Το εξήγησα στην προηγούμενη ανάρτηση με το
ημιτελές κείμενό μου. Η τελευταία παράγραφος του οποίου εξαλείφθηκε. Εξ
ολοκλήρου. Άλλωστε το υποσχέθηκα: «δεν θα αναφέρω το
παραμικρό για την τελευταία παράγραφο». Τότε έφταιγε η ώρα (12:57’ ακριβώς!) μεσημεριάτικα. Ναι, ήταν η ώρα
και… η ανελέητη
κάψα του Ιουλίου.
Τώρα είναι αλλιώς, καταμεσής
ενός ετοιμόρροπου πλέον απογεύματος,
περασμένες οκτώ – εννιά παρά κάτι, ο ήλιος έδυσε, βάφοντας τα χαρακώματα του ορίζοντα μ’ ένα απαλό πορτοκαλί χρώμα. Πορτοκαλί προς
βιολετί. Μια γλυκιά απόχρωση γαλήνης, θαυμασμού και συγκατάβασης. Άλλαξε άρδην η διάθεση. Τώρα ναι,
έχει λόγους η ημέρα να τραβάει σε μάκρος. Στέκομαι, με επιφύλαξη, ανάμεσα στα δύο ενδεχόμενα: να επαναφέρω την τελευταία
παράγραφο εδώ ή όχι; Συγκλίνω προς το όχι. Ας την αφήσω, σιγά μη και χάσει η
Βενετιά βελόνι… πάμε για άλλα.
Εν τω μεταξύ, αυτά
τα άλλα των σκέψεών μου, επιμένουν, κάθε φορά, να συνωστίζονται στον ίδιο
μονόδρομο, αλλού εγώ κι αλλού εκείνες. Το συνηθισμένο ντεκόρ κυλάει στις
τροχιές μιας γλυκιάς διαδρομής αλλόκοτων συναισθημάτων, όπου, συνήθως,
εκτυλίσσεται το έργο της ζωής μου. Κάπως έτσι συμβαίνει, μια σκηνή, ένα τυχαίο συμβάν,
μια αναπόληση, μια λεπτομέρεια τα κάνει όλα καλύτερα, πιο βολικά, πιο τρυφερά,
πιο πιασάρικα. Έτσι μου φαίνεται και έτσι είναι.
Τι να λες; Τι να θυμάσαι; Μια από τα ίδια και πάλι. Μάλλον σε νοσταλγία το γυρίζει… Πού αλλού; Από τις καλά
φυλαγμένες περγαμηνές της μνήμης κι απ’ όλες τις οδούς, επέλεγα, ανέκαθεν, τη συντομότερη:
εκείνη των αναμνήσεων. Αυτή διαβαίνω, εκεί είναι οι στενές επαφές μου, οι
σχέσεις και οι εξαρτήσεις μου.
Κι απέναντι στα πορτοκαλί προς βιολετί χαρακώματα του ορίζοντα, αποσιωπητικές εικόνες οι σκέψεις μου, κρέμονται στα κλωνάρια ενός ημιτελούς δειλινού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ωραίες που ’ναι οι αγκαλιές κι ας ζωγραφίζονται μόνο με λόγια...
Σας ευχαριστώ!