Θυμάσαι;
Εσύ, γυναίκα χορταστική και χυμώδη,
που είχες τον τρόπο να ευφραίνεις τις αγωνίες της ψυχής
και του σώματος, να κινητοποιείς τους μηχανισμούς
της συναισθηματικής αφύπνισης.
Που μόνο μια ματιά,
μια απλή επαφή, ένα έστω, άγγιγμα
κάνει τη λαχτάρα απέραντη,
φουντώνει όλη τη φλόγα που είναι κρυμμένη μέσα μας.
(Να νιώθεις απειροελάχιστος βαδίζοντας στο συντροφικό σώμα,
ώστε ν’ ανακαλύπτεις κάθε λεπτομέρεια της διαδρομής...
ώστε να μπορείς να προσφέρεις τα ερωτικά σου δώρα).
Ήταν ο έρωτας εκείνο που ψάχναμε
για να δώσουμε ένα νόημα στη ζωή μας;
Ήταν το άλλοθί μας στα κρυφά και τολμηρά μας σμιξίματα;
Ήταν ένα κομμάτι ζωής που, ίσως,
δεν μπορείς να το προσπεράσεις έτσι απλά,
ακριβώς γι’ αυτό και έχει ενδιαφέρον;
Πάντοτε είχαμ’ έτοιμες προφάσεις γι’ αμαρτίες,
δεν λογαριάζαμε ενέργειες παρακινδυνευμένες,
Να σβήσει, μόνο θέλαμε, η δίψα του έρωτά μας.
Το χάδι μου ξεδίπλωνα πα στο γυμνό κορμί σου!
Το ρίγος που έζησα στο πρώτο άγγιγμά σου.
-
(Ο έρωτας είναι ζωγράφος.
Μεταμορφώνει τα αισθήματα,
τα χρώματα, τα ρίγη,
το πάθος που ζητάει διέξοδο...).
-
Μ’ ένα τσιγάρο αλάφραινες την αναστάτωσή σου.
Γυμνή, χυμώδης έμενες στου πυρετού τη φλόγα.
Κι ανιστορούσες ήσυχα καθημερνές σου έγνοιες.
Που άφησες και χάθηκαν κι έμειναν... αναμνήσεις.
Σε λεύκωμα, να κλείσεις ήθελες, τα ερωτικά σου χρόνια.
(Και πρέπει ο έρωτας να είναι μυστικός.
Να έχει τη μυστικότητα της συνωμοσίας
και τη ιερότητα του άδηλου και του κρύφιου).
-
Σαν εφτασφράγιστο μυστικό κρατήσαμε κι οι δυο μας,
Την αγωνία που έθρεψε τον σπόρο της αγάπης.
Του απαγορευμένου έρωτα σφραγίσαμε μαζί,
ρομαντικές ενθύμησες,
ευαίσθητες στιγμές σ’ ερωτικό βιβλίο!
Όνειρο έμεινε το λεύκωμα,
που έμελλε να γράψουμε αντάμα.
Τα χρόνια πέρασαν με τη νοσταλγία, πάντα,
γι’ αυτές τις στιγμές που ζήσαμε
και γι’ αυτές που αφήσαμε
να φύγουν μέσα από τα χέρια μας.
Σ’ αγγίζω... κι επειδή μετά, στα δάχτυλά μου,
δεν μένει παρά η γλυκιά σου γεύση, θα ξανάρθω...
Η γλυκιά γεύση και... σκέψη του κρυφού έρωτα
με όλα τα συναισθήματα,
τις ενοχές και τις νοσταλγικές μνήμες
που κρατούσαν, τόσο καιρό,
το ενδιαφέρον αμείωτο
–ανάμεσα σε σιωπές κι επιθυμίες– δυστυχώς...
εξατμίστηκαν.
Φαίνεται πως είχε αρχίσει ο κύκλος της φθοράς
και δεν το καταλάβαμε.
Σ’ ευχαριστώ πάντως αγαπημένη, σ’ ευχαριστώ για
τις στιγμές και τα όνειρα που μου χάρισες, τότε...
-
Από το ποίημά μου: "Απαγορευμένο"
Σε παρένθεση λόγια από τον "Τρόφιμο" του Φ.Θεοφίλου
Mithymnaios