«Είμαι πάρα πολλά για να μην είμαι τίποτα και πολύ λίγος για να είμαι κάτι»… * * * * * «Ψάχνω να βρω λέξεις… που να "αγγίζουν" κι αγγίγματα που να μιλούν»…

31 Οκτ 2016

Στη διάθεση του χρόνου

Κάθε ξημέρωμα 30 του Οκτώβρη 
θαρρείς κι αρχίζει ο χειμώνας. 
Παρεμβάλλεται, πρώτο πλάνο 
στο παράθυρο με το που φέγγει…  
Όλη την εβδομάδα μας προέτρεπαν
Βάλτε τα ρολόγια μια ώρα πίσω. 

Μια πικρή, αδιαπραγμάτευτη 
κι αυθάδικη νομοτέλεια 
στη διάθεση του χρόνου. 
Ενός χρόνου αιωρούμενου 
στο απέραντο πουθενά 
και στο απροσμέτρητο τίποτα. 
Αυταπάτη που παραπέμπει 
σε μια παραλλαγή της πραγματικότητας 
υπακούοντας και υποκύπτοντας 
στα προστάγματά της. 
Τέτοια που κάνει τις μέρες 
να ξεκινάνε πιο αργά 
και τ’ απογεύματα να γίνονται νύχτα 
πριν την ώρα τους.

Κι ας τολμήσει να το πει κανείς ασήμαντο.


27 Οκτ 2016

Αιώνια χρεωμένοι…


           Με κορώνα και πρόσχημα το αχανές τοπίο που γενναιόδωρα μας παραχώρησαν (φυσικά δίχως τίτλους και συμβόλαια, και συνάμα ελευθερωμένη την επικαρπία) πορευτήκαμε –όλοι θαρρώ– κάνοντας κανονική καταπάτηση με δικαιώματα και κωδικούς. Γενναιόδωροι αυτοί – τυχεροί εμείς! Έτσι το βίωνα!
        Κάποτε, προσωπικά το έπαιξα και ειδήμων! Επεκτάθηκα μέσα στη νόμιμη και παραδεκτή περιοχή. Προσφέρθηκα αφειδώς (ειδήμων είπαμε…) και το χαιρόμουν όλο αυτό το ξόδεμα. Όμως, αλλιώς τα λογάριαζαν η τύχη και οι ευεργετημένοι. Ήμουν των ενάρξεων τότε, κι όχι των λήξεων… όπως τώρα. Απογοητεύτηκα!


Γι’ αυτούς αναπόφευκτα θα παραμένουν και θα σαλεύουν σε κάθε αντίκρισμα της οθόνης τους σημαία και τιμωρός– το «δημιούργημα» και… κατ’ επέκταση, ο «δημιουργός». Θα υπάρχει εκεί, εσαεί παρούσα και θα παρελαύνει μπρος στα μάτια τους  κληρονομιά και παρακαταθήκη  η σκιά της θολωμένης εικόνας.
           Αιώνια χρεωμένοι…


Τέλος θα ’θελα να πω και το ξεκαθαρίζω ότι την ευγένεια έμαθα να την δίνω παντού και… τον σεβασμό εκεί που αξίζει.







20 Οκτ 2016

Δε βαριέσαι… Ποιος νοιάζεται…



Ανέκαθεν προσέγγιζα και προσεγγίσω το τόλμημα και το κάθε θέμα με συναίσθημα και το έθετα όπως κάνω και τώρα σε καθαρά προσωπική βάση. Ποτέ δεν το απαρνήθηκα αυτό.
Αναπαράγω –ως φωνή της συνείδησής μου και εκθέτω με ορθάνοιχτα τα μάτια και ξεκούμπωτες τις αισθήσεις, τον κόσμο μου. Έναν κόσμο που ξεδιπλώνεται και γίνεται οίστρος. Ο οίστρος της ψυχής μου. Πάντα θα έχω στο νου και θα θυμάμαι αυτό που μια φίλη μου έλεγε: «Όποιος δεν ακολουθεί την ψυχή του… τη χάνει». Κι εγώ, για κανένα λόγο, δεν θέλω να τη χάσω.
Δεν είναι που τότε όλα ήταν υπέροχα, είναι που περνάει ο χρόνος. Αντιλαμβάνομαι, έντονα πλέον, το συνειδητό κύλισμά του. Από δω κι εμπρός τα χρόνια αρχίζουν και κλέβουν, δίνουν λίγα και παίρνουν πολλά! Αυτός θα γράφει, η ζωή θα περνάει...
Με ξεπερνάει ο άτιμος!


Κάθε χρόνο μεγαλώνω, βιώνω πιο άδειος, χωρίς ν’ αγγίζω το θάρρος της άγνοιας που όπλιζε κάποτε τη θέλησή μου, καθώς με τα χρόνια παραξενεύει κανείς. Δε βαριέσαι… Ποιος νοιάζεται;… Λεπτομέρειες, θα μου πείτε, ναι, αλλά μερικές φορές οι λεπτομέρειες διαμορφώνουν και την ουσία.
Με τον καιρό όμως, μιας και οι καιροί ξανάγιναν μικρόψυχοι και στεγνοί, παύει κάπως αυτό και η ανάγκη της σιωπής μες στο πολύβουο παρόν με κάνει να… συστέλλομαι απειθάρχητα. Δεν έταξα δα και… αιωνιότητα. Πολλά και διάφορα –άλλοθι των πιστεύω μου, θα τα έλεγα– κυριεύουν κάθε διαφυγή μου. Και τότε χάνομαι! Σπάω την εξάρτιση. Ωστόσο, βιώνω! Είμαι και παραμένω εδώ!
 

14 Οκτ 2016

Χάδι απαλό…



«πόσον ουρανό καταπάτησε μια χρυσαφιά γραμμή
 ποιαν κοκκινομάλλα δύση εμνηστεύθη
ρομαντικό πορτοκαλί εν ολίγοις» 
Κική Δημουλά

Μαγικό απόγευμα, γενναιόδωρο! Χαρίζει αφάνταστη ομορφιά, αξόδευτη αγάπη και μπόλικη τρυφεράδα. Όμορφο του φθινοπώρου δείλι, «σαν τρομαγμένη απορία», με όσο απόθεμα μελαγχολίας μπορεί να σέρνει. Αγγίζει γλυκά. Τόσο που… ξυπνά αντιφατικά αισθήματα. Γεννά ανάγκες. Μεσολαβεί και μετατρέπει. Συνθέτει και καταθέτει άλλη γραφή κι άλλη ανάγνωση. Γίνεται χάδι απαλό στο πλέον άφθαρτο μέρος του εαυτού μας: στην ψυχή!

8 Οκτ 2016

Αγάπες λιγομίλητες…

Δείχνει να ’ναι φορτωμένος και πάλι ο καιρός. Με διλήμματα. Αναποφάσιστος! Κι όσο να πεις μουντό και άχαρο το σκηνικό, όχι, ότι μας ένοιαξε, αλλά αυτόν έχουμε. Κι ο χρόνος ήρεμος, κυλά χωρίς να αιφνιδιάζει. Συμβιβαζόμαστε. Άλλωστε σε φθινόπωρο βρισκόμαστε…
Και τούτες οι γειτονιές με τα καλώδια –μια χούφτα κόσμος– «μαχαίρια που αλληλοτροχίζονται». Δεν μείναμε και πολλοί.
Απογοητευμένοι από την ειλικρίνεια (που πάντα ξεγελάει) βρίσκουμε εάν βρούμε παρηγοριά στο ψέμα. Έτσι εξαργυρώνουμε τα λάθη.
Με το απόθεμα μελαγχολίας που σέρνει ο καθένας δίνει στη σιωπή άλλη αξία.
Πως αλλάζουν κάποια πράγματα… Πάντα ανάλογα με τα φεγγάρια και τα κέφια μας. Όσο να πεις, είναι και εκείνη η υγρασία που μουλιάζει –και τελικά ξεβάφει– λόγια, σκέψεις και πικρές αλήθειες.

Άλλαξαν τα δεδομένα και οι πρακτικές. Ο καθένας τραβήχτηκε εκεί που ανήκει. Γίνεται αυτό που είναι έχοντας την απόλυτη συναίσθηση ότι αυτό που παίζει στην κιθάρα του είναι το δικό του τραγούδι. Του ανήκει. Κι ολόγυρα ωκεανός δίχως υπόσχεση στεριάς.


Ξεχάστηκα κι είναι αργά. Σωριασμένες ένα γύρω οι αντιστάσεις... Και παραδίπλα, στην τσακισμένη σελίδα (κάθε –μα κάθε– φορά πιο αγαπημένη) η Αλκυόνη Παπαδάκη να επιμένει:

Η αγάπη δεν είναι μπακάλικο.
Να μετράς τι έδωσες εσύ. Τι εγώ. Τι ο άλλος.
Ή δίνεις την ψυχή σου και βγάζεις τον σκασμό,
ή κάτσε στη γωνίτσα σου και μέτρα τι δεν πήρες.