Εδώ πιο κάτω, στο κατόπι του ξημερώματος, ακολουθώντας το εκκρεμές της
καρδιάς μου, ανάμεσα σε αδιέξοδα μονοπάτια που χαράσσονται μέσα σε
σπαρμένες αντιφάσεις, σκόρπιο με βρήκε το πρωί. Γυροφέρνω
μήπως το χέρι μου, αυτό που δεν τόλμησες να πιάσεις, συναντήσει και πάλι το
δικό σου… Πόσος χρόνος πέρασε, αλήθεια; Ξεφυλλίζω μόνος μου την απορία. Έτσι
κανείς βλέπει και… μαθαίνει αλλιώς τα πράγματα.
Κι
όλο «μαζεύει» ο καιρός, γύρισε κάτω η μέρα, σπέρνοντας ερωτηματικά και ανησυχίες. Ο καθένας με τα φορτία του και τις ιστορίες του, να μιλάνε, να
χάνονται, να… μελαγχολούν αφήνοντας ανοιχτά ενδεχόμενα και αμφιβολίες. Η σκέψη πάντα θα απορεί. Σε κουβέντα να βρισκόμαστε…
Με μικρή υποψία μιας κρυμμένης ελπίδας και με της ψυχής το περίσσευμα, κοντοστέκομαι ξεπροβοδίζοντας
λόγια ανθρώπων. Διαβάσματα από «ψαγμένα» βιβλία, γραμμένα από ανθρώπους που ξέρουν πολύ καλά
να μεταπλάθουν την ευαισθησία τους σε λέξεις. Που με απλές κουβέντες τα
λένε όλα... Που με λέξεις-χάδια παίρνουν αγκαλιά τις συλλαβές και τις σεργιανίζουν. Φράσεις εύστοχες, καθαρές, λόγια λιτά, τέτοια
που… ακόμη και τα
αποσιωπητικά τους ακούγονται. Πόσες
σκέψεις, πόσα
σιωπηλά βλέμματα, πόσα συναισθήματα
καταγράφονται για να χωρέσουν στο αχώρητο εφήμερο.
Κάτι τέτοια αναζητώ, χωρίς φόβο, χωρίς ενοχή, αξιώνοντας –με τα υλικά και τη συνταγή– να μπω κι εγώ μέσα.
με λέξεις-χάδια παίρνουν αγκαλιά τις συλλαβές και τις σεργιανίζουν!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλησπέρα Στράτο
Κάτι τέτοια σεργιάνια τα λατρεύω, Μαρία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ χαίρομαι που σ' ανταμώνω εδώ σε τούτη… την αυλή μου!