«Είμαι πάρα πολλά για να μην είμαι τίποτα και πολύ λίγος για να είμαι κάτι»… * * * * * «Ψάχνω να βρω λέξεις… που να "αγγίζουν" κι αγγίγματα που να μιλούν»…

25 Ιουλ 2011

Δείγματα γραφής...

Επειδή είναι ωραίο ν' αφήνεις πότε πότε τις λέξεις να σε ταξιδεύουν και ειδικά στη φτωχή από ποιητές (και ποιήματα) εποχή μας, και φυσικά παίρνοντας αφορμή από τα λόγια του Βασίλη Αναγνωστόπουλου που έλεγε πως το ποίημα δεν ανήκει στο δημιουργό, ανήκει σε όποιον το πλησιάζει, το διαβάζει, το κατανοεί και ταξιδεύει παραπέρα μαζί του, καταθέτω εδώ τρία δείγματα γραφής του Ιγνάτιου Ταγγούλη από την ανέκδοτη ποιητική συλλογή του «Μπου».

Κι επειδή, ευτυχώς ακόμη, ύστερα από τόσα δεν έχει στεγνώσει η ψυχή μας, ας τους ρίξουμε έστω μια ματιά μήπως και προλάβουμε.


Αν
Αν έστω για μία στιγμή είχες ακούσει
Τα piannisimo της αγάπης μου
Αν έστω για μία στιγμή είχες δει
Το δένδρο χωρίς το μήλο
Χωρίς το σχοινί, χωρίς τον σταυρό
Αν έστω για μία στιγμή είχες πιάσει
Το χέρι μου και όχι το καρφί
Τώρα,
Θ’ απολογούμασταν αγκαλιασμένοι
Έξω απ’ τα κρατητήρια των παραδείσων.



Μάταιος ορισμός
Ποίηση δεν είναι η ομοιοκαταληξία αυτού του κόσμου.
Ποίηση ίσως θα ήταν τ’ όνειρο που αποκοιμιέται
Στ’ άγρυπνο μάτι των ζώων πριν την σφαγή
Ή
Το Αύριο βιωμένο ενδοφλεβίως
Με ανεπιφύλακτη παραδοχή θνητότητας
Κι όλα μου τα σκοτάδια δικαιωμένα
Στην ξέφρενη λιακάδα του μυαλού
Αφού κάποτε
Αδέξια ψυχασθενείς θα συναινέσουμε σε όλα
Εξόριστοι σε πυρπολημένα κυπαρίσσια
Καβάλα σε στιλπνούς θανάτους.

Ποίηση δεν είναι ούτε θα μπορούσε να ήταν ποτέ.



Νυχτερινό
Πες μου, αλήθεια, άγγελε
Ποιός σ’ έστειλε σ’ εμένα
Και ξαγρυπνάς στο πλάι μου με μάτια βουρκωμένα;
Ποιό είναι το βρέφος που κρατάς σφιχτά στην αγκαλιά σου
Και κάθε νύχτα που ξυπνά τσακίζει τα φτερά σου;

Πες μου, αλήθεια, άγγελε
Ποιό είναι τ’ όνομά σου
Και πάνω στο προσκεφάλι μου μιλάς με τον θεό σου;
Με τούτο το φτηνό κρασί θέλεις να με μεθύσεις
Και προσπαθείς παράδεισους ξανά να μου πουλήσεις.

Πες μου, αλήθεια, άγγελε
Γιατί κρατάς μαχαίρι;
Αυτό το σώμα που κρατάς είναι παιδιών λημέρι
Που μέσα σε χαλάσματα θλιμμένων χρυσανθέμων
Σκυλεύουνε τον θάνατο με χάρη ερωτευμένων.

Πες μου, αλήθεια, άγγελε
Αν ξέρεις τον βαρκάρη
Να μου δανείσεις αν μπορείς τα ναύλα να με πάρει
Μέσα στην κρύα βάρκα του το χέρι θα απλώσω
Θα με περάσει απέναντι κι εκεί θα τον σκοτώσω.

Άγγελε, φύγε να χαρείς
Μην στέκεις στην ζωή μου
Δεν θέλω το ταξείδι σου ούτε να ’ ρθεις μαζί μου
Θέλω ανθρώπου φορεσιά θέλω ανθρώπου πάθη
Θέλω εκείνη που αγαπώ και φύγε προτού να’ ρθει.

Ο Ιγνάτιος φαίνεται να ακολουθεί τα χνάρια του παππού του Ιγνάτιου Κανδύλη, που αν κι ένας απλός υποδηματοποιός, ήταν ένας πνευματικός άνθρωπος πάντα μέσα σε όποιο πολιτιστικό συμβάν του χωριού μας. 
Μηθυμναίος

23 Ιουλ 2011

Στο ίδιο έργο θεατές

Στο ίδιο έργο θεατές, χαμένης νύχτας εραστές
Με μια κιθάρα στης Αθήνας τον εξώστη
Από το σήμερα στο χτες, της απουσίας φοιτητές
Με έναν ήχο στην ψυχή ναυαγοσώστη

Ό,τι ακούω να ακούς, μέσα σε κόσμους μυστικούς
Θ' ανακαλύψεις μια πατρίδα ξεχασμένη
Παραδομένη στους καιρούς και σε πελάτες πονηρούς
Σε συμπληγάδες μια ζωή παγιδευμένη

Στο ίδιο έργο θεατές, εσύ και εγώ τραγουδιστές
Φανατικοί της πιο φευγάτης εξουσίας
Οι ήχοι μας διαδηλωτές και τα στιχάκια εμπρηστές
Αυτό το έργο είναι παιχνίδι φαντασίας

Σενάριο χωρίς πλοκή, της ιστορίας εμπλοκή
Αυτά τα χρόνια που χρεώθηκες να ζήσεις
Με ποια τραγούδια να σωθείς, με ποιους δικούς σου να βρεθείς
Και ποιάν αλήθεια τώρα πια να μαρτυρήσεις

Θα βρούμε αλλιώτικους ρυθμούς στου τραγουδιού μας τους γκρεμούς
Θα περπατήσουμε κι απόψε ακροβάτες
Μέσα από λόγια και λυγμούς, της εποχής μας τους χρησμούς
Θα ξεχωρίσουμε απ' τις οφθαλμαπάτες

Στο ίδιο έργο θεατές, εσύ και εγώ τραγουδιστές
Φανατικοί της πιο φευγάτης εξουσίας
Οι ήχοι μας διαδηλωτές και τα στιχάκια εμπρηστές
Αυτό το έργο είναι παιχνίδι φαντασίας

Στο ίδιο πάντα σκηνικό και στης ψυχής τον πανικό
Απόψε πνίγομαι, χρειάζομαι αέρα
Θέλω ν' αρχίσω από 'δω, αλλιώς τα πράγματα να δω
Να πω στον κόσμο μια δική μου, μια δική μου "καλησπέρα"

Οι προφητικοί τούτοι στίχοι είναι του Αντώνη Ανδρικάκη

Το παρακάτω βίντεο είναι από ζωντανή ηχογράφηση στο «Αττικόν» το 1991
Τραγουδούν: Γιώργος Νταλάρας και Βασίλης Παπακωνσταντίνου




Μηθυμναίος

17 Ιουλ 2011

Σοφά κι Ανώνυμα…

Τρία πράγματα στη ζωή δεν γυρίζουν πίσω:
Ο Χρόνος, η Κουβέντα που είπες και… οι Ευκαιρίες.

Τρία πράγματα μην αρνηθείς στη ζωή:
Την Ηρεμία, την Εντιμότητα και… την Ελπίδα!

Τρία πράγματα φθείρουν τη ζωή:
Ο Εγωισμός, η Υπεροψία και… ο Θυμός.

Τρία πράγματα στη ζωή δεν είναι της επιλογής μας:
Τα Όνειρα, η Επιτυχία και… η Μοίρα.

Τρία κοσμήματα στολίζουν τη ζωή μας:
Η Αγάπη, η Οικογένεια και… οι αληθινοί Φίλοι.

Μηθυμναίος

14 Ιουλ 2011

Είναι τόσα πολλά...

Είναι κάτι λόγια, ανάκατα, ατίθασα, προκλητικά που ακούς τριγύρω σου, καθώς βαδίζεις. Απόμακροι ήχοι, ψίθυροι... Λόγια που, σα φευγαλέες εικόνες, σε παίρνουν στο κατόπι, στα βήματά σου, στις τρεχάλες, στις στάσεις και στις αναμονές σου.
Λόγια του αέρα που σε συνοδεύουν, που άκουσες, που λέγονται... για να ειπωθούν κι ο καθένας τα ορίζει και τα νιώθει όπως νομίζει. Σε ζαλίζουν. Τα παραμερίζεις κι αυτά σε προσπερνούν… αλλά μένει ο απόηχος, το μουρμουρητό στ’ αυτιά σου. Λόγια που εξατμίζονται χωρίς ν’ αφήνουν κάτι. Μένει η σιωπή. Την αφουγκράζεσαι. Δεν θέλουν λόγια τα λόγια για ν’ ακουστούν. Υπάρχει και της σιωπής ο ήχος. Ίσως κάποιοι να μην τον ακούν…


Είναι κάτι μικρές χαρές, μικρά «τίποτα», δώρα ζωής που ακουμπάν τη ψυχή σου και σου προσφέρουν ανάσες. Είναι κάποιοι φίλοι, που γνωρίζουμε, παραγνωρίζουμε, διαλέγουμε και προχωράμε. Είναι κι εκείνο το τραγούδι που σιγοψιθυρίζεις, σου κολλάει και δεν θυμάσαι μήτε τον τίτλο, μήτε τους στίχους. Είναι το τηλέφωνο που χτυπάει.


Είναι εκείνη η παράγραφος στη σελίδα τάδε, κάποιου βιβλίου που δεν θυμάσαι τον τίτλο. Είναι οι σημειώσεις που κρατάς στα μικρά χαρτάκια… κι ολοένα τα χάνεις. Είναι τόσα πολλά. Ευτυχώς που η καθημερινότητά μας δεν στερείται από ερεθίσματα. Δεν λείπουν. Όλο και κάτι θα μας κάνει εντύπωση, κάτι θα μας αγγίξει, φτάνει να έχουμε γενναιόδωρη ψυχή, όχι τσιγγούνικη.

Μηθυμναίος

10 Ιουλ 2011

Τα ξεχασμένα «σ’ αγαπώ», τ’ ανείπωτα

Συμβαίνει κάποιες φορές, να ξεπετάγονται μπροστά στα μάτια μου, ένα σωρό λέξεις και γράμματα που χοροπηδάνε, πηγαινοέρχονται, αιωρούνται στο κενό, ανταλλάσουν χειραψίες μεταξύ τους. Ψάχνουν να βρουν το ταίρι τους, να ενωθούν να κάνουν φράσεις. Να γίνουν λόγος!
Τις προάλλες ένα γράμμα μονάχο του, ένα «σ» ήταν, πάνω στο χοροπήδημα καθώς στριφογύρναγε ψάχνοντας συντροφιά… ήρθε και κόλλησε σε μια μόνη κι όμορφη λεξούλα και… την έκανε ομορφότερη!
Τα δυο τους μαζί έφτιαξαν ένα «σ’ αγαπώ»!


Κι ύστερα άρχισαν να ’ρχονται ξοπίσω του κι άλλα τέτοια, ένα σωρό «σ’ αγαπώ», μα δεν ήταν σαν εκείνο, τούτα μου φάνηκαν θλιμμένα... Με παράπονο μου ζητούσαν εξήγηση, σα να ’θελαν να πάρουν εκδίκηση.


Ήταν όλα εκείνα τα ξεχασμένα «σ’ αγαπώ», τ’ ανείπωτα! Τα δίχως παραλήπτη… Αυτά που παραμέλησα, που δεν ειπώθηκαν, δε δόθηκαν, δεν εκφράστηκαν ποτέ, αλλά και δε ξεθώριασαν στο χρόνο. Αυτά που δείλιασα, κάποια στιγμή, να πω. Στους γονείς μου, στους φίλους… στους έρωτες! Έμειναν εκεί μέσα βαθιά μου και περίμεναν…
Μα... τώρα βάλθηκαν να με παιδεύουν. Νιώθω μια ενοχή απέναντί τους…


Πόση αγάπη, αλήθεια, μένει και τεμπελιάζει στην καρδιά μας; Κι ενώ την έχουμε και υπάρχει για να ξοδεύεται, να φτάνει εκεί που πρέπει, να πηγαίνει εκεί που είναι να πάει. Λίγο ν’ ανηφορίσει, απ’ την καρδιά στα χείλη… Να ειπωθεί… Τι στο καλό μια στάλα απόσταση είναι…

Αναρωτιέμαι… αν το ’χετε αισθανθεί κι εσείς…



6 Ιουλ 2011

Ένα κομμάτι τόπος…

Αφιερωμένο στον Αντώνη!
Φανατικό λάτρη και φλογερό εραστή, όπως κι εγώ,
για την αστείρευτη αγάπη του
και την απρόσμενη λατρεία του για τη Μήθυμνα!

Κλείνω, που λες Αντώνη, τα μάτια μου και τη φαντάζομαι μέσα στην πολύχρωμη φορεσιά και… τα πλουμίδια της.

Η απόλυτη αποθέωση της ομορφιάς. Τι να πρωτοθαυμάσω…

Το γκρίζο της πέτρας του κάστρου και των σπιτιών που δένει τέλεια με το κεραμιδί της τερακότας στις στέγες και το βυσσινί στα ξύλινα σαχνισίνια και τα παραθυρόφυλλα;


Το κόκκινο των γερανιών στα πεζούλια και στα μπαλκόνια; Το άσπρο των γιασεμιών στις αυλές; Το πράσινο των νυχτολούλουδων στα σοκάκια; Το χρυσαφί της Εφταλούς;…

Ή το απέραντο γαλάζιο της θάλασσας που απλώνεται μπροστά της και σταματά εκεί όπου συναντά του ορίζοντα την αρμονία;

Ή ακόμη το γλυκό -πότε μενεξελί και πότε ροδαλό- χρώμα, καθώς ο ήλιος δύει αντίκρυ της και χάνεται στο σύθαμπο του Αιγαίου.

Πόσο γενναιόδωρος είναι, τελικά, ο Θεός, Αντώνη μου, όταν απλόχερα μας χαρίζει αυτό το ουράνιο τόξο εφήμερων χρωμάτων και πόσο τυχερός ο άνθρωπος… που μπορεί να απολαμβάνει και να χαίρεται κάθε μια από τις θαυμάσιες πινελιές στον πολύχρωμο πίνακα της ανόθευτης νησιώτικης φύσης.


Όλα τα χρώματά της και τ’ άλλα των ανθρώπων προσδίδουν μια ιδιαίτερη μαγεία, μονολογούν και νανουρίζουν τα όνειρα μας τα βράδια.  Κι όλο το φως, που απ’ το πολύ του μέθυσαν ο Δάφνις και η Χλόη, συμπληρώνουν αρμονικά το παζλ, της γνώριμης εικόνας του γενέθλιου τόπου μας. Της Μήθυμνας, που, αναμφίβολα είναι ένα κομμάτι τόπος που αναπαύεται στο βυθό των ματιών μας, ενίοτε και της ψυχής μας, Αντώνη.
Μηθυμναίος

4 Ιουλ 2011

Τσαλακωμένα «σ’ αγαπώ…»


Πώς να μαδήσεις  μια τσαλακωμένη μαργαρίτα;…


… αν είναι να σου βγάλει τσαλακωμένα σ’ αγαπώ;…