Σελίδες

25 Νοε 2008

Καημένε Τεριάντ!

(ή όταν ένα μουσείο αποκτά στάνη με κατσίκες)

Σε οποιοδήποτε άλλο μέρος του πολιτισμένου κόσμου, μια τέτοια συλλογή έργων τέχνης θα αντιμετωπιζόταν καταπώς της άξιζε. Μοναδικής αξίας θησαυροί, πρωτότυπα έργα και λιθογραφίες μεγάλων Ελλήνων και ξένων ζωγράφων - έργα «ιερών τεράτων» του παγκόσμιου καλλιτεχνικού στερεώματος ακόμα και ευρωπαϊκά μεσαιωνικά χειρόγραφα - θα αντιμετωπίζονταν ως εθνικός θησαυρός. Σε οποιοδήποτε άλλο μέρος του πολιτισμένου κόσμου. Αλλά όχι στην Ελλάδα και στη Μυτιλήνη. Το Μουσείο Τεριάντ στη Βαρειά, κόσμημα των ελληνικών μουσείων, αργοπεθαίνει στη μιζέρια που το καταδίκασε το ελληνικό κράτος και το υπουργείο Πολιτισμού.

Μέρος του Μουσείου

Όσον αφορά στα έργα των μεγάλων ζωγράφων του 20ού αιώνα, αργοσβήνουν - αλλοιώνονται κρεμασμένα σε τοίχους χώρων χωρίς κλιματισμό, με τον ήλιο να τα «καίει», εκτός και αν κάποιοι από τους 4 - 5 ανεκπαίδευτους φύλακες που απέμειναν θυμηθούν να τραβήξουν κάποιες κουρτίνες, που έτσι, χωρίς πρόγραμμα, τοποθετήθηκαν κι αυτές πριν λίγα χρόνια. Όσον αφορά στα έργα που δεν είναι κρεμασμένα σε τοίχους, αυτά σαπίζουν σε κάποια υπόγεια αίθουσα, σκεπασμένα με ένα κομμάτι πλαστικού με μια… ποντικοπαγίδα να τα προστατεύει από το να γίνουν μεζές ποντικιών. Όσα βέβαια δεν έγιναν ήδη!



Η υπόγεια αποθήκη έργων τέχνης και η πλαστικούρα
.
Το Μουσείο-Βιβλιοθήκη Στρατή Ελευθεριάδη - Teriade, άνοιξε τις αίθουσές του στο κοινό τον Αύγουστο του 1979. Τότε χαρακτηρίσθηκε ως μοναδικό μουσείο στο είδος του, ένα «ανοικτό βιβλίο» που «επεφύλασσε στον επισκέπτη του», είπε στα εγκαίνιά του ο Οδυσσέας Ελύτης, «περιπλανήσεις και πνευματικά ταξίδια». Στις αίθουσές του εκτέθηκε το σύνολο του εκδοτικού έργου τού εμπνευσμένου, μοναδικού αυτού ανθρώπου και καλλιτέχνη, του Στρατή Ελευθεριάδη - Teriade, που αποφάσισε να δωρίσει τα έργα του στην πόλη όπου γεννήθηκε, τη Μυτιλήνη. Στις αίθουσές του λιθογραφίες των Σαγκάλ, Τζιακομέτι, Ματίς, Πικάσο, Λεζέ, Μιρό και άλλων μεγάλων, αλλά και έργα των Θεόφιλου Χατζημιχαήλ, Τσαρούχη, Κανέλλη και άλλων πολλών.
.
Του Στρατή Μπαλάσκα (Εφημ. ΕΜΠΡΟΣ)

18 Νοε 2008

ΦΥΛΛΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ


Άφησα τα χέρια μου να ταξιδέψουν στον καιρό, ν’ αναμοχλεύσουν θαμπές εικόνες, ν’ αγγίξουν γλυκά ανομολόγητα μυστικά, αφελών ερώτων αγνοώντας τη δύναμη του χρόνου και των συνεπειών.
Δεν ξέρω αν μπορώ να ξαναζωντανέψω το παρελθόν, αλλά αν πρέπει...
Η κομμένη σελίδα απ’ το ημερολόγιό της, κιτρινισμένη πια απ’ τον καιρό, διπλωμένη σα φυλακτό τόσα χρόνια, έγραφε τούτα:


«Τον τελευταίο καιρό είναι αλλαγμένος. Τον κοιτάζω στα μάτια μήπως έτσι καταλάβω, μα χώνομαι περισσότερο στο άγνωστο. Είναι δύσκολο να καταλαβαίνεις από τα μάτια εκείνους που είναι αποφασισμένοι να κρατήσουν αφανέρωτο το μυστικό τους. Εκείνος πιστεύει σε κάτι που το νιώθω ωραίο μα τρέμω να τ’ ομολογήσω. Ω! Θεέ μου! Μονάχα εσύ ξέρεις πόσο θα ήθελα να του συμπαρασταθώ.»
»Είναι πολύ βαριά η καρδιά μου. Θέλω να κλάψω, θέλω να ξεσπάσω σε μια τρελή παραφορά... Θεέ μου. Βοήθησέ με να είμαι λογική. Αν είναι η αγάπη αυτό που νιώθω, αν είναι η αληθινή αγάπη, βρήκες Θεέ μου, το πιο σκληρό υλικό να την πλάσεις. Έκανες την καρδιά μας όμως από την πιο τρυφερή ζύμη. Μα η αγάπη είναι σκληρή. Όταν κάποτε θα θέλω να φωνάξω με το όνομά του αυτόν που αγαπώ ποιος θα με βοηθήσει να τον εύρω; Ποιος θα πάρει τη φωνή μου να την φέρει ως εκείνον;»


Διαβάζω σιγανά τις γραμμές που έγραφε τότε, η Σ. κι ανακαλύπτω πόσο αληθινή γινόταν τις ώρες που ξαλάφρωνε. Σε στιγμές μιας αφανέρωτης αγωνίας... Τότε που η θέλησή της λυγούσε στον πόθο. Που το κορμί ζητούσε να χορτάσει την πείνα του. Κι αφηνόταν. Τίποτα δεν είναι πιο δυνατό απ’ αυτή την αλήθεια του κορμιού. Κι όμως στην πιο ιερή του ώρα, οι άνθρωποι, του κόλλησαν τη ρετσινιά της αμαρτίας...

Το πιο σημαντικό στη συνέχεια ήταν πως, πάνω από τις τσαλακωμένες σελίδες της ψυχής της, ξεσπούσαν χιλιάδες δάκρυα... κι έτσι εκείνη που συντρόφευε τα όνειρά μου στις μοναχικές νύχτες, έγινε μια αρτηρία της καρδιάς μου...

Πάντα έχουμε ένα χαμένο τόπο μέσα στη μνήμη μας και μια επιθυμία επιστροφής. Κι αυτός ο χαμένος τόπος συνδέεται με κάτι το οποίο είναι αμαρτωλό και πρέπει να κρατηθεί μυστικό. Μα... η νοσταλγία είναι ευπρόσδεκτη, οι αναβιώσεις επίσης. Είναι σαν εκείνες τις γλυκές πληγές που ούτε εύκολα κλείνουν ούτε καν θέλουμε να κλείσουν, κι ας είναι πληγές, κι ας το ξέρουμε. Δεν είναι πια μυστικό. Έπαψε να 'ναι. Συγχώρεσέ με...

«Δεν το ’θελα ποτέ / σε τέτοιες σκέψεις να γυρίσω.
Μα είναι νύχτες, / κάποιες ατέλειωτες, / που από τα πέλαγα /
όλως ακούραστα / τα παλαιά μου οράματα / τα φέρνω πίσω». *
Μηθυμναίος
* Οι στίχοι είναι της Κικής Δημουλά από το ποίημα "Κάποιες Νύχτες"

12 Νοε 2008

Εσείς τα υπέροχα «κομματάκια» μου!


Ομολογώ πως η τελευταία μου ανάρτηση, εκείνη της συνεύρεσης με φίλους, η σύντομη (ευτυχώς) γρίπη, η γιορτή μου, τα θερμά και ειλικρινά σας σχόλια, τα δεκάδες τηλεφωνήματα με ευχές, ήταν όλα αυτά που μ’ έβαλαν να συλλογιστώ, και σκέφτηκα πως ναι, αυτό που είπε ο Δημόκριτος ότι «από κανένα δεν θα αγαπηθεί αυτός που δεν αγαπάει κανένα» είναι ό,τι αληθινό. Το πιστεύω! Απλά γιατί εγώ... σας αγαπώ!

Οι φιλίες, φτιάχνονται από κάτι μικρά «κομματάκια»! Κομμάτια της ζωής μας. Του χρόνου που ζούμε, που ξοδεύουμε με κάθε άνθρωπο. Δεν έχει σημασία το «πόσο» της διάρκειας του χρόνου αλλά η ποιότητά του. Πέντε λεπτά μπορούν να έχουν περισσότερη αξία απ’ όσο μια ολόκληρη ημέρα.
Έχουμε χιλίων ειδών φιλίες. Αυτές από τα παιδικά μας χρόνια, από γνωριμίες στη ζωή μας, από συναντήσεις... άλλες πάλι «φτιαγμένες» από τη «μοιρασιά» της χαράς και της λύπης -στηρίγματα κάποιας στιγμής- αλλά και κάποιες που γεννιούνται απρόσμενα, δίχως να υπάρχει ένα «γιατί»! Ίσως από αμοιβαία -δίχως εξηγήσεις- συμπάθεια...
Μαθαίνουμε ν’ αγαπάμε τους φίλους δίχως να τους κρίνουμε από την εικόνα τους, από την εμφάνισή τους, ούτε απ’ αυτό που θέλουν να δείχνουν πίσω από έναν τίτλο, αλλά απ’ αυτό που είναι στ’ αλήθεια, από αυτό που καταθέτουν, απ’ αυτό που εκπέμπουν. Από τις αλήθειες τους...
Σήμερα, με τη βοήθεια της τεχνολογίας, πολλές φιλίες φτιάχνονται μέσα από μηνύματα (e-mails) blogs και σχόλια, που κι αυτές δεν παύουν να είναι πολύ σημαντικές. Διαφορετικές μπορεί. Όχι όμως λιγότερο σημαντικές! Υπάρχουν μεταξύ μας, και θα συμφωνείτε, βαθιές φιλίες που άρχισαν και φτιάχτηκαν μέσα από τούτο το μέσον...
Ο Antoine de Saint-Exupery κάπου λέει: «Ο χρόνος που έχασες για το τριαντάφυλλό σου, είναι που το κάνει να είναι τόσο σημαντικό».
Κι εγώ λέω: πως ο χρόνος που «χάνουμε» με κάθε φίλο, κάνει ακριβώς αυτόν το φίλο σημαντικό και τη φιλία ενδιαφέρουσα! Κι αυτό γιατί ο χρόνος με τους φίλους δεν είναι χαμένος παρά κερδισμένος χρόνος, ωφέλιμος και χρήσιμος
Ένας φίλος γίνεται σημαντικός για μας –κι εμείς για ’κείνον- όταν τα συναισθήματά μας είναι αληθινά. Αισθανόμαστε τη νοσταλγία σε στιγμές που επιθυμούμε να τον έχουμε κοντά μας. Πολύ κοντά μας.
Σημασία έχει για μένα, να επωφελούμαι τα μέγιστα από αυτές τις στιγμές που μοιραζόμαστε, αυτές εγώ τις αποθηκεύω στο κουτί των αναμνήσεών μου, ώστε να έχω τη δυνατότητα και τη χαρά να τις έχω δίπλα μου, όποτε τις χρειαστώ, να σας έχω κοντά μου, όσο μακριά κι αν βρίσκεστε.
Κι ας αλλάζουν πολλά. Κι ας αλλάζουν τα πάντα και κατά συνέπεια και εμείς. Κι ας τραβάμε ξεχωριστούς δρόμους, όλα αυτά τα «κομματάκια», λοιπόν, είναι οι άνθρωποι που αγαπώ και μ’ αγαπούν, οι φίλοι μου, τα έχω μέσα στην καρδιά μου. Είναι ο θησαυρός μου!

Σας ευχαριστώ όλους για τα υπέροχα «κομματάκια» που, κάθε τόσο, μου χαρίζετε!

Μηθυμναίος

6 Νοε 2008

Σπάνιες στιγμές ουζοκατάνυξης...

Πριν λίγες μέρες είχα τη χαρά να παρευρεθώ με φίλους συμπατριώτες μου σε ουζερί του κέντρου της Αθήνας κι ανέλπιστα, θα έλεγα, πήρα μαθήματα μιας ιδιαίτερης διάθεσης αυτής που επικρατεί όταν η καλή παρέα συνοδεύεται από το δικό μας «σήμα κατατεθέν» όπως είναι το ούζο!

Ανοίχτηκαν αμέσως τα πρώτα καραφάκια και μια απίστευτη ποικιλία από λεσβιακές μυρωδιές γέμισαν τα δυο τραπεζάκια που είχαμε ήδη ενώσει. Και δεν είχα παρά να επιβεβαιώσω πως όντως η κουλτούρα του ούζου και των συνοδευτικών του, δηλαδή των μεζέδων και της παρέας αποτελεί μια ιεροτελεστία που μπορεί να οδηγήσει σε σπάνιες στιγμές «ουζοκατάνυξης»! Κι ήταν αυτό ακριβώς που έγινε, πράγματι, σ’ αυτή την ανεπανάληπτη συνεύρεση.
.
Η συζήτηση, αλλά και οι ιδέες είναι, λένε, παιδιά πολλών ανθρώπων και όπως ξέρουμε προκύπτουν μέσα από ερεθίσματα που ενίοτε ξεπροβάλλουν μετά το δεύτερο ποτηράκι ούζου, πόσω μάλλον όταν αυτό είναι και μυτιληνιό!
Και για να είμαι ειλικρινής στο νησί έχω τύχει σε πολλές «ουζοπαρέες», όμως τούτη εδώ ήταν διαφορετική, είχε ζωντάνια πνεύματος, ευφορία ψυχής κι αυτό το σπάνιο προσόν που διαθέτουν αυτοί οι γνήσιοι νησιώτες που ξέρουν με το χιούμορ και τα ευτράπελα καμώματά τους να διασκεδάζουν και όχι μόνο. Οι Μυτιληνιοί, (δεν θυμάμαι αν ήταν λόγια του Κώστα Μίσσιου) έχουν τη σάτιρα μέσα τους. Είναι τρόπος ζωής γι’ αυτούς. Με χιούμορ αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλον δίχως να γίνονται πικροί. Αυτό που τους διακρίνει, ιδίως, είναι ο αυτοσαρκασμός! Όταν αρχίζουν να... αυτοσχολιάζονται, η ευρηματικότητά τους σπάει κόκαλα. Κι αν ανάμεσά τους βρίσκονται κι αυτοί που ξέρουν να χειρίζονται σωστά τη μυτιληνιά διάλεκτο, τότε δεν θέλεις να τελειώσει ποτέ τούτο το συναπάντημα...

«Ούζο όταν πιεις γίνεσαι ευθύς / βασιλιάς δικτάτορας,
Θεός και κοσμοκράτορας
σαν το καλοπιείς / βρε θα ευφρανθείς /
κι όλα πια στο κόσμο ρόδινα θε να τα δεις».
Έτσι λέει και το τραγούδι της Χαρούλας που μπορείτε ν’ ακούσετε εδώ:





Όμως, το πολύ γέλιο, η θαυμάσια διάθεση, η έξω καρδιά κατάσταση, φαίνεται πως συνέβαλαν να με «κυριεύσει», δυο μέρες μετά, μια ασυνήθιστη γρίπη που μ’ έχει καθηλώσει και γι’ αυτό η ελάχιστη κι ανόρεχτη διαδικτυακή μου παρουσία τούτες τις μέρες.

Μηθυμναίος