Δεν είναι τίποτα,
είναι τα χρόνια, που επιστρέφουν και…
διεκδικούν τα δικαιώματά τους.
Τόσο απλά, τόσο
συνηθισμένα…
Το έγραψα με την
υποψία πως αυτό μπορεί και να με σώσει. Ιχνηλατώ στη σιωπή για να καταλάβω –όσο
καταλάβω– ότι το πιο ευαίσθητο
κομμάτι μας είναι αυτό: –μεταξύ άλλων είναι κι αυτό, τίμημα ή παράσημο, δεν
έχει σημασία– ότι μόνο αθόρυβα, μπορείς να απολαύσεις τον εαυτό σου.
* Κλικ εδώ για να το δείτε στο Instagram
Δεν είναι τίποτα,
είναι τα χρόνια, που
επιστρέφουν και διεκδικούν τα δικαιώματά τους.
Τόσο απλά, τόσο συνηθισμένα…
Το
βλέμμα μένει στην απορία. Πώς να νανουρίσεις τον καιρό για
να παρκάρει, να ξεχαστεί, να γύρει και ν’ αποκοιμηθεί; Μεγαλώσανε τα χρόνια βλέπεις, κι ήρθαν τα
χιλιόμετρα και απλώθηκαν επάνω μου. Παίζω
κρυφτό με τις στιγμές και με τα χρόνια. Και οι σκέψεις σπαρταράνε μέσα μου. Εκεί μέσα σαν
υποσημειώσεις που δεν πρέπει να ξεχαστούν. Κι εγώ τις «κυκλώνω», μη τυχόν και
δραπετεύσουν.
Κοστίζει να κρεμάς τα βιώματά σου στα μανταλάκια. Η πεποίθηση ότι αν δε γδάρεις την ψυχή σου, άνθρωπος δε
γίνεσαι δίνει νόημα
στο καθετί του καθεμέρα μου. Κι άντε μετά να ψάχνω, εμμονικά, προσωπεία με μόνο σκοπό να μην γίνομαι μονότονος και επαναληπτικός.