Τούτη τη συνήθεια την έχω από παλιά, δεν είναι τωρινή. Από τότε, που ο χρόνος δεν ήταν εχθρός, αλλά σύμμαχος του αναγνώστη. Τη χαρά της ανάγνωσης τη βρίσκω μέσα στις σελίδες κάποιου αγαπημένου βιβλίου. Ανάμεσα σε φράσεις, σκέψεις, λέξεις, λόγια... Ανάλογα με τις σημειώσεις που αφήνω υπογραμμίζοντας τες, (πάντα με μολύβι, και τούτη παλιά συνήθεια – ποτέ με στυλό) κι ανάλογα με το χρόνο που τ’ αφήνω στο κομοδίνο μου, είναι η αξία αλλά και η αγάπη που δίνω στο βιβλίο. Έχουν και τα βιβλία, μη νομίζεται –όπως κι οι άνθρωποι– τη δική τους μοίρα.
Μαζί με τα καινούργια που μαζεύονται σιγά σιγά που κι αυτά τ’ αφήνω πάνω στο κομοδίνο μου, πριν τα διαβάσω και τα βάλω στη βιβλιοθήκη, είναι μερικά που τους χρωστάω κάτι… Ένα ξεφύλλισμα ακόμη. Έτσι τ’ ανοίγω που και που… και ρίχνω ματιές… στις σημειώσεις μου.
* «Οι στάλες που γίνανε Βροχή» Ανθολογία Ελληνο-Αμερικανών Συγγραφέων.
Μου το είχε στείλει ο Γαβριήλ, πάει καιρός. Εκεί γράφουν κάτι φίλοι κι είναι πράγματι «
στάλες δροσιάς που αιωρούνται στον ουρανό και κλείνουν μέσα τους την Ελλάδα. Πέφτουν σα βροχή ποτίζοντας το ελληνικό πνεύμα που ανθεί στα ξένα»
Το ανοίγω στη σελίδα 69 και διαβάζω τα λόγια του
Σπύρου Δαρσινού. Για την
Ποίηση: «
Πολλές φορές παίρνω φόρα να μπω μέσα της. Κι αυτή δεν μ’ αφήνει. Κι όσο προσπαθώ τόσο εκείνη στρίβει το πρόσωπό της αλλού. Κι εγώ το μόνο που θέλω είναι να την αγκαλιάσω. Φαίνεται όμως ότι αυτή θέλει πρώτα να ερωτευτούμε…»
Εξομολογήσου, Σπύρο, πες το πώς ναι είσαι ερωτευμένος!!! Μαζί της.
Στη σελίδα 165, διαβάζω τη Στέλλα Ζ. Φόλλεντερ στο ποίημά της: Ψυχούλα άδολη…
«Εκεί που θ’ ακουμπήσει / η καρδιά σου… / Εκεί που ξεδιπλώνονται / τα όνειρά σου… / είναι ο τόπος / που σε δένει / κι ό,τι ζυγίζει μέσα σου / τώρα σου απομένει…
Και το βιβλίο της ζωής / μια μέρα κλείνει…/ μετά την δίνη του καιρού / ίσως θα ’ρθει και η γαλήνη…».
Σίγουρα συμφωνώ με τη Στέλλα, γι’ αυτό και η υποσημείωσή μου.
«Ο θάνατος του Οδυσσέα» στη σελίδα 229 είναι του Καββαδία της Διασποράς του Γαβριήλ Παναγιωσούλη. Γράφει για τον Έλληνα μετανάστη, τον ναυτικό, τον περιπλανώμενο πως: «Όταν ζήσει μέρος της ζωής του σαγηνεμένος από της Καλυψώς τα κάλλη, όταν η Κίρκη τον ξελογιάσει, χάνοντας τους συντρόφους του, όταν τον σαγηνεύουν γυναικεία φιλιά, όταν νιώσει το δηλητήριο από τσίμπημα κεντριού σφήκας κρυμμένο σε γυναικεία αγκαλιά, όλα αυτά αναμιγνύονται σ’ ένα κράμα παγκοσμιότητας, δημιουργώντας ένα σύγχρονο περιπλανώμενο Οδυσσέα».
Αιώνιος Οδυσσέας! Αιώνιος εραστής!!! Ο Γαβριήλ.
.
* «Εννέα Εντολές και μία Αγέννητη» της Γιώτας Στρατή
Σελίδα 22. Εντολή Ενάτη. Πάρτε την καρδιά μου.
«(…) Μαγική πηγή ενθάρρυνσης, / η καρδιά, η ανένταχτη. Ευρύ πεδίο ανακωχής / σε χρόνους πολέμιους. / Εξαιρετικά πολύτιμη / στην ισορροπία της αλήθειας.
Προς το παρόν, δηλώνει «ΚΛΕΙΣΤΗ» / λόγω ανακαινίσεως…».
Γιώτα δεν τη δήλωσα κλειστή ποτέ. Πάντα φοβόμουν τις απεργίες των ανακαινιστών. Παρ’ όλο αυτό, ο στίχος σου έχει χαραχτεί με τη μολυβιά μου…
Υπάρχουν και τούτα των συμπατριωτών μου:
* «Χωρίς ωράριο στα όνειρα» της Μαρίας Κοτοπούλη που γνώρισα το καλοκαίρι στο νησί και με γοήτευσε και σαν άνθρωπος και σαν λογοτέχνης και το πιο σπουδαίο συνδεθήκαμε με μια φιλία που με τιμά.
«Οι ήρωες των διηγημάτων του βιβλίου προσπαθούν να αποκαθάρουν το νου και την ψυχή τους μέσα από τη φαντασία και το όνειρο. Οραματίζονται, μεταφέρονται σε τόπους καθαγιασμένους, γίνονται μάρτυρες της δημιουργίας του κόσμου, ζουν στην ψευδαίσθηση της πνευματικής αναλαμπής στον καθημερινό ορίζοντα. Αναζητούν τους στόχους στο ξάφνιασμα της Μουσικής, του Έρωτα, της Ζωγραφικής, του Μύθου και της Ιστορίας, καθώς η αιώνια παλέτα της άνοιξης ντύνει με χρώματα την προσμονή, την ατέλειωτη προσμονή της Ελπίδας, της Αγάπης, της Ελευθερίας. Ο πόνος τους γίνεται μελωδία, η αναζήτηση τραγούδι και η καθημερινότητά τους εντέλει μετουσιώνεται σε μονοπάτι της τέχνης, που αγωνίζονται να το διαβούν για να το κατανοήσουν».
* «Αναζητώντας την Ερατώ» και «Η Ερατώ εις Λέσβον και εις τον Μυτιληναίων Αιγιαλόν» (Ένα ταξείδι στο παρελθόν…) του Άρη Κυριαζή. Συμμαθητής μου στο Γυμνάσιο Καλλονής, ο Άρης, μου έφερε τόσα όμορφα και πάλι στην ανάπηρη μνήμη μου. Πατέρας περήφανος της πανέμορφης ηθοποιού Ρηνιώς Κυριαζή που την απολαύσαμε, πρόσφατα, στην κινηματογραφική επιτυχία «Σκλάβοι στα δεσμά τους».
Τα δυο βιβλία του μου κράτησαν συντροφιά στο ταξίδι μου στις ΗΠΑ. Καταπληκτική γραφή! Στο δεύτερο ξαναδιάβασα, ύστερα από πολλά χρόνια, μια καθαρεύουσα που… ρέει.
* «Του καιρού ανασκαλέματα» του Γιώργου Καμβυσέλλη, ο οποίος Γιώργος εκεί στο «ακροζυγιασμένο ανάμεσα σε γκρεμνά και Λιβυκό πέλαγος αγκωνάρι, ίδιο σφήνα, μπηγμένο προαιώνια στης Κρήτης το πλευρό κατά που γέρνει ολομάτωτος ο ήλιος, πεντακόσια μέτρα αντικριστά με το γιαλό, με το μικρό λιμανάκι να προστατεύει απ’ τους συχνούς βοριάδες και τα θεόρατα, βουνά ολάκερα, κύματα, τις ξύλινες βάρκες των φτωχών ψαράδων, και χίλια μέτρα αφημένο κάτω απ’ την κορφή του Αϊ-Λια με το θαυματουργό, σαν αετοφωλιά, ανεμοδαρμένο ξωκλήσι, που ολονυχτίς κάθε είκοσι του Ιούλη γερόντισσες και νιες προσκυνάνε, να ξετελεύει ανθρώπους και ζωντανά από τις κακουχίες, ήμασταν οι κάτοικοι ούλοι κι ούλοι, μαζί και του Ροφού το νεογέννητο, εκατόν εφτά ψυχές· αγρότες, κτηνοτρόφοι και ψαράδες».
Ουφ! Ο αθεόφοβος! Τι αναπνοή να έχεις, βρε Γιώργη, ώστε να διαβάσεις 104 λέξεις δίχως μια τελεία (μια και μόνο άνω τελεία…). Λοιπόν ο Γιώργος, 35 χρόνια τώρα μένει εκεί κάτω το διαβάσατε, παρ’ όλα τα στοιχεία κρητικής γλώσσας που βρήκα, διαβάζοντας το βιβλίο του, και να μην τον γνώριζα θα ορκιζόμουν πως είναι Μυτιληνιός! Έχει αυτό το ΚΑΤΙ!
.
Μηθυμναίος