Χθες, καθώς βράδιαζε, άκουγα στο ραδιόφωνο το
Θηβαίο να τραγουδάει το Ωροσκόπιο
του Άλκη Αλκαίου από το άλμπουμ Υπέροχα μονάχοι. Αλήθεια, τι γράφει
αυτός ο άνθρωπος… Οι στίχοι του –δεν χωρεί αμφιβολία– σου τάζουν ταξίδι και σε
παρασέρνουν μαζί τους «σε αδέσποτο σεργιάνι».
Είναι κάποιες φορές που τα ακούσματα γίνονται εικόνες. Οι
εικόνες σκέψεις και οι σκέψεις… λέξεις! Αυτό
κάνουν τα τραγούδια, συνοδεύουν στιγμές στη ζωή μας.
Και τελικά, το καταφέρνουν! Και να που,
ασυναίσθητα, –μ’ ένα
πέταγμα σαν
αστραπή του νου–μου ’ρθε να αντιγράψω, να συνταιριάξω,
να μπλέξω τους στίχους του τραγουδιού και να τους «κολλήσω» –βάζοντάς τους σε
εισαγωγικά με μπλε χρώμα– ανάμεσα στις σκέψεις μου.
«Έλεγες αύριο θα 'ναι ο κόσμος φωτεινός» και ήταν όντως λαμπερός και
φιλάρεσκος ο ήλιος. Κι «έλεγα είναι
με το μέρος μας ο χρόνος», άντε καμιά ώρα την
ημέρα, ίσα για να λιαστούμε. Εκτεθειμένοι
όλο και πιο πολύ στην ηλιοφάνεια που δικαιούμασταν.
Τρόπος να κρυσταλλωθεί ο χρόνος δεν υπάρχει. Κι όμως, σ‘ αυτήν την
ακατανόητη και περίεργη εποχή το «ρεφρέν» επιμένει: «δεν ειν’ ο χρόνος με το
μέρος κανενός»!Μικρά κομμάτια της
ίδιας εικόνας είμαστε κι ο καθένας να ισορροπήσει λίγο ακόμα τις
αντοχές του θέλει. «Τις συμπληγάδες του περνά καθένας μόνος».Μόνος
κι οχυρωμένος πίσω από αόρατα τείχη –εντός σχεδίου κι εκτός εαυτού– αυτοπεριορίζεται στα δικά του όρια.
Καθημερινά βλέπουμε πως τα
πρόσωπα γίνονται καθρέφτες, τα χέρια εκπέμπουν σήματα
αγωνίας, «ξέμπαρκα μάτια και φευγάτα»τα μάτια μας. Αλλάζουν
έκφραση, αλλάζουν διάθεση. Μιλούν χωρίς να λένε τίποτα. Απλά κοιτάζουν στο…
άδειο, σαν κάτι να περιμένουν. Ταξιδεύουν εκεί όπου δεν μπορούν, δεν τους το
επιτρέπουν οι «κωδικοί μετακίνησης», μήτε κι οι τοίχοι που όρθωσαν ολόγυρά μας.
Ξεμείναμε από παρουσίες, από χαμόγελα, από φωνές, σκεφτόμαστε αγαπημένα πρόσωπα και πλέκουμε υφάδι γύρω τους την έγνοια μας.
Σέρνω
τη μολυβιά να υπογραμμίσω το στίχο, να του δώσω μπλε χρώμα, να πιάσει τόπο να
σταθεί και να κρατήσει το ίσο με τις σκέψεις μου. Εναλλάσσονται το “εγώ” με το
“εμείς”, κρατάνε τις δικές τους επιβεβλημένες αποστάσεις, «βάλε σημάδια» με προστάζουν «μη χαθείς», σύνορα είναι τα
σημάδια. Tα σύνορα των
ανθρώπων, οι ζωές μας η μία κάτω από την άλλη,
η μία δίπλα στην άλλη, που τις χωρίζει ένας τοίχος κι όλοι μαζί μέσα σε έναν μεγαλύτερο τοίχο και δίπλα ένας άλλος τοίχος και παραδίπλα
το ίδιο...«Στην πολιτεία οι τοίχοι μάρτυρες βουβοί» κι εμείς «Υπέροχα μονάχοι».
Μέρες βροχής κι ένας αέρας δυνατός
σε παρασέρνει σε αδέσποτο σεργιάνι.
Σκηνές φιλμάρεις με μια κάμερα νυχτός
ξέμπαρκα μάτια και φευγάτα στο λιμάνι.
Στην
πολιτεία οι τοίχοι μάρτυρες βουβοί
φορούν συνθήματα παλιά ξεθωριασμένα.
Ξέρω θα φύγεις πριν χαράξει η αυγή
κι εγώ θα μείνω δίχως άλλοθι κανένα.
Μην
πεις ποτέ ποτέ πως όλα ήτανε μια πλάνη
περιπλανήθηκα μαζί σου και μου φτάνει.
Βάλε σημάδια μες στη νύχτα μη χαθείς
είναι πιο εύκολο να κλαις παρά να ζεις.
Έλεγες
αύριο θα ‘ναι ο κόσμος φωτεινός,
έλεγα είναι με το μέρος μας ο χρόνος.
Δεν ειν’ ο χρόνος με το μέρος κανενός,
τις συμπληγάδες του περνά καθένας μόνος.
Λενε ως μια εικόνα είναι χίλια λόγια. Πιστεύω ότι απόλυτα ισχύει μόνον για αναλφάβητους,επίσης και πως και μία λέξη αν είναι ειπομένη από τον κατάλληλο στην κατάλληλη ώρα και για το κατάλληλο θέμα, μπορεί να εκφράση χίλιες εικόνες. Όσοι έχουν δυνατές αναμνήσεις, με μιά λέξι, στην μνήμη τους ξαναπαίζεται όλο το έργο και μάλιστα έγχρωμο
Ξέρεις, Βαρθολομαίε, έχω αυτό το αγιάτρευτο κουσούρι της ευαισθησίας, οπότε είτε είναι μνήμες, είτε εικόνες, είτε φράσεις, έρχονται, πολλές φορές ανύποπτα κι άλλες που τις επιδιώκω και με «χτυπάνε» καταπρόσωπο και ναι, το έργο ξαναπαίζεται και έγχρωμο κι ασπρόμαυρο. Και δεν είναι μόνο αυτό αλλά και το μοιράζομαι…
Σ’ ευχαριστώ για την απρόσμενη επίσκεψή σου εδώ γιατί από αλλού δεν έχω παράπονο.
Λενε ως μια εικόνα είναι χίλια λόγια. Πιστεύω ότι απόλυτα ισχύει μόνον για αναλφάβητους,επίσης και πως και μία λέξη αν είναι ειπομένη από τον κατάλληλο στην κατάλληλη ώρα και για το κατάλληλο θέμα, μπορεί να εκφράση χίλιες εικόνες. Όσοι έχουν δυνατές αναμνήσεις, με μιά λέξι, στην μνήμη τους ξαναπαίζεται όλο το έργο και μάλιστα έγχρωμο
ΑπάντησηΔιαγραφήΞέρεις, Βαρθολομαίε, έχω αυτό το αγιάτρευτο κουσούρι της ευαισθησίας, οπότε είτε είναι μνήμες, είτε εικόνες, είτε φράσεις, έρχονται, πολλές φορές ανύποπτα κι άλλες που τις επιδιώκω και με «χτυπάνε» καταπρόσωπο και ναι, το έργο ξαναπαίζεται και έγχρωμο κι ασπρόμαυρο.
ΔιαγραφήΚαι δεν είναι μόνο αυτό αλλά και το μοιράζομαι…
Σ’ ευχαριστώ για την απρόσμενη επίσκεψή σου εδώ γιατί από αλλού δεν έχω παράπονο.