«Είμαι πάρα πολλά για να μην είμαι τίποτα και πολύ λίγος για να είμαι κάτι»… * * * * * «Ψάχνω να βρω λέξεις… που να "αγγίζουν" κι αγγίγματα που να μιλούν»…

30 Νοε 2014

Ύμνος στην ελιά, δέντρο-σύμβολο της ελληνικής γης…

Η Ελιά της Ελλάδας, πάντα δεμένη με τους μύθους...

Ένα υπέροχο οπτικό ταξίδι στους ελαιώνες της Κρήτης γεμάτο μνήμες, συγκίνηση, και την ψυχή της  Ελλάδας.
«The Olive Tree Will Always Be Here», δηλαδή «Η ελιά θα είναι πάντα εδώ» ο τίτλος του ολιγόλεπτου φιλμ, δημιουργία της Indigo View για την ελληνική εταιρεία εξαγωγών προϊόντων ελιάς και ελαιολάδου GAEA.
Ένας ύμνος στο δέντρο-σύμβολο της ελληνικής υπαίθρου. Μια ταινία μικρού μήκους για την σημασία της ελιάς για τους Έλληνες με αισθητική τελειότητα, δύναμη και ευαισθησία.

Μαγικές κινηματογραφικές εικόνες από μια φθινοπωρινή Κρήτη και από πρόσωπα βγαλμένα από μια άλλη εποχή.




25 Νοε 2014

Άρωμα νοσταλγίας κι εκείνα τ’ άπιαστα «θα»…

Είναι κάποια παρατημένα άλμπουμ ή κάτι κιτρινισμένα κουτιά όπου μέσα φυλάμε παλιές φωτογραφίες. Όλοι τα έχουμε. Είναι η ανάγκη που έχει ο άνθρωπος να διατηρεί το δικό του παρελθόν μέσα σ’ αυτά. Εκεί παλιώνει ο χρόνος μαζί με τα πρόσωπα, τις ημερομηνίες και τις αναμνήσεις. Έτσι ανάκατα.


Οι φωτογραφίες σαν στοιχειωμένα ίχνη, μου προσφέρουν τη δυνατότητα να βρίσκω εκεί τους ανθρώπους μου, τους φίλους μου, πρόσωπα που έχω λησμονήσει κι άλλα που δεν υπάρχουν πια. Στιγμές, γεγονότα, σπίτια, τόπους… Κοιτώντας τα, ξανά και ξανά, καταλαβαίνω ότι πολλά έχουν αλλάξει. Άλλαξα καταρχήν εγώ. Οι παλιές φωτογραφίες, για πολλούς είναι ενθύμια, για άλλους λάφυρα… 
Πιάνω τον εαυτό μου, συχνά, με μια νοσταλγική επιθυμία να τ’ ανοίξω, να τα ψάξω. Να θυμηθώ… Άνοιξα προ ημερών, ένα τέτοιο κιτρινισμένο κουτί με παλιές φωτογραφίες κι αμέσως ξεχείλισε τριγύρω μου ένα άρωμα νοσταλγίας. Άρωμα άλλων εποχών. Σ’ αυτό το μικρό κουτί, συνάντησα φυλαγμένη την ασήμαντη ρότα της ζωής μου. Τον απόηχο των ονείρων μου. Τα υστερόγραφά τους.

Πώς καταφέρνω πάντα να επικεντρώνω την προσοχή μου στα υστερόγραφα, ακόμα δεν το έχω εξηγήσει. Πώς σ’ ένα τόσο δα μικρό κουτί χώρεσαν τόσες στιγμές, ακόμα δεν το ’χω καταλάβει. Με τάραξαν αυτές οι παιδικές μου στιγμές που… ξαναζούσα. Τις περνούσα μια μια όπως ακριβώς τις είχε περάσει κι ο χρόνος. Όλες κάτι είχαν να μου διηγηθούν. Τις χάιδευα. Ποτέ δεν χάιδεψα έτσι μια ανάμνηση. Ποτέ δεν ακούμπησα το χέρι μου, με τέτοιο τρόπο, σε κάτι που πια δεν υπάρχει.

           Σε πολλές, έβλεπα τη δική μου φιγούρα, τα διάφορα πορτρέτα του εαυτού μου, ιδίως σ’ αυτές της εποχής λίγο πριν ξενιτευτώ. Όταν έκανα όνειρα, θέλοντας να πιάσω όλα εκείνα τα φανταστικά, τα… άπιαστα «θα» της ζωής μου. Όταν έδινα, στον εαυτό μου, τις μάταιες υποσχέσεις, φωναχτά και μ’ ένα απίστευτο θράσος: «Άμα μεγαλώσω, θα πάω, θα κάνω, θα δείξω, θα φτάσω, θα πάρω, θα έχω, θα είμαι, θα γίνω… Θα γίνω… ».


Απόψε καίω τις παλιές φωτογραφίες


Μηθυμναίος

22 Νοε 2014

Σε πλήρη σύγχυση…

         Είναι κάποια πράγματα που συμβαίνουν στη ζωή μας ξαφνικά κι απρόσμενα. Δεν ξέρεις πώς να τα δεχτείς και τι αποφάσεις να πάρεις. Απλά περιμένεις αμήχανος κι ανήμπορος γιατί δεν μπορείς να κάνεις τίποτα, καμιά απόφαση να πάρεις. Αλλιώς ήταν τότε, όταν νέοι θέλαμε να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας κι άνοιγαν μπροστά μας, σε κάθε μας βήμα, μονοπάτια, σταυροδρόμια με κατευθύνσεις κι ενδείξεις διαφορετικές. Και το κρίσιμο δίλημμα: ποιο ν’ ακολουθήσεις; Ποιο να ’ναι το σωστό; Τίνος προσταγή να ακούσεις, του νου ή της καρδιάς. Δυο τόσο σημαντικά όργανα –καρδιά και μυαλό– μα… τόσο «ξένα» μεταξύ τους. Κι αν το μονοπάτι που τελικά διάλεγες σ’ οδηγούσε σε αδιέξοδο, χαρά στο πράγμα, ήσουν νέος, η απογοήτευση ξεπερνιόταν, είχες απόθεμα δυνάμεων, τις μάζευες και… πάλι απ’ την αρχή. Τότε ναι. 
Η επιλογή, η όποια επιλογή τελικά, ήταν φυσικά δική σου. Τη δεδομένη στιγμή αυτό φάνταζε σωστό, αυτό έκανες. Αυτή την απόφαση πήρες. Με το νου ή με την καρδιά, τι σημασία έχει τώρα; Τι θα γινόταν αν;… Αναρωτιέσαι. Αν διάλεγες το άλλο μονοπάτι; Προσωπικά ήμουν και είμαι απ’ τους ανθρώπους που πάντα έδινα και δίνω τον πρώτο λόγο στην καρδιά. Φυσικά, αν δεν δώσει εντολές το μυαλό τίποτα δε σαλεύει, αλλά και η καρδιά αν δεν κάνει εκείνο το ρημάδι το τικ-τακ σταματάνε τα πάντα. Γι’ αυτό λένε πως η καρδιά γνωρίζει καλύτερα αυτά που η λογική αγνοεί! Κι εγώ με της καρδιάς την πυξίδα στο χέρι, έλεγα: τράβα μπροστά να χαθείς, έτσι κι αλλιώς τα όνειρα δεν είναι μπροστά, ούτε πίσω, μήτε δίπλα μας… Ταξιδεύουν μέσα μας! 
Τα χρόνια, ωστόσο, περνάνε κι εμείς αλλάζουμε. Οι δρόμοι που διαβήκαμε, τα σοκάκια που σεργιανήσαμε, τα όνειρα, οι επιθυμίες και οι αποφάσεις που πήραμε, αποτέλεσμα δικών μας επιλογών ήταν. Άφησαν, ασφαλώς, κάποια σημάδια μέσα μας να μας θυμίζουν τα σωστά ή τα λάθη… Τις εμπειρίες. Τη ζωή μας ολάκερη... Και την ελπίδα να μη ξαναγίνουν τα ίδια λάθη. Απλά, να γίνουν… άλλα λάθη…
Κι όταν βλέπεις, πλέον, πως ο δρόμος που έχεις αφήσει πίσω σου είναι πιο μακρύς από τον λίγο που έχεις μπροστά σου, χρειάζεται πολύ κουράγιο και αρκετή δύναμη για να συνεχίσεις να κυνηγάς τα όνειρα του μέλλοντος, αυτά που δικαιούσαι και σου αξίζουν…

Εν τω μεταξύ, απ’ το παράθυρό μου ατενίζω στον ορίζοντα αραιές νεφώσεις, ενώ ο υπόλοιπος ουρανός χαμογελάει από το πρωί. Κι εγώ παραμένω εδώ μετέωρος. Και… σε πλήρη σύγχυση.

12 Νοε 2014

Όταν η σιωπή γεννά, βγάζει τραγούδια...

Ο ουρανός ανάβει τα φώτα, τίποτα πια δεν θα 'ναι όπως πρώτα.
Ξημέρωσε πάλι. Κι έχεις χαθεί...
Άδεια η ψυχή μου το δωμάτιο άδειο κι απ’ το όνειρό μου ακούω καθάριο
το λυγμό σου να λέει: Όνειρο ήτανε, όνειρο ήτανε...
Μην ξημερώνεις ουρανέ...
Όνειρο ήτανε-Χάρις Αλεξίου

Ανάμεσα στο γέλιο και το δάκρυ φεύγουν οι μέρες μα δε βρίσκουμε την άκρη…
Ανάμεσα στο γέλιο και στο κλάμα συνάντησα και το δικό σου θαύμα…
Ανάμεσα στον ήλιο και τη μπόρα εκεί βρεθήκαμε κι εμείς σε λάθος ώρα…
… ανάμεσα στον ήλιο και τη μπόρα
Ανάμεσα στο γέλιο και το δάκρυ-Βασίλης Σκουλάς

Κοίτα εγώ αν θες να ξέρεις είμαι όλα αυτά που αναφέρεις
Μόνο που κάπου κατά βάθος όποιος με ξέρει κάνει λάθος
Του το κρατάω αυτού του κόσμου που δε μου ανήκει ο εαυτός μου
Γι’ αυτό τα δίχτυα που του ρίχνω είναι όσα θέλω εγώ να δείχνω
όποιος με ξέρει κάνει λάθος
Κοίτα εγώ-Νατάσα Μποφίλιου-Γιάννης Χαρούλης


Όταν ο Θεόφιλος, ο γνωστός λαϊκός ζωγράφος μας, ήταν στο Πήλιο, ένας ταβερνιάρης του ζήτησε να ζωγραφίσει στο ντουβάρι ένα άσπρο, περήφανο άλογο.
«Λυτό ή δεμένο το θες;» ρώτησε ο Μυτιληνιός.
«Τι διαφορά έχει;» αποκρίθηκε ο πονηρός Θεσσαλός.
«Λυτό κάνει είκοσι και δεμένο εκατό» διευκρίνισε.
Ο πελάτης τού ανέθεσε να φτιάξει το φθηνότερο· ηλιθιωδώς καθώς ο ζωγράφος, ούτως ή άλλως, δεν έπαιρνε πολλά και πληρωνόταν συνήθως εις είδος.
Δεν πέρασε πολύς καιρός και ο Θεόφιλος ξαναπέρασε απ’ το μαγαζί. Ο κάπελας του παραπονέθηκε πως το άτι ξεβάφει, τόσο ώστε κοντεύει να εξαφανιστεί απ’ τον τοίχο.
«Λυτό δεν το παρήγγειλες;» απόρησε ο καλλιτέχνης.
Κάπως έτσι ξεθωριάζουν οι αγάπες μας, οι φιλίες μας ακόμα και τα λόγια μας…
Μηθυμναίος