«Είμαι πάρα πολλά για να μην είμαι τίποτα και πολύ λίγος για να είμαι κάτι»… * * * * * «Ψάχνω να βρω λέξεις… που να "αγγίζουν" κι αγγίγματα που να μιλούν»…

19 Απρ 2009

15 Απρ 2009

Ευχές από καρδιάς...


Εύχομαι ολόψυχα σε όλους και στον καθένα ξεχωριστά
το Αναστάσιμο φως να λαμπρύνει τις καρδιές σας!
Να σας οδηγήσει σε μονοπάτια ελπίδας.
Τα όνειρά σας και οι προσδοκίες σας ν’ αναστηθούν όπως Εκείνος!


Μηθυμναίος

9 Απρ 2009

Κάτι βιβλία στο κομοδίνο μου

Τούτη τη συνήθεια την έχω από παλιά, δεν είναι τωρινή. Από τότε, που ο χρόνος δεν ήταν εχθρός, αλλά σύμμαχος του αναγνώστη. Τη χαρά της ανάγνωσης τη βρίσκω μέσα στις σελίδες κάποιου αγαπημένου βιβλίου. Ανάμεσα σε φράσεις, σκέψεις, λέξεις, λόγια... Ανάλογα με τις σημειώσεις που αφήνω υπογραμμίζοντας τες, (πάντα με μολύβι, και τούτη παλιά συνήθεια – ποτέ με στυλό) κι ανάλογα με το χρόνο που τ’ αφήνω στο κομοδίνο μου, είναι η αξία αλλά και η αγάπη που δίνω στο βιβλίο. Έχουν και τα βιβλία, μη νομίζεται –όπως κι οι άνθρωποι– τη δική τους μοίρα.
Μαζί με τα καινούργια που μαζεύονται σιγά σιγά που κι αυτά τ’ αφήνω πάνω στο κομοδίνο μου, πριν τα διαβάσω και τα βάλω στη βιβλιοθήκη, είναι μερικά που τους χρωστάω κάτι… Ένα ξεφύλλισμα ακόμη. Έτσι τ’ ανοίγω που και που… και ρίχνω ματιές… στις σημειώσεις μου.

* «Οι στάλες που γίνανε Βροχή» Ανθολογία Ελληνο-Αμερικανών Συγγραφέων.
Μου το είχε στείλει ο Γαβριήλ, πάει καιρός. Εκεί γράφουν κάτι φίλοι κι είναι πράγματι «στάλες δροσιάς που αιωρούνται στον ουρανό και κλείνουν μέσα τους την Ελλάδα. Πέφτουν σα βροχή ποτίζοντας το ελληνικό πνεύμα που ανθεί στα ξένα»
Το ανοίγω στη σελίδα 69 και διαβάζω τα λόγια του Σπύρου Δαρσινού. Για την Ποίηση: «Πολλές φορές παίρνω φόρα να μπω μέσα της. Κι αυτή δεν μ’ αφήνει. Κι όσο προσπαθώ τόσο εκείνη στρίβει το πρόσωπό της αλλού. Κι εγώ το μόνο που θέλω είναι να την αγκαλιάσω. Φαίνεται όμως ότι αυτή θέλει πρώτα να ερωτευτούμε…»
Εξομολογήσου, Σπύρο, πες το πώς ναι είσαι ερωτευμένος!!! Μαζί της.
Στη σελίδα 165, διαβάζω τη Στέλλα Ζ. Φόλλεντερ στο ποίημά της: Ψυχούλα άδολη
«Εκεί που θ’ ακουμπήσει / η καρδιά σου… / Εκεί που ξεδιπλώνονται / τα όνειρά σου… / είναι ο τόπος / που σε δένει / κι ό,τι ζυγίζει μέσα σου / τώρα σου απομένει…
Και το βιβλίο της ζωής / μια μέρα κλείνει…/ μετά την δίνη του καιρού / ίσως θα ’ρθει και η γαλήνη…
».
Σίγουρα συμφωνώ με τη Στέλλα, γι’ αυτό και η υποσημείωσή μου.
«Ο θάνατος του Οδυσσέα» στη σελίδα 229 είναι του Καββαδία της Διασποράς του Γαβριήλ Παναγιωσούλη. Γράφει για τον Έλληνα μετανάστη, τον ναυτικό, τον περιπλανώμενο πως: «Όταν ζήσει μέρος της ζωής του σαγηνεμένος από της Καλυψώς τα κάλλη, όταν η Κίρκη τον ξελογιάσει, χάνοντας τους συντρόφους του, όταν τον σαγηνεύουν γυναικεία φιλιά, όταν νιώσει το δηλητήριο από τσίμπημα κεντριού σφήκας κρυμμένο σε γυναικεία αγκαλιά, όλα αυτά αναμιγνύονται σ’ ένα κράμα παγκοσμιότητας, δημιουργώντας ένα σύγχρονο περιπλανώμενο Οδυσσέα».
Αιώνιος Οδυσσέας! Αιώνιος εραστής!!! Ο Γαβριήλ.
.
* «Εννέα Εντολές και μία Αγέννητη» της Γιώτας Στρατή
Σελίδα 22. Εντολή Ενάτη. Πάρτε την καρδιά μου.
«(…) Μαγική πηγή ενθάρρυνσης, / η καρδιά, η ανένταχτη. Ευρύ πεδίο ανακωχής / σε χρόνους πολέμιους. / Εξαιρετικά πολύτιμη / στην ισορροπία της αλήθειας.
Προς το παρόν, δηλώνει «ΚΛΕΙΣΤΗ» / λόγω ανακαινίσεως…».
Γιώτα δεν τη δήλωσα κλειστή ποτέ. Πάντα φοβόμουν τις απεργίες των ανακαινιστών. Παρ’ όλο αυτό, ο στίχος σου έχει χαραχτεί με τη μολυβιά μου…
Υπάρχουν και τούτα των συμπατριωτών μου:

* «Χωρίς ωράριο στα όνειρα» της Μαρίας Κοτοπούλη που γνώρισα το καλοκαίρι στο νησί και με γοήτευσε και σαν άνθρωπος και σαν λογοτέχνης και το πιο σπουδαίο συνδεθήκαμε με μια φιλία που με τιμά.
«Οι ήρωες των διηγημάτων του βιβλίου προσπαθούν να αποκαθάρουν το νου και την ψυχή τους μέσα από τη φαντασία και το όνειρο. Οραματίζονται, μεταφέρονται σε τόπους καθαγιασμένους, γίνονται μάρτυρες της δημιουργίας του κόσμου, ζουν στην ψευδαίσθηση της πνευματικής αναλαμπής στον καθημερινό ορίζοντα. Αναζητούν τους στόχους στο ξάφνιασμα της Μουσικής, του Έρωτα, της Ζωγραφικής, του Μύθου και της Ιστορίας, καθώς η αιώνια παλέτα της άνοιξης ντύνει με χρώματα την προσμονή, την ατέλειωτη προσμονή της Ελπίδας, της Αγάπης, της Ελευθερίας. Ο πόνος τους γίνεται μελωδία, η αναζήτηση τραγούδι και η καθημερινότητά τους εντέλει μετουσιώνεται σε μονοπάτι της τέχνης, που αγωνίζονται να το διαβούν για να το κατανοήσουν».

* «Αναζητώντας την Ερατώ» και «Η Ερατώ εις Λέσβον και εις τον Μυτιληναίων Αιγιαλόν» (Ένα ταξείδι στο παρελθόν…) του Άρη Κυριαζή. Συμμαθητής μου στο Γυμνάσιο Καλλονής, ο Άρης, μου έφερε τόσα όμορφα και πάλι στην ανάπηρη μνήμη μου. Πατέρας περήφανος της πανέμορφης ηθοποιού Ρηνιώς Κυριαζή που την απολαύσαμε, πρόσφατα, στην κινηματογραφική επιτυχία «Σκλάβοι στα δεσμά τους».
Τα δυο βιβλία του μου κράτησαν συντροφιά στο ταξίδι μου στις ΗΠΑ. Καταπληκτική γραφή! Στο δεύτερο ξαναδιάβασα, ύστερα από πολλά χρόνια, μια καθαρεύουσα που… ρέει.

* «Του καιρού ανασκαλέματα» του Γιώργου Καμβυσέλλη, ο οποίος Γιώργος εκεί στο «ακροζυγιασμένο ανάμεσα σε γκρεμνά και Λιβυκό πέλαγος αγκωνάρι, ίδιο σφήνα, μπηγμένο προαιώνια στης Κρήτης το πλευρό κατά που γέρνει ολομάτωτος ο ήλιος, πεντακόσια μέτρα αντικριστά με το γιαλό, με το μικρό λιμανάκι να προστατεύει απ’ τους συχνούς βοριάδες και τα θεόρατα, βουνά ολάκερα, κύματα, τις ξύλινες βάρκες των φτωχών ψαράδων, και χίλια μέτρα αφημένο κάτω απ’ την κορφή του Αϊ-Λια με το θαυματουργό, σαν αετοφωλιά, ανεμοδαρμένο ξωκλήσι, που ολονυχτίς κάθε είκοσι του Ιούλη γερόντισσες και νιες προσκυνάνε, να ξετελεύει ανθρώπους και ζωντανά από τις κακουχίες, ήμασταν οι κάτοικοι ούλοι κι ούλοι, μαζί και του Ροφού το νεογέννητο, εκατόν εφτά ψυχές· αγρότες, κτηνοτρόφοι και ψαράδες».
Ουφ! Ο αθεόφοβος! Τι αναπνοή να έχεις, βρε Γιώργη, ώστε να διαβάσεις 104 λέξεις δίχως μια τελεία (μια και μόνο άνω τελεία…). Λοιπόν ο Γιώργος, 35 χρόνια τώρα μένει εκεί κάτω το διαβάσατε, παρ’ όλα τα στοιχεία κρητικής γλώσσας που βρήκα, διαβάζοντας το βιβλίο του, και να μην τον γνώριζα θα ορκιζόμουν πως είναι Μυτιληνιός! Έχει αυτό το ΚΑΤΙ!
.
Μηθυμναίος

2 Απρ 2009

Εκδήλωση μνήμης και τιμής στον ποιητή Μήτσο Τσιάμη

Μέρος του κοινού της εκδήλωσης

Ο Μηθυμναίος και το πάνελ

Στράτος Δουκάκης (Μηθυμναίος)
.
Στο Συνεδριακό Κέντρο του Δήμου Νέας Ιωνίας με πρωτοβουλία της Ομοσπονδίας Λεσβιακών Συλλόγων Αττικής (ΟΛΣΑ), σε συνεργασία με το Σύλλογο Μηθυμναίων «Η Μήθυμνα» και την Παλλεσβιακή Ένωση Νέας Ιωνίας-Ηρακλείου, πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 1 Απριλίου εκδήλωση μνήμης και τιμής στον Μηθυμναίο ποιητή-λογοτέχνη Μήτσο Τσιάμη.

Επειδή ήμουν ένας εκ των ομιλητών κι επειδή μερικοί φίλοι μου που δεν μπόρεσαν, για διάφορους λόγους, να παρευρεθούν, μου ζήτησαν να αναρτήσω το λόγο μου εδώ. Και… δεν έχω παρά να το κάνω. Τούτα τα λόγια μου:

«Κατ’ αρχήν, θέλω να εκφράσω ένα μεγάλο ευχαριστώ στην ΟΛΣΑ γιατί αισθάνομαι πως είναι τιμή μεγάλη για μένα να με συμπεριλάβει στους ομιλητές της αποψινής εκδήλωσης και συνάμα μια ιδιαίτερη ικανοποίηση η ευκαιρία τούτη να πω δυο λόγια… Δυο λόγια ακόμα για τον άξιο συμπατριώτη μας τον αλησμόνητο και πολυαγαπημένο, πάνω απ’ όλα, ποιητή, δάσκαλο και φίλο Μήτσο Τσιάμη. Αν και κατά την προσωπική μου γνώμη τέτοιες εκδηλώσεις θα έπρεπε να γίνονται όσο οι τιμώμενοι είναι εν ζωή…
Φυσικά, δεν έχω πρόθεση, ούτε σκοπό να μιλήσω για το έργο του, δεν είμαι ο ειδικός, μα ούτε κατέχω τις απαιτούμενες γνώσεις. Από αγάπη το κάνω κι όχι από αρμοδιότητα. Άλλωστε γιατί να μπω σε «οικόπεδα» που ανήκουν, ομολογουμένως, σε άλλους; Εγώ λίγα λόγια έχω να πω -και δεν ξέρω αν αξίζουν- για το τι ήταν εκείνος για μένα και ποια η επιρροή του. Και θέλω να το κάνω με ιδιαίτερη προσοχή και θρησκευτική ευλάβεια, αλλά και σεβασμό, έτσι ώστε να εκφράσω -όσο μπορώ- την αμέριστη αγάπη μου και την ανεπιφύλακτη εκτίμηση για τον ευγενή και ευαίσθητο συμπατριώτη μας λογοτέχνη και άνθρωπο, που άπλετα μας χάριζε την ευγένειά του, που ανέβαζε ένα χαμόγελο πιο πάνω τη ζωή, που μπήκε, με τους στίχους και τα γραφτά του, στην καρδιά και στη ζωή μας κι έκτοτε έμεινε. Δεν ξεχνιούνται εύκολα αυτοί που εισχωρούν στην καρδιά μας και γίνονται μόνιμοι κάτοικοί της. Η μνήμη ενός πνευματικού ανθρώπου -κι αυτό το ξέρουμε- είναι αιώνια. Δεν πεθαίνει... ζει στις καρδιές μας... Ελάχιστοι δημιουργοί μπορούν να καρφώσουν μαχαίρι στην ψυχή, με τόσο άμεσο τρόπο και με τέτοια ευαισθησία. Για όσους τον αγαπήσαμε, είναι αδύνατο να γυρίσουμε σελίδα, θα μένει πλέον ανοιχτή, μπροστά μας, να την διαβάζουμε και να την ξαναδιαβάζουμε. Να τιμούμε αυτό το έργο που άφησε. Αυτή θα πρέπει να είναι η προσφορά μας.
Εκείνος, όπως ξέρουμε, λάτρεψε, όσο λίγοι, τη ζωή, την αγάπη, τον έρωτα, τη Μήθυμνα, τη Λέσβο, τον Αιγαιοπελαγίτικο χώρο και τους ανθρώπους του. Ήταν ο ανεκτίμητος υμνητής των. Χάραξε με την παρουσία του, για δεκαετίες, τα λογοτεχνικά δρώμενα του νησιού μας. Ακούραστος παρατηρητής τα κατέγραφε πάντα με ευαισθησία και τόλμη. Κυρίως όμως με την αναλυτική ματιά ενός ασκητή του πνεύματος.
Θέλω, τούτο απόψε, να μείνει σαν μια ελάχιστη ένδειξη ευγνωμοσύνης κι ένας ασήμαντος φόρος τιμής στον προικισμένο αυτόν άνθρωπο, κομψό σε γραφή και μάστορα στην έκφραση, που προσωπικά –και δεν κουράζομαι να το επαναλαμβάνω- μου έδωσε τη χαρά, με βοήθησε και μου έμαθε, στη ζωή μου, με τα γραφτά του -όσο το χρειαζόμουν- να ευαισθητοποιηθώ, να αγαπήσω και συνάμα, αρκετές φορές, ν’ αμφισβητήσω. Η εφηβεία μου ζυμώθηκε μ’ αυτά.
Τότε πίστευα, κι ήταν φυσικό άλλωστε, ότι μπορούσα να τ’ αλλάξω όλα με τα αισθήματα, τα όνειρα και την αγνότητα των προθέσεων. Κι όλα αυτά μου τα πρόσφεραν τα γραφτά του. Που σαν κύμα ξεκίναγαν από την πέννα του και χτυπούσαν κατ’ ευθεία στην καρδιά μου. Δάσκαλος εξ αποστάσεως τότε. Πολύτιμος σύμβουλος, πνευματικός μου μέντορας κι ανεκτίμητος φίλος, τελευταία. Κι αυτή η φιλία, ήταν ο μεγαλύτερος τίτλος τιμής. Αισθάνομαι υποχρέωση για όσα μου πρόσφερε και για άλλα τόσα πολλά που του χρωστάω. Το πόσο με παρότρυνε στις δικές μου πνευματικές ανησυχίες, εγώ το ξέρω. Γι’ αυτό δέχτηκα σήμερα να πω τούτα τα λίγα λόγια εκτίμησης. Ήταν ανάγκη.
Λένε πως υπάρχει μέσα μας, ένας κόσμος που ταξιδεύει ψάχνοντας το χτες. Βυθίζεις, κάθε φορά, το χέρι σου μέσα στα χρόνια να βρεις αυτά που το καθένα τους έχει τη χάρη και την αξία του. Δεν μπορείς να τα διαγράψεις έτσι ξαφνικά απ’ το μυαλό σου διότι είναι μια νοσταλγική διάθεση που κατά καιρούς, μας αναγκάζει να επιστρέφουμε σαν κάτι να ξυπνάει μέσα μας. Εγώ, έχω να θυμάμαι, όσα έζησα, όσα ένιωσα και κυρίως όσα κουβαλάω ακόμα μαζί μου. Είναι φυσικό, άλλωστε, να ποθούμε, ό,τι μας λείπει... Γι’ αυτό κάθε φορά που διαβάζω ποιήματά του –κι αυτό συμβαίνει αρκετές φορές– νιώθω την ψυχή μου να πάλλεται. Με τους στίχους του ταξίδεψα και ταξιδεύω στο όνειρο, στη νοσταλγία, στον έρωτα… κι αντάμα στο ίδιο... παραμύθι. Γι’ αυτό και η ανάγκη μου να πω δημόσια αυτό το ευχαριστώ. Που το χρωστούσα. (*)

Αυτό ήταν, ο Μήτσος Τσιάμης, ένας γεννημένος γνήσιος ποιητής. Τα χρειαζόμαστε τα λόγια του ποιητή μας, του δικού μας ποιητή γιατί γαληνεύει πράγματι η ψυχή μας. Πιστεύω κι εγώ πως «πολλά είναι αυτά που μπορούν να κάνουν τη ζωή μας καλύτερη, επιμένω όμως στη σκέψη ότι μόνο οι ποιητές μπορούν να την κάνουν ομορφότερη».

Καλέ μου δάσκαλε: Να ’σαι καλά! Εκεί στις γειτονιές των αγγέλων.
.
(*) Σε τούτο το σημείο ζήτησα να μου επιτραπεί να διαβάσω ένα άρθρο μου για ’κείνον που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ στις 8 Αυγούστου του 2006. Μπορείτε να το διαβάσετε εδώ.

Μηθυμναίος

** Οι φωτογραφίες είναι του Δημήτρη Μπεθάνη (Sailor)