες παρουσίες στη ζωή μας έχουν γίνει τυπικές
και σύντομες και μας αφήνουν πιο μόνους από πριν. Σιωπή και απομόνωση: είναι
μια γενική πρόβα γι’ αυτό που μας
περιμένει …Να βρεθεί καθένας μόνος με τον εαυτό του στην αιωνιότητα.
Οι μόνες που
μπορούν να μας βοηθήσουν ν αντιμετωπίσουμε το τελευταίο και πιο δύσκολο κομμάτι
της ζωής μας είναι οι αναμνήσεις.. Ό,τι αγάπησες, δεν έσβησε. Πάντα το νοσταλγείς
γιατί συνδέεται με τα νιάτα σου: τότε που ήσουν άφθαρτος και αστραφτερός!
Τώρα ερχόμαστε σ’
ένα άλλο θέμα. Ο συγγραφέας δεν μετατρέπει σε αυτοσκοπό της αφήγησής του την
«πλοκή». Έτσι, δημιουργεί ένα κολλάζ εικόνων κι εντυπώσεων, φαινομενικά
ανεξάρτητων που όμως συνδέονται μεταξύ τους μ’ ένα μυστικό νήμα, όπως στους
στίχους του τραγουδιού του Λουκιανού «Που βαδίζομεν κύριοι», στο οποίο
αποτυπώνονται οι καθημερινές μικροϊστορίες.
Ο συγγραφέας,
αιώνιος ταξιδευτής σε θάλασσες ωραίων αισθημάτων απευθύνεται σε όλους γιατί η
ανθρώπινη Μοίρα είναι κοινή. Τελειώνω με τους
αγαπημένους στίχους ενός αγαπημένου προσώπου: του Πατέρα μου.
«τι λοιπόν είναι η ζωή μας ακριβώς θεωρουμένη; Μια στιγμή συνδεδεμένη μ ελπίδες κι
αναμνήσεις;»
Όλγα Σταυρίδου-Δεληγιάννη *
* Η Όλγα
Σταυρίδου-Δεληγιάννη γεννήθηκε και έζησε τα παιδικά και νεανικά της χρόνια
σ' ένα όμορφο νησί του Αιγαίου, τη Λέσβο, όπου άνθρωποι απλοί, συνηθισμένοι,
λαϊκοί, γράφουν λογοτεχνία, ποίηση, μουσική, ανεβάζουν θεατρικά έργα,
ζωγραφίζουν. Έτσι απλά και φυσικά όπως αναπνέουν... Σπούδασε Αρχαιολογία στο
Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης πετυχαίνοντάς το στην καλύτερή του ώρα... Την εποχή
του Ανδρόνικου, του Κακριδή, του Τσομπανάκη, του Σακελλαρίου, του Κριαρά, του
Πολίτη, του Μαρωνίτη και τόσων άλλων μεγάλων... Εργάστηκε στην Αρχαιολογική
Υπηρεσία πραγματώνοντας τ' Όνειρό της. Έγραψε άρθρα σε εφημερίδες και
λογοτεχνικά περιοδικά, εξέδωσε οδηγούς ευρωπαϊκών πόλεων. Ταξίδεψε πολύ... Και
έζησε σαν όλους της γενιάς της -αυτής του '60- σε μια ατμόσφαιρα μαγική...