«Είμαι πάρα πολλά για να μην είμαι τίποτα και πολύ λίγος για να είμαι κάτι»… * * * * * «Ψάχνω να βρω λέξεις… που να "αγγίζουν" κι αγγίγματα που να μιλούν»…

29 Μαρ 2007

χρόνια που πέρασαν...

Μάτια καθάρια σε κοιτούν κι εσύ αφήνεσαι να σε διαπερνά η αγιότητά τους.
Τη γνωρίζουν οι στράτες, της μιλούν τ’ αγρίμια,
τη συντροφεύουν οι ερημιές του δάσους και τα πετρωμένα χωράφια.
Τα χρόνια ζωγράφισαν το πρόσωπο, άσπρισαν τα μαλλιά σαν τα χιονισμένα βουνά.
Πίσω από το βλέμμα της ο καημός για το χρόνο που τρέχει...
Εκείνη μετρά τα χρόνια της με τα ζωντανά της φύσης.
Άνοιξη, καλοκαίρι, εκείνη εκεί, φορτωμένη έγνοιες και σκοτούρες.
Ήσουν εκεί, κυρά μου, ζαλικωμένη το φορτίο της ζωής,
στον ίδιο βηματισμό,
κόντρα στα ξωτικά και την αγριάδα της ξερολιθιάς.
Φροντίζοντας τις λαβωματιές της ζωής.

Mithymnaios

24 Μαρ 2007

Ποιητικός... επίλογος

H ιδέα ομολογουμένως ήταν πρωτότυπη και ασυνήθιστη και γι’ αυτό προκάλεσε αίσθηση και συζητήθηκε. Αναφερόμαστε στην εκδήλωση στη μνήμη του νομπελίστα ποιητή Oδυσσέα Eλύτη που διοργάνωσε η Nομαρχία Λέσβου. Η ιδέα ήταν του καταξιωμένου Μυτιληνιού ζωγράφου Γιώργου Πέρρου, ο οποίος θέλησε να δώσει το δικό του «επίλογο» στην εκδήλωση με τη... βοήθεια των στίχων του Φαίδωνα Θεοφίλου.


«Όταν οι εξουσίες σκύψουν

τείνοντας το αυτί στα χείλη των ποιητών

το κέρδος δεν θα ’ναι που θα ακούσουν

μα που θα σκύψουν».


Tο μήνυμα σαφέστατο και ας ελπίσουμε ότι η εξουσία κάποτε κάποτε θα... σκύβει, όχι μόνο για να ακούει τους ποιητές, αλλά και τους απλούς ανθρώπους, το λαό. Και αυτό είναι το μεγαλύτερο κέρδος και για την εξουσία!

Από το ΕΜΠΡΟΣ

20 Μαρ 2007

Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης

Η Εταιρεία Συγγραφέων το 1998 καθιέρωσε ως Ημέρα Ποίησης, την 21η Μαρτίου, ημέρα της Εαρινής Ισημερίας-αρχή της άνοιξης. Κι από το 2001, ύστερα από εισήγηση του Βασίλη Βασιλικού, η UNESCO την υιοθέτησε σαν «Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης».
Και όπως ξέρουμε "η Εαρινή Ισημερία είναι η στιγμή που ισορροπεί το φως με το σκοτάδι, ένα σημείο σταθερό στον κύκλο του χρόνου, υπόμνηση του αιώνιου μέσα στο εφήμερο, του παντοτινού μέσα στο μεταβαλλόμενο: όπως ακριβώς είναι και η Ποίηση".
Και επειδή αυτός που με μύησε στην Ποίηση και με έκανε να την αγαπήσω μέσα από τα βιβλία του ήταν ο λεπτεπίλεπτος Μήτσος Τσιάμης, θα ήθελα να αφιερώσω ένα δικό του ποίημα*, σήμερα, σε όλους και μ’ αυτό τον τρόπο να συμβάλλω κι εγώ στην μεγάλη αυτή ημέρα:

Το βράδυ θα γυρίσει το προσκέφαλο/ στις άλλες έγνοιες.
Τώρα μπορείς να εμπιστευθείς στο φως/ την προσευχή σου...
Απ’ τ’ ανοιχτό παράθυρο, θα μπει το νέο φεγγάρι.
Το φως, βαθαίνει τις ρωγμές/ στα κράσπεδα της μνήμης...

Απλώνω τα χέρια μου προς τη θάλασσα,/ για να σ’ αγγίξω-
Έτσι σφιχτά όπως στ’ όνειρο,/ τόσο ζεστά
όπως τότε που κύτταζες τη ζωή-
με της ήβης την αγωνία στα μάτια...

Με τα ίδια χρώματα πάλι
προσπαθώ να σε ζωγραφίσω.
Για να κυττάζεις ακόμα πιο μακρυά
απ’ αυτό το ηλιοβασίλεμα που τελειώνει-
απ’ αυτό το ανέβασμα που σε κάνει,
παντοτεινά, να χαμογελάς...

Πίσω από μια σκιά ένα φως/ και μες το φως, μεσουρανεί το βλέμμα σου!
Πίσω από μια πτυχή νερού, καθάριο σαν πηγή, το γέλιο σου-
Γύρω, μπροστά, παντού, γυμνή, ολόρθη η παρουσία σου!
Σε ποια στήλη φωτός, να γράψω τ’ όνομά σου;

Τα χείλη σου, υγραίνουν τη θάλασσα,/ τα μάτια σου, ζεσταίνουν τον ήλιο!
κι από το φως,/ στη φαντασία πλασμένο είναι το σώμα σου.
Τα δυο σου χέρια, στους αστερισμούς,/ για πάντοτε υψωμένα...
κι αν είναι από τη γήινη σιωπή σου να ντυθείς,
το λέω, πως αρμονία θα σ’ ονομάζουν...

Ψηλά/ κι απ’ του μεσονυχτιού, τα δώδεκα καμπαναριά,
κι από των ποιητών, την κατακόρυφη στιγμή-/ ακόμα πιο ψηλά!
μες τα κλειστά βιβλία σ’ αναζητώ,/ και σε δυο κρίνων τη σιωπή,
στων στίχων, την αστροφεγγιά...

Δεν χρειάζεται να έχεις σχέση με την ποίηση για να συγκινηθείς. Η ποίηση αναπληρώνει αυτό που δεν μπορείς να ζήσεις.
Mithymnaios

* «Η σιωπή της Ελένης» από τη συλλογή του «Η Τελευταία Πανσέληνος»

15 Μαρ 2007

Παλιά κιτρινισμένα χαρτιά

Είναι κάποιες στιγμές που δεν αναγνωρίζεις τον εαυτό σου, έτσι όπως έχεις γίνει. Προσμετράς τα λάθη σου, απορείς με το τι ανέχτηκες, εξοργίζεσαι με το πόσο υποχώρησες. Δυσκολεύεσαι να θυμηθείς το γιατί. Είναι κάποιες στιγμές που σε πιάνει ένα τελείως παιδικό παράπονο για το γεμάτο όνειρα και ζωή παιδί που άφησες να κλέψουν.
Κατά καιρούς έχω την ανάγκη να επιστρέφω στους παλιούς μου ρυθμούς. Κάτι ξυπνάει μέσα μου από το παρελθόν όχι απαραίτητα συγκεκριμένες μνήμες, αλλά σίγουρα μια νοσταλγική διάθεση. Απλώνω παλιά κιτρινισμένα χαρτιά και ταξιδεύω.
Βρίσκομαι σ’ ένα αδιάκοπο καθημερινό πήγαιν’ έλα, άναρχο, απείθαρχο, που υπακούει στους δικούς του κανόνες και τρέφεται με τη διάθεση κάποιων να διαφυλάξουν ίσως το πιο όμορφο διάλειμμα μιας συνηθισμένης μέρας.
Mithymnaios