Δε
λέω, μπορεί να «σκαλώναμε» κάποτε σε διάφορα εμπόδια και όντως συχνά έτσι
γινόταν, τελικά όμως αυτά έδιναν από μόνα τους λύσεις. Γέμιζε ο τόπος από
περισσευούμενους που ονειρεύονταν να γίνουν απαραίτητοι. Και τι να πάρεις από
αγκαλιές δίχως ουσία;…
Οπότε,
αναγκαστικά ξαναμοιράζαμε τα πρόσωπα, τροποποιούσαμε τις σχέσεις, και ήταν οι
αληθινές αυτές που χάραζαν και καθόριζαν τις ομαλές διαδρομές μας. Βρίσκαμε την
άκρη κι αρχίζαμε να φιλοδωρούμε, με γενναιόδωρη, αστείρευτη κι ανέξοδη αγάπη δυνατά
αισθήματα που δεν χωρούσαν διάψευση. Θαρρούσες και ξεπηδούσαν όλα τα
όμορφα απ’ την καρδιά και γέμιζε ο τόπος «αγαπώ».
Έτσι
–ας μου επιτραπεί ο χαρακτηρισμός– συγγένευαν οι ψυχές μας.