«Είμαι πάρα πολλά για να μην είμαι τίποτα και πολύ λίγος για να είμαι κάτι»… * * * * * «Ψάχνω να βρω λέξεις… που να "αγγίζουν" κι αγγίγματα που να μιλούν»…

19 Νοε 2023

Έχουμε γενέθλια! - 17 χρόνια

 Σαν σήμερα Κυριακή 19 Νοεμβρίου 2006 άρχισε δειλά μια διαδρομή παρουσίας μέσα από το ιστολόγιο Μηθυμναίος. Η γωνιά της προσωπικής μου δημοσιότητας.

Σήμερα 19 Νοεμβρίου και πάλι τυχαίνει Κυριακή, συμπληρώνει 17 ολόκληρα χρόνια ύπαρξης. Σαν ταινία σε slow motion περνάν τώρα από τα μάτια μου. Τα βλέπω όλα να περνάν τρέχοντας, όπως και η ίδια η ζωή. Άντε ένας ακόμη χρόνος και ενηλικιώθηκε! 
Κάνοντας μια αναδρομή σ’ όλα αυτά τα χρόνια, κοιτούσα αναρτήσεις, φωτογραφίες, σχόλια, παρατηρήσεις και συγχρόνως θυμήθηκα όλους όσους βρέθηκαν να σεργιανούν μαζί μου σ’ αυτή τη «μπλογκογειτονιά». Διαπίστωσα με χαρά και συγκίνηση ότι ήταν πολλοί αυτοί που πέρασαν κάποια στιγμή από εκεί. Μένω και με την απορία: πώς έδεσαν έτσι τόσοι άνθρωποι που πριν δεν υπήρχαν. Αλήθεια πώς τα καταφέρναμε;… 
Εκεί ανάμεσα στις καθημερινές αναρτήσεις διασταυρώθηκαν οι δρόμοι μας, γνωριστήκαμε, συνδεθήκαμε, συζητήσαμε, σχεδόν «συγγενέψαμε»… κάποτε χαθήκαμε, ξαναβρεθήκαμε και με άλλα τέτοια διάφορα βλέπαμε να περνάνε τα χρόνια. Όπως και η ηλικία μας. 
Ομολογώ ύστερα από τόσα χρόνια ότι η γεύση που μου έμεινε απ’ όλο αυτό το ταξίδι, είχε δόσεις ανείπωτης χαράς και γλύκας σε φάσεις επιτυχίας, αλλά και πίκρας στις απογοητεύσεις, έτσι γίνεται ως συνήθως, δεν γίνονται όλα τέλεια όπως θα θέλαμε. 
Ωστόσο σήμερα, παρόλη την γενική «παρακμή», ας παραμερίσουμε την όποια εξέλιξη της κατάστασης κι ας κρατήσουμε μέσα μας εκείνο το ανεκτίμητο «κάτι» που τότε μας κατείχε. Τέλος, παρ’ όλα όσα, είμαστε ακόμη εδώ στη σκηνή και μας αντέχει το σχοινί. Έχουμε γενέθλια!

Για όλο αυτό το σχεδόν καθημερινό ταξίδι μας, μόνο αγάπη και ευγνωμοσύνη έχω στην καρδιά μου για όλους σας μαζί και για έναν προς έναν. Και βέβαια οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ για όλη την αγάπη και εκτίμηση που εισέπραξα σ' αυτά τα δεκαεφτά χρόνια μαζί σας! Είναι κάτι που ο κάθε άνθρωπος το έχει ανάγκη.

 

23 Οκτ 2023

Μορφές της Λέσβου (Αναζητώντας το χρόνο)

Η τεχνολογία επελαύνει, ωστόσο σε κάποια χωριά, εν προκειμένω της Λέσβου, ο χρόνος μοιάζει να έχει ακινητοποιηθεί σε περασμένες δεκαετίες. Κάποιους ανθρώπους τους κρατάει δεμένους ο τόπος τους. Επιμένουν να διαφυλάξουν κομμάτια, στάσεις ζωής, απλότητα, παραδόσεις, συνήθειες, που τείνουν στους  καιρούς μας να χαθούν. Όμως εκείνοι επιμένουν στην καθημερινότητά τους και η ζωή συνεχίζεται δίχως να τους επηρεάζει. 
Αναζητώντας το χρόνο στην ενότητα Μορφές της Λέσβου θα παρατηρήσετε ότι, κατά τη φωτογράφηση, κάποιοι απ’ αυτούς έχουν επίγνωση της διαδικασίας είτε συμμετέχοντας, είτε αδιαφορώντας, κι άλλοι σαν να μη συμβαίνει τίποτα ανάμεσα σε αυτούς κι εμένα. Υποθέτω ότι δεν ξεπέρασα τα όρια, άλλωστε η εικόνα είναι επικοινωνία, είναι δημιουργία, φαντασία, πάθος και πρόκληση.
 
Κουρείο στην καρέκλα του κάθονται οι ίδιοι πελάτες, χρόνια τώρα, 
για τη γνώριμη ιεροτελεστία
(Βατούσα Λέσβου)

Στον καναπέ της αναμονής περιμένουν τη σειρά τους

Τα χρόνια πέρασαν. Τα μαλλιά του άσπρισαν. Οι δραχμές έγιναν ευρώ. Ο φούρνος παραμένει. Kι εκείνος εκεί με χαμόγελο εξυπηρετεί τους χωριανούς του παρά τα ογδόντα και κάτι χρόνια του… 
(Άργενος Λέσβου)

Τα χρόνια ζωγράφισαν το πρόσωπο, άσπρισαν τα μαλλιά, 
τα χρόνια πελέκησαν της νιότης την ικμάδα. 
(Μόλυβος – Χαρακτηριστική μορφή)

Και μη φανταστείτε ότι το επάγγελμα είναι ανδροκρατούμενο 
υπάρχουν και οι φουρνάρισσες.
(Πελόπη Λέσβου)

Το καφενείο περνά κρίση.  Σήμερα όπως κάθε παλιό χάνεται στο βασίλειο της λήθης 
(Άργενος Λέσβου)

Σε λίγο ξεφουρνίζει...

Καφενείο. Αποκλειστικοί θαμώνες, οι άνδρες και η πρέφα υπόθεση ζωής 
(Βατούσα Λέσβου)

Η αγγειοπλαστική έχει μακραίωνη παράδοση στη Λέσβο. 
Την τέχνη την μάθαιναν από τους πατεράδες τους κι εκείνοι απ’ τους δικούς τους. Έτσι προχώρησε η τέχνη. Μέχρι πότε όμως;…
(Μανταμάδος Λέσβου)

Προετοιμασία με μπάλωμα των διχτυών και ξεκινά το πρωινό



7 Οκτ 2023

Ο Μόλυβος «καταδικασμένος» να «προοδεύσει»…

Μόνο με λίγη παραπάνω ευαισθησία 
θ’ αντέξουμε τις υπερβολικές δόσεις αναισθησίας

Σταύρος Απέργης

Ο Μόλυβος είναι η πατρίδα μoυ, είναι κομμάτι της ζωής μoυ. Κανένας μας δεν είναι περισσευούμενος, κανένας δεν είναι περαστικός κι ας μην είμαστε πλέον μόνιμοι κάτοικοί του. Τον αγαπάω γιατί εδώ είναι οι δρόμοι που περπάτησα, οι γειτονιές που μεγάλωσα, είναι οι αναμνήσεις μου, οι πρώτες μου φιλίες. Εδώ είναι οι τάφοι των δικών μου. Τον αγαπάω, γιατί εδώ έκανα τα πρώτα όνειρα για τη ζωή μου. Και ακριβώς επειδή τον αγαπάω δεν μπορώ να μένω αμέτοχος στα όσα διαδραματίζονται εκεί.


 Συνειδητοποιώ γενικά μια αργή, ως και σταθερή υποβάθμιση του χωριού μας. Δρόμοι βρώμικοι και σοκάκια με κλειστά κι ερειπωμένα σπίτια σημαδεμένα από το βάρος και τη σκουριά του χρόνου… και της εγκατάλειψης. Οι αρχές απούσες, αδιάφορες και, δυστυχώς, αμέτοχες. Ελλιπής καθαριότητα, δυσοσμία σε πολλά σημεία, ασυδοσία, θόρυβος, αυθαιρεσίες… Καταστάσεις αδιανόητες. Κάποιες τις έζησα. Κάποιες άλλες τις παρακολούθησα από... διακριτή απόσταση. Κάποιες, τέλος, τις διάβασα ή μου τις αφηγήθηκαν. 
Διαπιστώνω, όλο και πιο πολύ, ότι το «άσχημο» το ξεπερνάμε, παύει να μας πληγώνει. Το συνηθίζουμε έτσι ώστε να γίνεται αόρατο και μοιρολατρικά αποδεκτό. Ως πότε όμως; Ο Μόλυβος δεν ζητάει τον οίκτο μας· αγάπη και σεβασμό ζητάει. Έρχεται από μακριά, μέσα από τα κιτάπια του χρόνου και της ιστορίας. Έχει αφήσει ίχνη μιας μακραίωνης πορείας με απομεινάρια πολιτισμού που εξελίχθηκαν στην πορεία του χρόνου… Τα λιθόστρωτα σοκάκια του δέχονται τις πατημασιές του σήμερα πάνω στις χτεσινές. Ας τα σεβαστούμε, ας τα κρατήσουμε τουλάχιστον καθαρά. 
Ό,τι οραματίστηκε ο αείμνηστος Μιχαήλ Γούτος, θεμελιωτής της τουριστικής ανάπτυξης και έκτοτε πορείας του Μολύβου, θα τολμήσω να πω και να βεβαιώσω πως έμεινε, δυστυχώς, σαν μια μακρινή ανάμνηση. «Γαλήνιο τοπίο με ήμερους ανθρώπους» τον είχε χαρακτηρίσει ο κύριος Γούτος κι ακόμα σαν «επίκεντρο ανάπτυξης και ξενοιασιάς για ανθρώπους που έχουν ανάγκη γαλήνης σε μια πολυθόρυβη και αγχώδη περίοδο της εποχής μας». Άλλοι άνθρωποι τότε, άλλες εποχές, άλλα ήθη γενικώς.


Ο Μόλυβος διαθέτει καταπληκτικές φυσικές ομορφιές απ’ αυτές που, κάθε φορά και αυθορμήτως, έχω χαρακτηρίσει σαν «μαγικές», «ανυπέρβλητες», «ανεπανάληπτες» κι άλλα τέτοια ενθουσιώδη. Ποιος μπορεί να τις αγνοήσει.  Η φύση απλόχερα τον έχει προικίσει με τα δώρα της κι αυτό το έχω επισημάνει ουκ ολίγες φορές. 
Κουβαλούσαμε ένα ισχυρό γονίδιο και έχουμε καταφέρει να το ρίξουμε στο χαμηλότερο επίπεδο. Απομακρυνθήκαμε από αρχές και αξίες, έχουμε γίνει παθητικοί δέκτες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Απουσιάζει η κοινή λογική, ενώ δεσπόζει μια κακή απομίμηση των πάντων. 
Κάποιοι θα πουν: σκέψεις βολεμένου ανθρώπου της πόλης. Ίσως ναι.  Αλλά ενστικτωδώς αναρωτιέμαι: σε ποιον ν’ απευθυνθώ και σε ποιον ν’ απολογηθώ. Στον εαυτό μου ίσως, μόνο εκείνος νομίζω μπορεί να με καταλάβει.

* Επειδή είμαι και παραμένω λάτρης του Μολύβου, το έχω αποδείξει και το ξέρετε. Επειδή, στο διάστημα των διακοπών μου, απογοητεύτηκα με την κατάντια του. Επειδή η κατάσταση που επικρατεί πάει προς το χειρότερο και γενικά (μακάρι να διαψευστώ) θα επιδεινωθεί. Επειδή και πάλι (δυστυχώς) θα εκλεγούν οι ακατάλληλοι, κάθισα, με πόνο ψυχής, και έγραψα το παραπάνω κείμενο.

23 Σεπ 2023

Με τα μάτια του Στράτου

Το καινούργιο βιβλίο του Στράτου Δουκάκη «Από το περιθώριο των λογισμών» είναι ακόμα ωραιότερο από το προηγούμενο «Υστερόγραφα μιας διαδρομής» που ομολογουμένως είναι ένα ωραίο βιβλίο! 
Τα ίδια αισθαντικά θέματα: ωραίες εικόνες, όνειρα, αναμνήσεις… Με δυο λόγια: γλυκιά νοσταλγία για ό,τι χάθηκε αλλά και ό,τι δεν ήταν πραγματοποιήσιμο.
Αυτά γραμμένα –ειπωμένα καλύτερα (γιατί αυτήν την εντύπωση έχει ο αναγνώστης, ότι είναι καθισμένος απέναντι στον συγγραφέα, ο οποίος του εξομολογείται όλα τα ωραία που πέρασαν από τη ζωή του, τα κοινά για όλους τους ανθρώπους. Απλώς, άλλοι τα αξιολογούν και άλλοι περνούν πλάι τους αδιάφοροι. Ο νους τους –βλέπετε– είναι επικεντρωμένος αλλού : σε χρήματα και αποκτήματα. Έτσι χάνουν όλη την ομορφιά της ζωής που βρίσκεται σ’ αυτά που εκείνοι θεώρησαν… περιττές πολυτέλειες.
 

Βλέπεις, η προσοχή τους είναι όλη στραμμένη στο μέλλον και έτσι χάνουν το παρόν (άσε πιά το παρελθόν!) Ο συγγραφέας στραγγίζει και την τελευταία σταγόνα ομορφιάς από τη ψυχή του και την προσφέρει στον άγνωστο αναγνώστη σαν δείγμα αγάπης: Πόσες ωραίες εικόνες του προβάλλει σε ιδιωτική προβολή , πόσα νοήματα που σαν βέλη εκτοξεύει από τη φαρέτρα του και βρίσκουν τον αναγνώστη κατευθείαν στην καρδιά! 
Αυτή την καρδιά που πίστεψε ότι με τα χρόνια και τις δυσκολίες που πέρασε σκλήρυνε και δεν τη διαπερνά τίποτα. Μόνο ο μεταλλικός ήχος των χρημάτων που ο αναγνώστης συσσώρευσε για να έχει ασφαλή γεράματα, αφού δεν φρόντισε να έχει όμορφα νιάτα! 
Αυτά τα χρήματα τα βρίσκουν άνθρωποι που δεν τα έβγαλαν με τον κόπο τους και δεν καταλαβαίνουν την αξία τους. Έτσι τα σκορπίζουν στους 4 ανέμους μαζί με τον μόχθο του άλλου και τον ίδιο τον Άλλον. Και έρχεται τώρα ο συγγραφέας να αντικρύσει αυτά που κουβαλά ο καθένας στη ψυχή  του ως απόσταγμα… και τα ωραία και τα άσχημα. «Οι μνήμες θα μας βοηθήσουν ν αντιμετωπίσουμε το τελευταίο δύσκολο κομμάτι της ζωής.», σημειώνει εμφατικά. Οι μνήμες, νομίζω, μας φέρνουν στο νου τα «όστρακα» των αρχαίων αγγείων και τα κοσμήματα που έβαζαν μαζί με το νεκρό για να του κάνουν πιο υποφερτό τον αποχωρισμό από τους ανθρώπους του. Το ίδιο με τους αρχαίους Έλληνες έκαναν κι οι αρχαίοι Αιγύπτιοι… με την ίδια λογική προκειμένου να κάνουν το θάνατο πιο υποφερτό σε αυτούς που έφευγαν, τοποθετώντας κοντά τους τα προσωπικά τους αντικείμενα. Όλα αυτά μ ένα θαυμάσιο λεξιλόγιο, που σε συνδυασμό με τον εξομολογητικό τόνο σε κάνει να μη θέλεις ν αφήσεις το βιβλίο. Τα ρήματα που τον χαρακτηρίζουν είναι: εξομολογούμαι και μοιράζομαι. 
Αλήθεια δεν είναι αξιοθαύμαστο πώς ένα παιδί 17 χρονών που αφήνει το νησί του τη Λέσβο για να ξενιτευτεί στη μακρινή Βενεζουέλα και επιστρέφει ύστερα από 41 χρόνια διαθέτει ένα λεξιλόγιο που δεν το διαθέτουν άνθρωποι που έμειναν στον τόπο τους και ασχολήθηκαν με τη Λογοτεχνία; 
Σκέπτομαι ότι το να γράφεις είναι θέμα ψυχής παράλληλα με την ικανότητα και την καλλιέργεια. Αν δεν αισθάνεσαι, δεν μπορείς να δημιουργήσεις.  Ο Δουκάκης έχει κρατήσει τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων του νησιού του: ευαισθησία, συναίσθημα, αγάπη για το ωραίο, νοσταλγία. 
Κάποια στιγμή επέστρεψε στην πατρίδα του ένας σύγχρονος Οδυσσέας, λαχταρώντας να πιάσει το νήμα από εκεί που το άφησε. Παράλληλα ανέπτυξε τη θετική πλευρά του, που τον βοήθησε να γίνει ένας επιτυχημένος επιχειρηματίας και ν’ ανέβει κοινωνικά στην κορυφή του τόπου, όπου εγκαταστάθηκε. 
Ποιος δεν θα 'θελε να διαθέτει έναν τέτοιο συνδυασμό λογοτεχνικού «ταλέντου» και συντελεστών επιχειρηματικής επιτυχίας; Και είναι σημαντικό το ότι το αποτέλεσμα των εμπειριών του δεν το κρατά για τον εαυτό του αλλά το κοινοποιεί στον Άλλον: μη κρίνεις τη ζωή σου από το τώρα, του λέει, γιατί έζησες κι αλλιώς: αισθάνθηκες έντονα συναισθήματα, αγάπησες, μαγεύτηκες από ονειρικά ηλιοβασιλέματα και όλα αυτά γράφηκαν ανεξίτηλα μέσα σου και θα σε συνοδέψουν μέχρι το τέλος της ζωής σου. 
Και τον παρακινεί να χαρεί αυτές τις ωραίες στιγμές έστω και με τη δύναμη της νοσταλγίας γιατί σ’ αυτή την άχαρη εποχή που ζούμε το μόνο που χρειαζόμαστε για να ισορροπήσουμε είναι η Ομορφιά. 
Να γεμίσουμε τη ψυχή μας Φως, ώστε να μην το αναζητήσουμε στο τέλος της ζωής μας σαν τον Γκαίτε. 
Ζήσαμε τα πιο όμορφα μας χρόνια  δίχως να φανταστούμε –ΕΥΤΥΧΩΣ– τι μας περίμενε. 
Τώρα ζούμε σε εποχή απρόσωπων σχέσεων και συναισθηματικής απομόνωσης κλεισμένοι ανάμεσα στους τοίχους του σπιτιού μας. Οι ανθρώπινες παρουσίες στη ζωή μας έχουν γίνει τυπικές και σύντομες και μας αφήνουν πιο μόνους από πριν. Σιωπή και απομόνωση: είναι μια  γενική πρόβα γι’ αυτό που μας περιμένει …Να βρεθεί καθένας μόνος με τον εαυτό του στην αιωνιότητα. 
Οι μόνες που μπορούν να μας βοηθήσουν ν αντιμετωπίσουμε το τελευταίο και πιο δύσκολο κομμάτι της ζωής μας είναι οι αναμνήσεις.. Ό,τι αγάπησες, δεν έσβησε. Πάντα το νοσταλγείς γιατί συνδέεται με τα νιάτα σου: τότε που ήσουν άφθαρτος και αστραφτερός! 
Τώρα ερχόμαστε σ’ ένα άλλο θέμα. Ο συγγραφέας δεν μετατρέπει σε αυτοσκοπό της αφήγησής του την «πλοκή». Έτσι, δημιουργεί ένα κολλάζ εικόνων κι εντυπώσεων, φαινομενικά ανεξάρτητων που όμως συνδέονται μεταξύ τους μ’ ένα μυστικό νήμα, όπως στους στίχους του τραγουδιού του Λουκιανού «Που βαδίζομεν κύριοι», στο οποίο αποτυπώνονται οι καθημερινές μικροϊστορίες
Ο συγγραφέας, αιώνιος ταξιδευτής σε θάλασσες ωραίων αισθημάτων απευθύνεται σε όλους γιατί η ανθρώπινη Μοίρα είναι κοινή. Τελειώνω με τους αγαπημένους στίχους ενός αγαπημένου προσώπου: του Πατέρα μου.  
«τι λοιπόν είναι η ζωή μας ακριβώς θεωρουμένη; Μια στιγμή συνδεδεμένη μ ελπίδες κι αναμνήσεις;» 

Όλγα Σταυρίδου-Δεληγιάννη *

*  Η Όλγα Σταυρίδου-Δεληγιάννη γεννήθηκε και έζησε τα παιδικά και νεανικά της χρόνια σ' ένα όμορφο νησί του Αιγαίου, τη Λέσβο, όπου άνθρωποι απλοί, συνηθισμένοι, λαϊκοί, γράφουν λογοτεχνία, ποίηση, μουσική, ανεβάζουν θεατρικά έργα, ζωγραφίζουν. Έτσι απλά και φυσικά όπως αναπνέουν... Σπούδασε Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης πετυχαίνοντάς το στην καλύτερή του ώρα... Την εποχή του Ανδρόνικου, του Κακριδή, του Τσομπανάκη, του Σακελλαρίου, του Κριαρά, του Πολίτη, του Μαρωνίτη και τόσων άλλων μεγάλων... Εργάστηκε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία πραγματώνοντας τ' Όνειρό της. Έγραψε άρθρα σε εφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά, εξέδωσε οδηγούς ευρωπαϊκών πόλεων. Ταξίδεψε πολύ... Και έζησε σαν όλους της γενιάς της -αυτής του '60- σε μια ατμόσφαιρα μαγική...