«Είμαι πάρα πολλά για να μην είμαι τίποτα και πολύ λίγος για να είμαι κάτι»… * * * * * «Ψάχνω να βρω λέξεις… που να "αγγίζουν" κι αγγίγματα που να μιλούν»…

16 Ιαν 2018

Ο κόσμος μας μπορεί ν’ αλλάξει…


Ένας φίλος που βρέθηκε τις προάλλες στο σταθμό του μετρό της Στοκχόλμης, πρωτεύουσα της Σουηδίας, μου μετέφερε το παρακάτω περιστατικό.
Στις πύλες εισόδου προς τις αποβάθρες, παρατήρησε ότι, μεταξύ των κανονικών επικυρωτικών μηχανημάτων υπήρχε και μια είσοδος ελεύθερης διέλευσης. Δηλαδή χωρίς τη μπάρα που κανένας δεν περνούσε από αυτήν. Του έκανε εντύπωση και… φυσικά του κίνησε την περιέργεια, οπότε φτάνοντας στο εκδοτήριο ζήτησε από την νεαρή ταμία να μάθει γιατί αυτή η είσοδος ήταν η μόνη ελεύθερη και μάλιστα χωρίς κανένα άτομο ασφαλείας να την επιτηρεί. Η κυρία, λοιπόν, του εξήγησε ότι αυτή η είσοδος προοριζόταν για ανθρώπους που, για οποιοδήποτε λόγο, δεν είχαν χρήματα να πληρώσουν για το εισιτήριό τους.
Ο φίλος, εξοικειωμένος με την ελληνική νοοτροπία και τρόπο, μη πιστεύοντας, προφανώς αυτό που άκουσε, ρώτησε για να επιβεβαιωθεί:
– Και αν το άτομο έχει χρήματα, αλλά απλά δεν θέλει να πληρώσει;
Η ωραία πωλήτρια, τον κοίταξε με τα μεγάλα γαλάζια μάτια της και μ’ ένα αθώο και αφοπλιστικό χαμόγελο, απάντησε:
– Και γιατί να το κάνει αυτό;
Φυσικά ο φίλος συνειδητοποίησε πως δεν υπήρχε περιθώριο για περαιτέρω  «αθώες» ερωτήσεις. «Χτύπησε», λοιπόν, το εισιτήριό του και πέρασε, όπως έκαναν κανονικά κι ένα σωρό άλλοι, ενώ η ελεύθερη είσοδος για τους μη έχοντες παρέμεινε άδεια…

Η τιμιότητα είναι μια από τις πιο απελευθερωτικές αξίες που μπορεί να έχει ένας λαός. Και μια κοινωνία που κατάφερε να μετατρέψει αυτή την αξία σε κάτι τόσο φυσικό, μπορεί να βρίσκεται εκεί που βρίσκεται.

Αυτή είναι η εκπαίδευση... Ας καλλιεργήσουμε αυτήν την αξία μεταφέροντάς την στα παιδιά μας, στα εγγόνια μας, στην κοινωνία. Ας κάνουμε την εντιμότητα και την καλή πίστη συνήθεια. Ο κόσμος μας μπορεί ν’ αλλάξει…

8 Ιαν 2018

Κατόπιν εορτής…



Σκεπτόμουν, παραμονή Πρωτοχρονιάς πως όταν κάτι αφήνω πίσω μου, κάτι άλλο πάω να συναντήσω. Ο ένας χρόνος μας αφήνει (μας άφησε…), ο άλλος μας έρχεται (ήρθε…). Αυτοί ορίζουν τη μονόδρομη πορεία τους. Σε κάθε αντίο, πάντα θα κρύβεται ένα σιωπηλό «καλώς ήρθες». Λίγο ο αμήχανος αποχωρισμός, λίγο η προσμονή, λίγο το «πάει τελείωσε», ελαφρώς με μελαγχολούν. Οι αποχωρισμοί, ως συνήθως, σέρνουν μια θλίψη. Εκτιμώ, βέβαια, τα όσα έζησα και συγχρόνως ανυπομονώ για το τι θα ακολουθήσει. Ωστόσο, όλα, δόξα τω Θεώ, πήγαν καλά και… τα καλύτερα, ελπίζω πως θα ’ρθουν!
Φεύγει, λοιπόν, ο χρόνος κι αναρωτιέμαι μέσα μου: μπορεί να φεύγει έτσι; Χωρίς να τον αποχαιρετήσω μ’ ένα γενικό… συγύρισμα έστω; Έχουν μαζευτεί κάμποσα. Αδράχνω το νήμα του νέου χρόνου που σκοπό έχει να μας πάει μακριά και νομίζω ότι θα πρέπει να τον απαλλάξω από περιττές αποσκευές. Σα να τον ακούω. Τι με θωρείς; Βρες κάτι να πετάξεις επιτέλους. Δώσε μου χώρο.
Η αλήθεια είναι ότι έχουν μαζευτεί αρκετά. Από πού ν’ αρχίσω… Δεν είναι μόνο μια στοίβα βιβλία που περιμένουν να τα διαβάσω, είναι κι άλλα εσωτερικά. Είναι ένα σωρό σκέψεις και σχέδια επί χάρτου που αδιάκοπα γεννιούνται και ολοένα πνίγονται. Έγνοιες του νου που κάποιες πέφτουν στη βροχή, μουσκεύουν και γίνονται σταγόνες. Και κάτι άλλες γίνονται σκιές. Είναι οι σκιές των συναισθημάτων που δεν πετάγονται ποτέ. Αυτές ριζώνουν όπως τα δέντρα.
Είναι και κάτι χαρές. Ένα σωρό χαρές - μικροχαρές. Σ’ αυτές εναποθέτω τις ελπίδες μου. Αυτές θα έχω να κερνάω τις αμήχανες στιγμές μου. Αυτές θα επισκιάζουν τις λύπες. Είναι και κάτι στιγμές! Στιγμές να δεις, που χαίρεσαι όταν τις προσμένεις, ταλαιπωρείσαι όταν τις ζεις, νοσταλγείς όταν τις θυμάσαι. Και σχέδια. Και αποφάσεις. Κι αμφιβολίες. Κι αδυναμίες. Και άγχη. Και απολογισμοί. Και υπολογισμοί. Και εκνευρισμοί. Δεν βγάζω άκρη… Όλα θα πρέπει να τα βάλω σε μια σειρά. Να ξαναβρώ, επιτέλους, τις ισορροπίες μου.

Νομίζω ότι φλυαρώ και πολύ φοβάμαι πως θα μου λείψουν πάλι οι απλές λέξεις που χρειάζονται για να γράψω και να τελειώσω εδώ τον επίλογο, να… «κουμπώσει», που λένε, το κείμενο. Και πάνω στην απελπισία μου, να σου ο αιφνιδιασμός του μη αναμενόμενου: η ψυχή μου! Κάτι μου ψιθυρίζει, κάτι σαν ικεσία, να πιάσω κουβέντα μαζί της. Τι ανάγκη έχει; Εκείνη θα πιαστεί από δω, θα πιαστεί από κει…. Κάπου θα βρει την άκρη. Το ζήτημα είναι, εγώ τι κάνω…


21 Δεκ 2017

Κομμάτια που μένουν πίσω ΙΙ…

Επανέρχομαι στο θέμα με ένα ακόμη γλυπτό που μας βάζει σε σκέψεις…
Και σε τούτο, όπως βλέπετε, λείπει ένα κομμάτι (όχι κομμάτια) απ’ το σώμα, που λέει πολλά… Η καρδιά του! Το μνημείο αυτό του μετανάστη βρίσκεται στην πόλη Garachico της Τενερίφης (Κανάριοι Νήσοι) και είναι έργο του γλύπτη και ποιητή Fernando García Ramos.
Τα Κανάρια Νησιά γνωρίζουν από μετανάστευση πολύ καλά. Οι κάτοικοί τους πάντα μετανάστευαν… Αυτό το γλυπτό, λοιπόν, αναπαριστά ή μάλλον στην κυριολεξία είναι το έμβλημα της αίσθησης αυτού που μεταναστεύει.
Ένας άνθρωπος με μια οπή, ένα κενό στο στέρνο, στο μέρος της καρδιάς, ασάλευτος και μοναχός στη γυμνή ερημιά ψάχνει να βρει σταθμό στον ορίζοντα. Αποφασισμένος να κυνηγήσει το όνειρο. Σαν τα αποδημητικά πουλιά να ταξιδέψει σ’ άλλο μέρος κάποιου παραδείσου με την ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον. Όμως χωρίς την καρδιά του. Αυτή την έχει αφήσει πίσω του, στη γη του, στους δικούς του.
Απάνθρωπη στιγμή με μια βαλίτσα στο χέρι, μια μικρή βαλίτσα που… ταυτόχρονα περιέχει πολλά: την οικογένεια, το σπίτι, τις αναμνήσεις… Κι όμως, παρ’ όλο το βάρος, είναι αυτή, που εσαεί, θα τον συνδέει με το παρελθόν… που περνάει και φεύγει. 


11 Δεκ 2017

Κομμάτια που μένουν πίσω…



Η μετανάστευση, η αναχώρηση, η αποδημία, η απώλεια της εστίας. Η απουσία, η φυγή, η προσφυγιά, τα χαμένα χώματα. Η διέλευση, η θάλασσα, τα κύματα.
Στην κόψη του χρόνου, στους ανέμους και τα κύματα του Αιγαίου πάλεψες με την ανάγκη. Κάνει στην άκρη ο καιρός και η θάλασσα να σε χωρέσουν. Αλλά πώς να σε χωρέσει αυτός ο σκληρός o κόσμος της ορφάνιας, της αδικίας και της ανέχειας;
Στις θαλάσσιες λεωφόρους, με άγνωστο προορισμό κυνηγάς το όνειρο. Ατέρμονος ο δρόμος στη χώρα που έφτασες. Η αίσθηση ότι δεν ανήκεις σε κανένα μέρος, ψάχνεις στον ορίζοντα σημάδια που θα σε φέρουν πάλι πίσω στη ζωή. Ο δρόμος πια δε σε θυμάται, σ’ έχει κιόλας απαρνηθεί…
Χώθηκες στις πρόχειρες σκηνές ν’ απαγκιάσεις το φόβο σου. Ρούχο δεν είχες να σκεπαστείς. Πάλεψες με την ανάγκη, τη φρίκη, τον οίκτο των άλλων.
Μετανάστης ή πρόσφυγας τι σημασία έχει… Πάντα μ’ ένα σάκο στον ώμο ή μια βαλίτσα στο χέρι γεμάτη εκδιωγμένες ζωές και… όνειρα αποσπασμένα από τα κλαριά του τόπου, του σπιτιού σου… Ένα μεγάλο κενό στο κορμί σου. Ένα κενό ίδιο μ’ αυτό που βλέπει κανείς στα ανολοκλήρωτα γλυπτά του Γάλλου καλλιτέχνη Bruno Catalano.

Κι αυτά τα κομμάτια που λείπουν, να ξέρεις είναι εκείνα που άφησες πίσω στον τόπο σου, σε κάθε τόπο, όπου παραμένει ένα σημαντικό τμήμα του καθενός σας.