Σελίδες

28 Μαρ 2017

Λες και μπορείς να εξηγήσεις καλύτερα τον κόσμο…



Είναι από εκείνους που πιάνει τις στείρες λέξεις, τινάζει από πάνω τους τη σκόνη και τις κάνει να χορεύουν ομοιοκατάληκτα στο λευκό χαρτί. Τις ντύνει με στοχασμό και ευαισθησίες. Παίρνει χρώμα απ’ την παλέτα των χρωμάτων του κι ανάλογα τις βάφει. Όλη η μαγεία ξεκινάει από εκεί. Από αυτά τα δάχτυλα. Μετά τις παίρνει στην αγκαλιά του και με εκείνη τη χάρη και τη μοναδικότητα που γεννάει την τέχνη, φτιάχνει μ’ αυτές το δικό του εργόχειρο… Ερωτοτροπεί μαζί τους, τους τάζει αιωνιότητα. Κι εκείνες ανταποκρίνονται!
Γεμάτος ποίηση, γεμάτος όμορφους στίχους, ρίμες και λέξεις, σε παίρνει απ’ το χέρι και περπατάς μαζί του σε δρόμους παλιούς. Ταξιδεύεις αμέριμνα και μέσα απ’ αυτόν το χείμαρρο του λυρισμού συνταίριασμα στα τριξίματα της ψυχής που έχει την αντρειά να τα δεχτεί και να τα κάνει φυλαχτό κι αποκούμπι για τους καιρούς τους δύσκολους αντιλαμβάνεσαι πως κάποιοι στίχοι φτιάχτηκαν για να μας θυμίζουν πως τελικά είναι η μόνη απάντηση σε όλα…
  
Δεν με νοιάζει που, κάποιες φορές, διάχυτες αβεβαιότητες και άφατες αντιρρήσεις φέρνουν τα πίσω μπρος και τα μπρος πάλι πίσω δίνοντας νόημα στο μάταιο, γιατί ποτέ δεν πορεύτηκαν τον ίδιο δρόμο, γιατί ποτέ δεν άγγιξαν τα βλέμματά τους τα μύχια του εντός τους.
Με νοιάζουν τα υπόλοιπα: τα λειψά και τα παζαρεμένα της ζωής που όταν χάνονται οι αξίες κι εμείς χανόμαστε μες στην αντάρα, ανατρέχουμε στους στίχους κάποιων ποιητών για να βρούμε καταφύγιο και ν’ αντλήσουμε δύναμη. Λες και υπάρχουν άλλοι τρόποι ώστε να μπορείς να εξηγήσεις καλύτερα τον κόσμο…

Σκέψεις που έκανα  για κάποιον ποιητή, το βράδυ της 21ης Μαρτίου,
μετά την τιμητική εκδήλωση στον Ιανό. 

21 Μαρ 2017

Μαθαίνεται η ζωή από δεύτερο χέρι;…

Με το που πρόβαλε ο ήλιος συνειδητοποίησα πως δεν χωράνε δισταγμοί απέναντι στο κάλεσμα χαράς που πρόσφερε χτες η επίσημη πρώτη της Άνοιξης. Τι εύκολα που ξελογιάζεται κανείς όταν, με τις ηλιόλουστες εμφανίσεις της, τις προθέσεις και τα καμώματά της σ’ αιφνιδιάζει. Εξάλλου, εκείνη ξέρει να παίρνει τη θέση της χωρίς να το ζητά.
Υπάρχουν κάποιες συναντήσεις σε εκκρεμότητα, αδύνατο να τις ματαιώσω και πάλι. Πότε αν όχι τώρα. Χρειάζομαι ανάσες. Τις έχω ανάγκη. Τις έχουμε ανάγκη. Μπαίνω στον πειρασμό. Πακετάρω, λοιπόν στα γρήγορα, απόφαση, διάθεση, αισθήσεις και κουράγιο, κλειδώνω πίσω τις αδυναμίες και τα λάθη μου και παίρνω δρόμο.


             Κι αίφνης μια σκέψη μού κόλλησε στο νου. Να συναντούσα μια τσιγγάνα, τυχαία στο δρόμο, έλεγα μέσα μου  και.., να μου φώναζε: «Έι ψιτ… εσένα μιλάω»… Να επέμενε να διαβάσει της παλάμης μου το δυσανάγνωστο χάρτη κι εγώ να προσποιούμαι πως δεν τη βλέπω, μήτε την ακούω. Να με κοίταζε κατάματα και να μου ’λεγε αυτό που –εγώ ο αφελήςθα ήθελα ν’ ακούσω: «Απ’ όπου και αν ξεκινούν τα βήματά σου, μάτια μου, από όπου κι αν περνάνε, το θέμα είναι να σε βγάζουν λίγο πιο κει-λίγο πιο πέρα, δεν έχει σημασία εκεί που ονειρεύεσαι και να σε επιστρέφουν εκεί που αγαπάς». Τέλειο! Τι όμορφα που θα ’ταν; Αλλά έλα μου ντε, που η ζωή δε μαθαίνεται από δεύτερο χέρι…


16 Μαρ 2017

Σιωπές…


Υπάρχουν σιωπές ένα σωρό που ολοένα πληθαίνουν καθώς επελαύνει η παλίρροια της Άνοιξης. Σιωπές ανεπιθύμητες, θυελλώδεις, νευρωτικές, τολμηρές και… σιωπές ευγνωμονούσες. Σιωπές άναρχες, μονότονες, μελωδικές, γλυκές, έντονες, αμετάφραστες κι ανυπεράσπιστες στο αναπόφευκτο της απουσίας. Υπάρχουν σιωπές στην ψυχή, στα όνειρα, στα… ταλαιπωρημένα αποσιωπητικά, ανάμεσα στα πάθη και στις υπερβολές. Σιωπές αμήχανες, μελαγχολικές και… μουδιασμένες. Όλες αντέχονται αν τις βάλεις σε μια ιστορία που μπορείς να την μοιράζεσαι με τους λίγους –ελάχιστους στην πραγματικότητα– που συγγενεύουν με την ψυχή σου.
Κι αυτή η διακριτική αίσθηση σιωπής –αθέατη και… μελαγχολική– που όσο αργούν στο γύρισμα οι δείκτες του ρολογιού, αυξάνεται μέχρι να γίνει απόλυτη με το πέρας μιας ανορθόγραφης νύχτας πάθους.
Εκείνος κι εκείνη, δυο διάφανα σώματα, ψάχνουν κρυφά κι αθόρυβα να κρύψουν την ανάσα, τους στεναγμούς, τα φιλιά, τα χάδια και… τις ξεκούμπωτες τύψεις τους στην εχεμύθεια μιας αιωρούμενης κουρτίνας.
           Αν για κάτι είμαστε σίγουροι, είναι ότι δεν χρειάζονται περισσότεροι από δύο στη σιωπή.

9 Μαρ 2017

Χαθήκαμε νομίζω στη… μετάφραση της καθημερινότητας

Σε τούτα δω τα γνωστά «πάρε-δώσε» μας, όπου ο καθένας αφήνει το αποτύπωμά του, απίστευτα μοναχικά πλέον, ψάχνουμε –μες στον ορυμαγδό των ιδεών κάπου να βρούμε μια άκρη ν’ ακουμπήσει η ψυχή μας.
Και τελικά, αυτό που βρίσκουμε ακολουθώντας την καθησυχαστική γαλήνη μιας ρουτίνας είναι ένα ανεξάντλητο περίσσευμα ψυχής –στοιχείο που σπανίζει στις μέρες μας– που δεν λέει να μας απαρνηθεί ρουφώντας κυριολεκτικά όλη τη μελαγχολία μας.
Κάποτε χαμογελούσαμε όταν νιώθαμε τη φιλία, τη ζεστασιά, το νοιάξιμο να… γίνεται πράξη, άγγιγμα και συμπαράσταση. Τώρα, είναι δύσκολο –πώς να το εξηγήσω αλλιώς;…– να συνειδητοποιείς πόσο αδειάζουν οι σχέσεις και οι παρουσίες, να νιώθεις κι ακόμα χειρότερα να βλέπεις ψυχές να ξεκολλάνε και... να χάνονται.
Στα χρόνια ετούτα τα στεγνά και τα ξεδιάντροπα, είναι ευτυχία που υπάρχουν ακόμη κάποιοι που δείχνουν κατανόηση, ξέρουν να τιμούν τις αποχρώσεις των σχέσεων, της συντροφικότητας, της ζωής. Είναι εκείνοι που έχουν τον τρόπο, το ήθος και την υπομονή να ισορροπούν τα συναισθήματα και… να μας επαναφέρουν χωρίς προσχήματα, έντιμα και καθαράστο μέτρο.

         Προφανώς θέλει τρόπο, ήθος και υπομονή να διεγείρει το θυμικό ώστε… να ξεκλειδώσουν οι καρδιές μας.