«Είμαι πάρα πολλά για να μην είμαι τίποτα και πολύ λίγος για να είμαι κάτι»… * * * * * «Ψάχνω να βρω λέξεις… που να "αγγίζουν" κι αγγίγματα που να μιλούν»…

19 Φεβ 2021

«αν ήμουν Θεός για μια μέρα…»

Μεγάλη Παρασκευή 17 Απριλίου 2009. Η δημοσιογράφος Ντόρα Πολίτη με χρίζει Θεό και μου παίρνει συνέντευξη για τη στήλη της: «αν ήμουν Θεός για μια μέρα…» στην εφημερίδα ΑΙΟΛΙΚΑ ΝΕΑ 


Σαν άνθρωπος της ξενιτιάς και τώρα… Θεός, πώς θα παρέμβεις στα… του νόστου;

Θα έκανα, να μην υπάρχει ξενιτιά, ούτε και μετανάστες. Θα τους πρόσφερα εδώ στην πατρίδα, όλα όσα ψάχνουν στα μακρινά που πάνε. Θα έκανα, η Ελλάδα ν’ ακούει τους χτύπους της καρδιάς των ξενιτεμένων, να μην αδιαφορεί, ν’ αφουγκράζεται τη νοσταλγία για την «Ιθάκη» τους. Και σαν Θεός, θα έκανα το θαύμα για τους δικούς μας απόδημους για να μην νιώθουν στα ξένα Έλληνες και στην Ελλάδα… ξένοι.

Σαν «λογοτέχνης» Θεός, ποιους μεγάλους του λόγου και του πολιτισμού θα ξανάφερνες απ’ τον Άδη, για να λάμψει και πάλι η Ελλάδα;

Τούτο χρειάζεται πολλή δουλειά και μια μέρα δεν φτάνει ούτε για το Θεό. Θα το απλοποιήσω λοιπόν. Χωρίς δεύτερη σκέψη, σ’ όλους τους μεγάλους Αρχαίους θα ξανάδινα «διαβατήριο» για πίσω στο φως. Είναι οι μόνοι που άφησαν παρακαταθήκη πολιτισμού και οι μόνοι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, για τους οποίους νιώθουμε περήφανοι. Αυτοί έκαναν την Ελλάδα να λάμψει, όταν οι άλλοι βάδιζαν ακόμα στα σκοτάδια και αυτοί θα μπορούσαν να το ξανακάνουν.

Σε ποια χώρα θα παρενέβαινες για έπαινο ή για… παραδειγματισμό;

Στην Υπερδύναμη. Θα μάζευα όλους τους πολιτικούς της και θα τους μοίραζα σε χώρες που είναι σημαδεμένες από τις παρεμβάσεις τους. Να ζήσουν εκεί, και να υποστούν τα έργα των χειρών τους στο ίδιο τους το πετσί.

Για την γενέτειρά σου τη Μήθυμνα κάτι εξαιρετικό που θα έκανες;

–  Είναι το αραξοβόλι μου αυτός ο τόπος. Τον κουβαλώ, τον πονώ, τον ποθώ! Θα υλοποιούσα λοιπόν την ιδέα ενός φίλου. Θα επέβαλα τον κιθαρωδό Αρίωνα σαν το σύμβολο της Μήθυμνας παντού και τότε θα ερχόταν η εξέλιξη και η αναγνωρισιμότητά της σε μια μέρα, όσο κι εγώ θα ήμουν Θεός. Αλλά το δώρο μου στη Μήθυμνα θα έμενε στους αιώνες.

Για το θνητό εαυτό σου τι θα έκανες;

Θα μου έδινα… παράταση μήπως… προκάνω και κάτι, αλλά, κακά τα ψέματα. Σε μια μέρα, όσο Θεός κι αν είσαι, δεν τα καταφέρνεις, έτσι που έγιναν τα πράγματα. Θα εξολόθρευα πάντως τον πόνο, τις αρρώστιες, τον άδικο θάνατο και για μένα και για όλους. Και… λίγο πριν τελειώσει η εξουσία μου του 24ώρου, θα με ξανάκανα και πάλι παιδί! Ήμαρτον, Θεέ μου…

Οικουμενικός Πατριάρχης, Πάπας ή κανένας;

Δυστυχώς κανένας! Άλλωστε και στις δημοσκοπήσεις ο… κανένας προηγείται, αφού οι αντιπρόσωποι του Θεού δεν πείθουν…

Μέρα Επιταφίου σήμερα και η ερώτηση άκρως επίκαιρη. Θα ξανάστελνες το «Γιο σου» σήμερα με ευλογίες και προσευχές όπως τότε ή θα του έδινες… καλάσνικοφ στο χέρι;

Θα του ’λεγα: «Ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατόν μου τέκνον», τώρα κι αν χρειάζεται να σε ξαναστείλω, τώρα που ο κόσμος που πλάσαμε έγινε αγνώριστος. Για να μην παραβιάσω όμως την 6η εντολή μου: «ου φονεύσεις» θα τον έστελνα όχι με καλάσνικοφ, αλλά με βούρδουλα, μαστίγιο και φραγγέλιο σίγουρα. Αν και σαν «Θεός», ξέρω πως πάντα ο όχλος θα βρίσκει τρόπο να ξανασταυρώνει τον «Υιόν του Ανθρώπου».

Ντόρα Πολίτη
Αιολικά Νέα

9 Ιαν 2021

Τι να γυρεύουν οι ψυχές μας ταξιδεύοντας;


       Λένε πως μέσα μας υπάρχει ένας κόσμος που ταξιδεύει ψάχνοντας το χτες. Σελίδες παραμυθιού, που ξέχασε ο χρόνος να γυρίσει, έρχονται να μας ταξιδέψουν ανάμεσα σε όλα όσα λαχταράμε. Βυθίζεις, κάθε φορά, το χέρι σου μέσα στα χρόνια να βρεις αυτά που το καθένα τους έχει τη χάρη και την αξία του. Γεγονότα σημαντικά που δεν μπορείς –και δεν πρέπει– να τα διαγράψεις απ’ τα μάτια σου, μήτε απ’ το μυαλό σου, γιατί είναι αυτή η νοσταλγική διάθεση που, κατά καιρούς, μας αναγκάζει να επιστρέφουμε σαν κάτι να ξυπνάει μέσα μας. Άλλωστε είναι φυσικό να ποθούμε, ό,τι μας λείπει... 

     Στη ζωή, δεν είμαστε εμείς που επιλέγουμε την πόλη που θα ζήσουμε. Άλλα είναι αυτά που συνωμοτούν γι’ αυτό. Δεν έχω ζήσει παρά  μόνο σε τρεις πόλεις. Η μία δεν είναι ούτε καν πόλη, είναι το χωριό που γεννήθηκα κι έζησα τα παιδικά μου χρόνια: η Μήθυμνα της Λέσβου. Ο τόπος της παιδικής μου μνήμης και της γήινης νοσταλγίας μου. Η άλλη είναι η πόλη της εφηβείας, της ενηλικίωσης και της μισής και κάτι ζωής μου: η Βαλένσια της Βενεζουέλας. Σ’ αυτή τη φιλόξενη πόλη άφησα το στίγμα και τα χνάρια μου. Και τώρα η Αθήνα, μια πόλη που ακόμη την μαθαίνω και… δεν θα έλεγα πως την έχω αγαπήσει... 
       Σ’ αυτές τις τρεις πόλεις θα πρέπει να ψάξω να βρω κάτι από τον εαυτό μου. Και το βρήκα σ’ αυτή όπου, στα δεκάξι μου χρόνια, σαν μια βαρκούλα που λαχταράει ωκεανούς, έφτασα φορτωμένος με τα πιστεύω και τις καταβολές του τόπου που με γέννησε και με τα πρέπει των γονιών και των δασκάλων μου, βαθιά ριζωμένα στο μυαλό μου. 
     Μου συμβαίνει συχνά να διαβαίνω το σήμερα, να πορεύομαι προς το αύριο, αλλά και κάποιες φορές, τραβάω, την κουρτίνα μήπως και… συναντήσω το χτες. Η ζωή έχει γυρίσματα, αυτό είναι σίγουρο. Κι εδώ συμφωνώ απόλυτα με τον Δανό φιλόσοφο Κίρκεγκορ –αλίμονο φιλόσοφος είναι αυτός– που σ’ ένα απόφθεγμά του λέει: «Η ζωή βιώνεται κοιτάζοντας προς τα εμπρός, αλλά την κατανοούμε κοιτάζοντας προς τα πίσω». Δίνω μια μικρή στροφή, λοιπόν, ψάχνοντας πίσω στο παρελθόν μήπως και ξαναβρώ εκείνα τα όνειρα και τις υποσχέσεις, να δω τις εικόνες που δεν χάνονται απ’ τα μάτια μου, μήτε σβήνουν απ’ τη μνήμη μου. Τούτες τις μέρες συλλογίζομαι κι αναπολώ εκείνη τη μακρινή μου πόλη. Αυτή όπου έζησα τα δύο τρίτα σχεδόν, της μέχρι τώρα ζωής μου. Σ’ αυτή «ταξιδεύω» με τη φαντασία μου για να τη συναντήσω. Να δω ξανά τη ζωή μου. Εκεί όπου έκλαψα, γέλασα κι αγάπησα, όπου αντρώθηκα, ερωτεύτηκα, διδάχτηκα και ονειρεύτηκα. Και πόσα άλλα ακόμη, που ήρθαν και άλλαξαν τη ζωή μου. Και… το σπουδαιότερο απ’ όλα ότι εκεί έκανα και την οικογένειά μου! Ε, δεν μπορεί παρά αυτή την πόλη να την αγαπώ! 
     Εκεί, έψαξα και βρήκα τους δικούς μου, προσωπικούς δρόμους. Δέθηκα με διαφορετικούς ανθρώπους, δεν είχε σημασία ούτε η καταγωγή, ούτε η θρησκεία, ούτε το χρώμα. Έμαθα να έχω ανοιχτό μυαλό, να δέχομαι το διαφορετικό και να το καταλαβαίνω. Και παρ’ όλο που δεν ένιωθα να με συνεπαίρνει και να με καταπιέζει το περιβάλλον, όπως θα μπορούσε να είχε συμβεί, ονειρευόμουν το μέλλον· δεν το φοβόμουν. Είχα εμπιστοσύνη στον εαυτό μου. Μια εσωτερική, αόρατη δύναμη, μέσα μου, πολεμούσε τον φόβο και τον αντικαθιστούσε με ελπίδα. Ελπίδα ίσον μέλλον, τότε... Τώρα μνήμες. Μνήμες ίσον παρελθόν. Γι’ αυτό έλεγα, προηγουμένως, πως τραβώντας την κουρτίνα, έψαχνα να συναντήσω το χτες, γιατί έτσι είναι η μνήμη, ξεπετάγεται εκεί που δεν την περιμένεις σε πιάνει απ’ το χέρι και σε σέρνει ξανά πίσω. 
       Με το μέλλον τότε και με το παρελθόν τώρα, ζω το παρόν. Κι αναρωτιέμαι ανατρέχοντας στο στίχο του Σεφέρη: «Μα τι γυρεύουν οι ψυχές μας ταξιδεύοντας / πάνω στα σαπισμένα θαλάσσια ξύλα / από λιμάνι σε λιμάνι;». Ένα σωρό πράγματα γυρεύουν, αυτά που άφησα πίσω σ’ αυτή την πόλη. Κομμάτια και στιγμές μιας ζωής που δεν μπορώ, δεν γίνεται να τα αγνοήσω. Και τη νοσταλγώ όχι για το τώρα, αλλά για το τότε, για τις ελπίδες και τα όνειρα που με άφηνε να κάνω. Αυτά γυρεύουν οι ψυχές μας ταξιδεύοντας...


30 Δεκ 2020

Η χρονιά που σταμάτησε… ο χρόνος! *

Η χρονιά που δεν είχε Κυριακές και Σχόλες. Δεν είχε Πάσχα και Χριστούγεννα. Δεν είχε το «μαζί». Δεν είχε θαλπωρή και ξεγνοιασιά. 
Δέσμιοι της μονοτονίας σε συνθήκες εγκλεισμού. Μόνοι μας! Μόνοι και μακριά σκεφτόμασταν τους δικούς μας και τους φίλους μας. Η χρονιά που σταμάτησε ο χρόνος! 
Νιώσαμε τη θλίψη που δε νιώσαμε ποτέ. Το φόβο, την οργή και την πίκρα που δεν αισθανθήκαμε ποτέ. Τη μελαγχολία που έσβησε απ' τα χείλη μας το χαμόγελο κι έπιασε στασίδι μέσα μας. Προσευχηθήκαμε και κλάψαμε όσο ποτέ. Είδαμε τη ζωή να πηγαίνει και να φεύγει σε μια στιγμή. Τη χρονιά που σταμάτησε ο χρόνος!  
Το μυαλό μας τρέχει, τρέχει σε στιγμές που μας έλειψαν, σε βλέμματα, σε αγκαλιές,  σε ανατολές, σε ηλιοβασιλέματα, σε ταξίδια, σε νησιά και σε θάλασσες. Tόσες δα  στιγμές  που ο χρόνος -παραδομένος σ' ένα «τίποτα»-  τις έκανε τεράστιες. Χρειάζεται να βρεθούμε ξανά, ν' αγκαλιαστούμε ξανά, να κοιταχτούμε ξανά, να φιληθούμε ξανά. Πόσο μας έλειψαν όλα, τη χρονιά που σταμάτησε ο χρόνος!
Αφόρητη η κατάσταση, αβέβαιη και η καθημερινότητα. Δεν μπορεί, δεν επιτρέπεται, κάτι πρέπει να γίνει, κάτι πρέπει να αλλάξει. Όλο τούτο να περάσει· και πρέπει να περάσει για να μας ενώσει ξανά. Δεν είναι εύκολο, ωστόσο είναι επιβεβλημένη η επιστροφή στα αυτονόητα, στο νόημα της ζωής, στις βασικές ανθρώπινες ανάγκες. Για να υπάρχουμε.

Αποχαιρετώντας μια δύσκολη χρονιά ας  εστιάσουμε σ' αυτά τα πολύτιμα που στερούμαστε. Ας επαναπροσδιορίσουμε την αξία των μικρών μα… τόσο μεγάλων της ζωής μας. Ας έχουμε υγεία, ψυχική δύναμη και αισιοδοξία για να πορευτούμε σ' ένα καλύτερο αύριο. Σ' έναν καλύτερο κόσμο!

Καλή χρονιά με υγεία αγάπη, ενσυναίσθηση, ευτυχία και χαρά! 

* Έναυσμα και αφορμή για το ξέσπασμα :

το Αργεντίνικο τραγούδι « El año que se detuvo el tiempo »

Στράτος Δουκάκης 

14 Δεκ 2020

Καταστάσεις...

Σε τούτο το σημερινό Δευτεριάτικο βροχερό πρωινό, κοντεύω στο παράθυρο και κοιτάζω έξω τη θλιμμένη γκρίζα μέρα και συνάμα προσπαθώ να συνειδητοποιήσω την τραγικότητα της κατάστασης που βιώνουμε. Μου είναι αδιανόητο να φανταστώ πόσο ακόμη θα τραβήξει όλο αυτό. Ταυτόχρονα βάζω τα δυνατά μου να το αφομοιώσω και να προσγειωθώ στην πραγματικότητα. Να φανταστώ τον κόσμο μας αύριο. Ποιο αύριο θα μου πείτε…



Όση αισιοδοξία κι αν επιστρατεύσω, όση φαντασία κι αν επικαλεστώ, το μέλλον που ξημερώνει και το αντιπροσωπεύει, φυσικά, ο επερχόμενος νέος χρόνος, δυστυχώς, δεν μου χαμογελάει από πουθενά. Στράφι θα πάνε οι ευχές μας φέτος. Αλλά ευχές είναι και θα πρέπει -επιβάλλεται- να τις εκφράσουμε, να τις δώσουμε, να... τις μοιραστούμε. Κρίμα, τόσοι αγαπημένοι άνθρωποι υπάρχουν γύρω μας και μας λείπουν…

Αφήνω τη βροχή και επιστρέφω στις χαλαρές μουσικές που, εν τω μεταξύ, είχα αφήσει όσο έκανα τις σκέψεις μου, εκεί όπου οι νότες της τζαζ ίσως κατορθώσουν και με κρατήσουν στα ίσα μου. Και κοίτα να δεις πως καταφέρνουν, αυτοί οι εξαιρετικοί μουσικοί, με τους αυτοσχεδιασμούς τους, να σκορπίζουν τις ευωδιαστές μελωδίες που ταιριάζουν με την ατμόσφαιρα. Μαγική συντροφιά, προορισμένη να συντροφεύει ιδιαίτερες στιγμές μας. Κάτι είναι κι αυτό.