Αρχίζει,
έστω και νωχελικά να παίρνει τις πρώτες ανάσες της η Άνοιξη. Όπου και να
γυρίσει η ματιά σου φουντώνει, παίρνει χρώμα, μένει μετέωρη κι απολαμβάνει.
Ανοίγεται όλο το έξω και το γύρω, βαραίνει από ευωδιές κι επιθυμίες και
ομορφαίνει κάνοντας καλοδιάθετο το μέσα μας. Ξετινάζει όλη τη γκάμα των
συναισθημάτων. Απλώνεται επάνω σου, αναβαπτίζεται και αναπλάθεται στη μήτρα της
φύσης.
Είναι να
μπορέσεις να κλείσεις την ανάσα της στην ψυχή σου, να κρατήσεις στον κόρφο σου
εν’ ανθισμένο κλαρί για ν’ αποδιώχνεις τον κόσμο της ματαιότητας όταν σε
πνίγει. Είναι κι ο ήλιος, πρόθυμος να χυθεί πάνω
στα πρόσωπά μας, να μπει εντός μας να παρακάμψει και να μας αποτρέψει από τις
παραφωνίες των καιρών.
Αμ
το άλλο; Είναι κι οι μέρες που αρχίζουν να μεγαλώνουν κι αυτές. Ας μην
ξεχνάμε. Λίγο το ’χεις;