Κι εκεί που νομίζεις ότι όλα έχουν πάρει το δρόμο τους,
οι σκέψεις δε λένε να συντονιστούν. Όλα συνωστίζονται, άτακτα και ακαθόριστα.
Αγάπες και φόβοι. Εμμονές και αντιδράσεις. Το παραμικρό και το ασήμαντο. Όλα.
Της φαντασίας τα ταξιδέματα και τα ονειροπολήματα, αντάμα με της πλήξης τα
τεχνάσματα, με στριμώχνουν σε δύσκολα περάσματα. Το αναπάντεχο κι απόλυτο της
σιωπής διασταυρώνεται με το φευγαλέο «γιατί» της απορίας, που αφουγκράζεται
τους κραδασμούς της κοινωνίας και ψάχνει να βρει εξήγηση: τι λείπει άραγε από
τούτον τον άγριο κόσμο; Ιδού η απορία…
Αυτήν ακριβώς την ώρα, του άναρχου ανακατέματος, εμφανίζεται
απροσκάλεστος ο νους ο αντάρτης να πάρει την κατάσταση στα χέρια του. Καθετί
που ξεφεύγει απ’ την ψυχή το αναλαμβάνει αυτός να το επεξεργαστεί, ανάλογα με
τα κέφια του. Σκοτίζεται, τάχα μου, για τις ζημιές και τα κέρδη της μέρας.
Ανοίγει τα κατάστιχα και κάνει τον απολογισμό του.
Πολύ το ξόδεμα… μικρό το κόστος… Η ψυχή και ο νους –δυο
κόσμοι χωριστοί κι αντίθετοι– κάνουν τις βόλτες τους κι ανακατεύονται χωρίς να
συναντιούνται. Και παραπέρα το ασήμαντο, το απόλυτο, το πραγματικό, το
αυθεντικό «εγώ» μου, χωρίς συμβάσεις, χωρίς δεσμεύσεις, χωρίς προσχήματα, χωρίς
κανόνες, απασχολεί τον ψεύτικο εγωισμό του και μου ζητά απεγνωσμένα να το
βαφτίσω σημαντικό.