Στη χαμένη θαλπωρή των όμορφων στιγμών μας, δεσμώτες μιας άθλιας επαναλαμβανόμενης καθημερινότητας, πιάνω το εαυτό μου να ζητιανεύει στιγμές μοναξιάς και στο μυαλό μου να στριφογυρίζουν διάφορα… Συμβαίνει να θέλεις να αδειάσεις από μέσα σου όλες τις έγνοιες που συμμαζεύονται και βασανίζουν τα σωθικά σου. Και πώς γίνεται να μην έχει έγνοιες κανείς, όταν καθημερινά δεν υπάρχει τρόπος, με τα όσα συμβαίνουν γύρω μας –όσο άσχετος και να είσαι, όσο κι αν θέλεις να μη δίνεις σημασία– να αποφύγεις αυτό το αδιανόητο φόρτωμα που σε αναγκάζουν να επωμίζεσαι. Κι αυτό σιγά σιγά γίνεται βάρος ασήκωτο. Καταλαμβάνει, όλο και πιο πολύ, το λίγο χώρο που έχεις αφήσει μέσα σου για να τον χαίρονται οι ξεγνοιασιές… Ποιες ξεγνοιασιές θα μου πείτε. Πόσοι τις έχουν; Και να τις έχεις, τώρα δε σε αφήνουν οι «εξωτερικοί παράγοντες» να τις χαρείς.
Παράξενο, μικρό καλοκαίρι, μοιρασμένο –θέλοντας και μη– σε αντιστάσεις, διαψεύσεις, διλλήματα, πισωγυρίσματα, σιωπές, αδιέξοδες σχέσεις, προδοσίες, ψευδαισθήσεις και τεμαχισμένες αναλήψεις. Παράξενο, μικρό καλοκαίρι…
Τέτοιες στιγμές, στα στενάχωρά μου, βρίσκω αποκούμπι στο διάβασμα. Σε σελίδες βιβλίων βρίσκω το «κάτι» που χρειάζομαι για να αμυνθώ. Χάνομαι ανάμεσά τους, ξέροντας πως στο τέλος σ’ αυτές θα βρω την απάντηση για να αντιμετωπίσω την αγριάδα του κόσμου…
Η χαμένη χαρά, η χαμένη ελπίδα, η ανασφάλεια, η υποψία έχουν γίνει πλέον συνταξιδιώτισσες στη δύσκολη πορεία και συγκάτοικοι της καθημερινότητάς μας. Παραίτηση, αποχή και απεξάρτηση από τις γνωστές συνήθειες… Και το καλοκαίρι, διαφορετικό απ’ όλα τ’ άλλα, να περνά και να φεύγει και μόνο η επιμονή της φύσης να μην σ’ απαρνιέται και βέβαια οι αβάσταχτες υψηλές θερμοκρασίες να στο θυμίζουν…
Καλό υπόλοιπο και… υπό σιωπή.