«Είμαι πάρα πολλά για να μην είμαι τίποτα και πολύ λίγος για να είμαι κάτι»… * * * * * «Ψάχνω να βρω λέξεις… που να "αγγίζουν" κι αγγίγματα που να μιλούν»…

21 Μαρ 2013

Καλωσόρισμα


Εσένα, που κάθε χρόνο ανασταίνεσαι, γιορτάζω Άνοιξη.
Με ξεσηκώνει η γοητεία σου, η ανάδυση της ομορφιάς σου.
Μια χούφτα παίρνω από σένα -μου φτάνει- και ραίνω την ψυχή μου.

17 Μαρ 2013

Δύσκολοι και περίεργοι οι καιροί…

Αραδιάζω και σήμερα τις όποιες μελαγχολικές σκέψεις μου και προσπαθώ να τις ξεδιαλύνω και να τις ταιριάξω με τις νότες μιας γλυκιάς μουσικής που έρχεται σιγαλά και ξαστερώνει το μυαλό, διώχνει για λίγο τα σύννεφα, ζεσταίνει την καρδιά και κάνει τη σιωπή… κομμάτια. Όσο το δοξάρι χαϊδεύει απαλά τις χορδές του βιολιού, η γλυκιά μελωδία που ξεχύνεται, παρασέρνει στο ρυθμό της όλα τα «πριν», τα «μετά» και τα «ίσως». Αυτά που ορίζουν το δρόμο στα μοναχικά ταξίδια του μυαλού μου. Αν γινόταν θα έπιανα τον εαυτό μου απ’ το χέρι να τον μάθω να περπατά ξανά μέσα σε τούτη την αβάσταχτη καθημερινότητα του «τώρα», μήπως και βρει καινούργιους ορίζοντες στο φαύλο κύκλο της ματαιοδοξίας των αβέβαιων ημερών.


Είναι περίεργοι οι καιροί. Αισθάνομαι πως ζούμε σε μια οριακή εποχή, οριακή σε ιδέες και σύμβολα, οριακή και σε συναισθήματα. Οριακά τα οικονομικά μας, οι ανοχές μας, οι αντοχές μας, τα νεύρα μας. Οριακός και ο πολιτισμός μας. Συντρίμμια και η περηφάνια μας. Οι κουβέντες αρχίζουν και τελειώνουν στα τρέχοντα. Τα μελλούμενα φοβίζουν και δίνουν τη θέση τους στην οργή και στο αβέβαιο. Γι’ αυτό, όλο και πιο πολύ, αντικρίζουμε φοβισμένους, ανήσυχους και οργισμένους ανθρώπους, τόσο που όγκωσε η ψυχή θυμό και πίκρα. Οι αξίες που είχαμε -ή νομίζαμε πως είχαμε- χάθηκαν, όπως και η ταυτότητά μας. Αν παραδοθούμε στη θλίψη που σκεπάζει δρόμους, ανθρώπους και σκέψεις, φοβάμαι, Χαρά μου, πως οι λέξεις ελπίδα και μέλλον θα ηχούν παράταιρα, σαν απαγορευμένες επιθυμίες.
Θα πρέπει να ξεπεράσουμε τα όρια, να βρούμε μια μαγική συνταγή ύπαρξης και ευτυχίας, μια ισορροπία με τους γύρω μας, μια διέξοδο από τα προβλήματά μας. Να ξαναβρούμε -ατόφια και αληθινή- τη χαρά. Όχι γιατί στέρεψε αλλά γιατί μπλέχτηκαν μέσα μας τα συναισθήματα… Υπάρχουν τόσα γύρω μας. Η άνοιξη που έφτασε με χίλια χρώματα, ο ήλιος που ακόμη ανατέλλει και δύει, ο ουρανός που αλλάζει χρώματα. Οι μυρουδιές, η αγκαλιά, το γέλιο, η κουβέντα, τα «σ’ αγαπώ», τα μάτια…
           Κομμάτι δύσκολο να παραμερίσουμε όλα όσα το μυαλό αναζητά κι όσα λαχταρά η ψυχή, όταν έχεις να κάνεις με το τέρας του μνημονίου και το γκρίζο της ισοπέδωσης.

9 Μαρ 2013

«Ζυγίζω τα χρώματα και μου βγαίνει Παράδεισος»

Είναι εφτά και δέκα ακριβώς…
Κάποια πράγματα που βάλθηκα να κάνω μου έκλεψαν το χρόνο.
Τώρα ψάχνω τα χαμένα δευτερόλεπτα ανάμεσα
στο μισοσκόταδο των σκέψεων…
Ναι, ο χρόνος, αυτός που... ακόμη και τα όνειρα συντομεύει…
Για να προλάβει… λένε…

Κι εμένα,
όλες οι σκέψεις μου, πανάθεμά τες, σε όνειρα τελειώνουν.
Παραισθήσεις... κι ανάσες μονολογούν και τα γλυκαίνουν
Τι να κάνω, όμως, με το χρόνο;
Το ξέρω εαυτέ μου, δεν θα το μάθω ποτέ!
Δεν θα σε μάθω ποτέ, εαυτέ μου!
 Χάνομαι…
Ποιος άραγε θα μου δείξει πως θα βγω από το αδιέξοδο;
από το στρίμωγμα του τίποτα;
Να μου υποδείξει πότε (και κυρίως πώς) πρέπει να κάνω την υπέρβαση;


Δεν τρέφω αυταπάτες.
 Δυστυχώς, όσο και να ξεγελάς τον καιρό
ο χρόνος δεν γυρίζει πίσω για να κάνει τις «κατάλληλες συστάσεις».
Όσο κι αν προσπαθώ να υπογραμμίσω την παρουσία μου,
αυτό που κάνω είναι να την διαγράφω τελείως!


Και αυτό που μού ’μεινε και τριβέλιζε, μέρες τώρα, την ψυχή μου,
ήταν εκείνος ο στίχος που λέει ο λόγος κι ο ποιητής Διονύσης Καρατζάς:
«Ζυγίζω τα χρώματα και μου βγαίνει Παράδεισος»!


5 Μαρ 2013

Στο «μαζί» που έσμιγαν οι ανάσες μας…


Στις φίλες και τους φίλους που απέκτησα στα πάρε-δώσε μας εδώ…¸¸.•´ .•´¸¸.•´¯`•- 



«Η εποχή στεγνή, τα φώτα σβηστά, το δωμάτιο άδειο, η αλήθεια απούσα»…


Οι άνθρωποι θα έπρεπε, στο πέρασμα των χρόνων, να παραμένουν ίδιοι και αμετάβλητοι. Δεν αξίζει να αλλοιώνει κανείς τον εαυτό του, όποιος και αν είναι ο στόχος του. Όλα εκείνα τα ανθρώπινα πάθη που φωλιάζουν στα απόκρυφα βάθη της ψυχής μας, οι βουβές πίκρες και οι αβάσταχτοι στεναγμοί, οι έμμονες απογοητεύσεις, τα χαστούκια της ζωής, οι αμίλητες χαρές και οι άφωνες λύπες θα έπρεπε, αν γίνεται (που δε γίνεται), να μην αφήνουν σημάδια μέσα μας. Έχουμε ανάγκη να ονειρευόμαστε αλλά και να είμαστε δεμένοι πάντοτε με τα πράγματα γύρω μας. Με τα ασήμαντα που συνθέτουν την ιδιαίτερη ποιότητα της ανθρώπινης μοίρας.
Πόσο δύσκολο είναι, αλήθεια, να μιλάς σήμερα για ανθρώπινες σχέσεις. Kι ακόμα πιο δύσκολο να τις συγκρίνεις με τις αλλοτινές. Όταν έχεις συναντήσει στη ζωή σου απλούς, ζεστούς, αυθεντικούς, μετρημένους ανθρώπους που κι αυτές τις αδυναμίες τους –κι αν ακόμα τις είχαν– δεν έκαναν ποτέ τον κόπο να σου τις κρύψουν. Άνοιγαν την καρδιά και τα χέρια τους να σ’ αγκαλιάσουν, να σε κλείσουν μέσα τους. Αυτοί κι εσύ μαζί! Αυτό το «μαζί» το νιώθαμε. Μαζί μοιραζόμασταν τις χαρές και τις λύπες. Έτσι η χαρά γινόταν διπλή και μισή η λύπη. Αυτό το μαζί, που στα τέσσερα γράμματά του έσμιγαν οι ανάσες μας! Που δε χρειάζονταν και πολύ να παλέψεις για να το κατακτήσεις. Άνθρωποι, που εύκολα γίνονταν δικοί σου άνθρωποι. Που η τύχη το ’θελε και τους συνάντησες δεν τους αναζήτησες. Πορεύτηκαν μαζί σου σε κοινούς δρόμους. Έφερναν την ψυχή τους αλφαδιά με τη δική σου. Τόσο κοντά ώστε να «πιάνουν» ακόμα και τα κρυμμένα σου «αχ»… Έτσι, τα σκόρπια κομμάτια σου, οι επιθυμίες και οι ανάγκες σου έβρισκαν συμμάχους της ίδιας ρίζας και τις ίδιας μοίρας για ν’ ακουμπήσουν. Φυσικά είχαν τα όριά τους, έτσι μάθαινες κι εσύ να μην τα ξεπερνάς. Ήταν άγραφος νόμος, που ρύθμιζε τις ανθρώπινες σχέσεις.
Τώρα ο χώρος στένεψε, μίκρυνε, ήρθε στα μέτρα των συμφερόντων μας, αφού, καθώς φαίνεται, αυτά συνιστούν τον μοναδικό γνώμονα, αυτά απαρτίζουν την ηθική μας... Μένουμε εγκλωβισμένοι μέσα στο εφήμερο γιατί απομακρυνθήκαμε εντελώς από το χώρο του ονείρου και από το χώρο της μέθης που χρειάζεται για να πραγματοποιήσεις το όνειρο. Τώρα το εφήμερο βασιλεύει και όλα έχουν ημερομηνία λήξης. Η φιλία «μασκοφορείται» και η έννοιά της ταυτίστηκε με την ιδιοτέλεια και το συμφέρον. Μετατρέψαμε το χώρο μας σ’ ένα τοπίο γεμάτο υποκρισία και απόκρυφες λαχτάρες για όσα ανείπωτα φωλιάζουν βουβά μέσα μας. Μας λείπουν οι άνθρωποι, μας λείπουν τα λόγια που δεν είπαμε, οι κουβέντες που δεν πρόφτασαν να τελειώσουν... Κι όταν πια, δεν έχεις τι να μιλήσεις και τι να πεις μ’ έναν φίλο, η φιλία τραυματίζεται, η ανθρωπιά και η αγάπη χάνονται.


Δική μας επιλογή είναι οι φίλοι. Μέσα από αμέτρητες διαδρομές ζωής γνωρίζουμε, παραγνωρίζουμε, διαλέγουμε, προχωράμε, σκοντάφτουμε, κάποιες φορές, αμφιβάλλουμε, αναθεωρούμε, πονάμε, ξεσπάμε, χάνουμε… Κι αλίμονο, εκείνο που χάνουμε δεν είναι άλλο απ’ την ορθάνοιχτη πόρτα της ψυχής μας. Όχι, δεν θέλει παραχωρήσεις η φιλία. Δόσιμο θέλει, από καρδιάς. Δίνουμε ό,τι έχουμε κι όπως το μπορούμε. Κι αυτό, θα πρέπει να είναι αληθινό. Έτσι είναι οι φίλοι! Στα πάρε-δώσε τους. Στους δρόμους και στα σπίτια, στους καφενέδες και στα σοκάκια, στις παρέες και στα διαδίκτυα...

* Δημοσιεύτηκε στην επετειακή έκδοση του περιοδικού «Σκαμιά»