Σελίδες

6 Δεκ 2018

Το έχει ανάγκη η ψυχή μου…



Εκείνος ξέρει καλά ποιος είναι και που πάει. Έχει ξεκάθαρες κουβέντες να πει.  Δεν μπερδεύει τις λέξεις. Θα τον δεις να ψαχουλεύει σύννεφα στον ουρανό, να τα στραγγίζει και… σταγόνα-σταγόνα να βγάζει νοήματα. Ακούει με προσήλωση, πάθος και σεβασμό τον παραμικρό παλμό των συναισθημάτων, αισθάνεται το «τρέμουλο» της καρδιάς του, ακτινογραφεί την ψυχή του· κατασταλάζει και…  σκαρώνει στίχους. Στα ανείπωτα του κόσμου βάζει γλύκα, πάλλει τις χορδές του μυαλού και τα κάνει τραγούδια, στοχασμούς, ποίηση και προσευχές. Ανιχνεύει, αφουγκράζεται, εντοπίζει και ταξινομεί, ανασκευάζει με πάθος και συντηρεί τα παράταιρα, τα αφανέρωτα και τ’ ανερμήνευτα της ζωής και των ανθρώπων.
Δεν εκφράζει απλά τον εαυτό του, τον αναποδογυρίζει, τον ξεγυμνώνει! Το μέσα το βγάζει έξω. Απλώνεται! Κάνει, ακόμη και τις υποδιαιρέσεις κάποιων στιγμών να διαρκούν. Δεν χρειάζεται συστάσεις. Αυτά τον χαρακτηρίζουν. Αυτά, ή μάλλον αυτά, χρειάζομαι κι εγώ ν’ ακούω. Στα λόγια του, θαρρείς και αρμενίζει το δικό σου εγώ. Σαν άνθρωπος τα λόγια αυτά τα χρειάζομαι, σε ώρα ανάγκης να τα ενώνω με τα δικά μου εδώ κι εκεί κομματιασμένα, τα ταπεινά κι ασήμαντα που κατά καιρούς, γράφω.
Απρόσμενο αντάμωμα μιας αλλιώτικης συνάντησης. Για κάποιο λόγο, όταν σοφές φωνές γοητεύουν και μιλάνε στην καρδιά, εγώ κοντεύω, σκύβω, ακουμπώ κι όσο μπορώ στριμώχνομαι σαν σε κρυψώνα κι ακούω με προσοχή! Μια αίσθηση πληρότητας με κατακλύζει. Αλήθεια, πόσο πολύ αυτό μπολιάζει τη σκέψη και προστατεύει –όπως το στρείδι το μαργαριτάρι του– μια εύθραυστη ψυχή. Το κρίνω σκόπιμο και το σημειώνω μόνο και μόνο γιατί η ευαισθησία της ψυχής πρέπει να προστατεύεται.
Παλιό χούι μου, άλλωστε, να «κολλάω» στη σοφή μιλιά των άλλων, στο βλέμμα, στη χαρακωμένη όψη τους. Το έχει απόλυτη ανάγκη η ψυχή μου.

30 Νοε 2018

Διστάζω…

Κάποτε επιχείρησα να απομονωθώ για να καλύψω σιωπές που τρομάζουν. Μέσα στην αδειοσύνη μου απροσδιόριστη κι όμως συγκεκριμένη θέλησα να επιβάλω μια ιδιαίτερη πειθαρχία στον εαυτό μου. Σωπαίνω αφήνοντας τα λόγια σχεδόν δίχως ανάσα. Ο παραμικρός ψίθυρος, ο παραμικρός αναστεναγμός ήθελα ν’ ακούγεται και να γίνεται χάδι στα αυτιά… Έτσι έμαθα να αποκρυπτογραφώ τις επίμονες σιωπές που, για καιρό, μου στάθηκαν μια μεγάλη συντροφιά.


Διστάζω να γράψω για κείνη την περίοδο που, ακόμη και τώρα, παρελαύνει μπρος τα μάτια μου και δε λέει να σβήσει, να χαθεί… Όλο τούτο με γεμίζει με αναστολές και φόβους. Περιφέρονται, άνω, κάτω, ευθέως και πλαγίως, ανέκφραστες απορίες και διάσπαρτες δικαιολογίες… Ασυγκράτητο το συναίσθημα. Ίσως και να υπερβάλλω, να… δίνω τεράστιες διαστάσεις στο πρόβλημα. «Δεν είναι ανάγκη να γράψεις γι' αυτά, τι σε φορτώνω καημένε»; Απευθύνομαι σε μένα…
Το θέμα είναι ότι η ζωή είναι αρκετά περίπλοκη για να μπει σε φράσεις, παραγράφους και κεφάλαια. Αλλά πώς να γίνει και αλλιώς όταν όλα ξεθωριάζουν, όλα αδυνατίζουν και χάνονται στο βάθος μιας μνήμης ισχνής. Αφήνω λέξεις, φράσεις, προτάσεις, διατύπωση σκέψεων, τονισμούς και παύσεις να χορεύουν στο μυαλό μου, να εξατμίζονται χωρίς ν’ αφήνουν ανάμνηση. Κι όμως το βλέμμα εκεί: στα υπογραμμισμένα και στου περιθωρίου τις ακατάστατες σημειώσεις.
Η λάμψη τους αργοσβήνει καθώς βυθίζονται όλο και περισσότερο στα βαθιά και σκοτεινά της θύμησης. Το περίβλημα έχει σκληρύνει, δεν είναι πια τόσο διάφανο. Είναι και θλίψη και φόβος και θάρρος και κουράγιο και… προκατάληψη. Του ανθρώπου οι ατέλειες! Μια ακόμα συγκίνηση. Κι αν είναι χιλιάδες οι λέξεις που πρέπει να ειπωθούν, εκατοντάδες τα νοήματα που πρέπει να εκφραστούν, αλίμονο, είναι άδικο όλα να συνοψίζονται στη σκληρή διαπίστωση: «Διστάζω»!


Ούτε μια λέξη δε θα πω. Εδώ τελειώνουν οι λέξεις. Πέρασε κι η ώρα. Πότε πήγε κιόλας τρεις;...

18 Νοε 2018

12 χρόνια!


12 χρόνια!   Να που φτάσαμε λοιπόν, ναι   12 χρόνια
Κι αυτό δε σημαίνει «κλείνω χρόνια» μονάχα…
Είναι κι άλλα που… μπερδεύονται γλυκά μεταξύ ημών και των άλλων.


«Άνθρωποι μόνοι με τόσους μαζί…»
Μαζί κάποτε ορίζαμε το κάδρο μας, τι χώραγε, τι περίσσευε…
Περνάει ο καιρός άτονος και άδειος…
Ξεθώριασαν οι εικόνες μας ανάμεσα στη φθορά και στην αφθαρσία…
Ο χρόνος άπληστος. Οι ώρες άγρυπνες. Η στιγμή φευγαλέα.
Οι σκέψεις προσωπικές. Οι λογισμοί πληγωμένοι.
Η πραγματικότητα μονότονη. Η ρουτίνα καθημερινή.

Η πλήξη υποτροπιάζουσα. Η εποχή ακατανόητη. 
Το παρελθόν διδακτικό. Το μέλλον άγνωστο.
Η λαχτάρα βουβή. Η αγωνία ανώφελη. Η δοσοληψία τυπική.
Η μελαγχολία πικρή. Η καρδιά ευαίσθητη. Τα αισθήματα αγνά.
Η αφοσίωση παθιασμένη. Οι εμμονές σταθερές.
Η παρουσία απούσα. Η απουσία παρούσα. 
Το βιβλίο κλειστό. Το λεύκωμα συμπληρωμένο.
Οι χορδές τεντωμένες. Το δοξάρι φθαρμένο.

Και... οι καλεσμένοι αργούν!
Ματαιότης ματαιοτήτων τα πάντα ματαιότης!


4 Νοε 2018

Καλοσύνη θα είναι…

Δεν νομίζω πως χρειάζεται να συμβεί κάτι σπουδαίο, από τη μια στιγμή στην άλλη, για να φτιάξει η διάθεσή μας. Αρκεί μια κίνηση, ένα ευχαριστώ, μια συγγνώμη, ένα χαμόγελο απ’ τον άλλο για να νοιώσεις να σε γεμίζει μια αύρα καλοσύνης. Ναι, καλοσύνης κι ό, τι αυτό πρεσβεύει... Γαληνεύεις…

Έχω από προχτές στο μυαλό κάτι που μου συνέβη–όχι πως δεν συμβαίνει, ωστόσο τείνει να εκλείψει. Κι απ’ την άλλη δεν ήταν και τόσο σημαντικό ώστε να μη το βγάζω απ’ το νου. Έκανα κάτι που, πέντε-έξι οδηγοί πριν από μένα δεν το έπραξαν. Απλά σταμάτησα για να διασχίσει το δρόμο μια ηλικιωμένη κυρία. Δεν είχα κάποιον άλλον πίσω μου. Της έκανα νεύμα να περάσει. Περνώντας, μόνο με κοίταζε. Αδιάφορα! Προς στιγμήν –ίσως από τον τρόπο της ματιάς της– σα να μετάνιωσα που σταμάτησα... Γιατί να μετανιώσω; Όχι, η πράξη μου ήταν αυθόρμητη και ανιδιοτελής. Θα ήταν λάθος! Εκείνη, με το που πάτησε στο πεζοδρόμιο, μου ανταπέδωσε ένα τεράστιο χαμόγελο και… με το χέρι το δεξί στο μέρος της καρδιάς της, ψέλλισε ξεκάθαρα το πιο γλυκό ευχαριστώ! Όχι το τυπικό των περιστάσεων, αλλά αυτό το πιο γενναιόδωρο που χαρακτηρίζεται από ευγενή κίνητρα καλοσύνης. Καλοσύνης μεταδοτικής! Ευτυχώς, πρόλαβα και το είδα.
Κάποιες φορές μια στιγμιαία απόφαση μας βάζει στην ίδια απόσταση από το να το κάνω ή να μην το κάνω. Επιλέγεις στο δευτερόλεπτο κι ό,τι προκύψει. Κι είναι άπειρες επίσης οι στιγμές φαινομενικά ασήμαντες που μας προσφέρουν αφορμές, με απλά υλικά αγάπης, να βγάζουμε προς τα έξω αυθόρμητα δείγματα ευγένειας και πράξεις καλοσύνης.
           Κοίτα να δεις πόσο μπορεί ν’ αλλάξει η διάθεση από μια ασήμαντη πράξη, που… παραλίγο θα μπορούσε να ξεφύγει. Όπως θα μπορούσε να ξεφύγει κι αυτό το τραγούδι που έπαιζε την ίδια στιγμή στο ραδιόφωνο που ’ρθε τυχαία κι έδεσε:  «είναι ν’ απορείς, που βρέθηκε τόση αγάπη όλη σ’ ένα στενό σάκο στην καρδιά σου». Όπου στη λέξη αγάπη βάλτε, αν θέλετε, καλοσύνη! Αλλά κι έτσι να τ’ αφήσετε. Καλοσύνη θα είναι!

21 Οκτ 2018

Τα τότε, τα τώρα και… τα ανέκαθεν

Αρκεί μόνο μια στιγμή, μια λεπτομέρεια κι ο μηχανισμός παίρνει μπρος, για ν’ αρχίσει η απλή διαδικασία ανάσυρσης αναμνήσεων που νόμιζα ότι είχα ξεχάσει. 
Μπορεί να είναι και θέμα ηλικίας βέβαια (καθόλου δεν το αποκλείω) αλλά νιώθω να χαράζει μέσα μου, για άλλη μια φορά, το παρελθόν. Δύσκολο να το σκεπάσεις, φυσικά, πόσω μάλλον να το σβήσεις. Μ’ άλλα λόγια, δείχνει ότι με τα χρόνια δεν σβήνεται εύκολα. Άλλα είναι που σβήνουν και καταντούν ναυάγια… 


Βρίσκομαι ενώπιος ενωπίω αντιμέτωπος με όλο και περισσότερα «ναυάγια», φιλίας και σχέσεων. Σκληρή κουβέντα ξεστομίζω. Το ξέρω. Φιλία-σχέση, δυο έννοιες που σκιαγραφούν ένα ιδιαίτερο είδος, πιθανόν υπό εξαφάνιση στους καιρούς μας. Κι όσο μετράω τα ναυάγια όλο και πιο πολλά τα βρίσκω. Εδώ σαφώς δε χωράνε λογικές και υπολογισμοί. Κι όμως, το κάνω. Μεταμφιέζω τη σιωπή σε έγνοια, σε σκέψεις, λέξεις και απορίες. Απορίες που αναδίνουν περισυλλογή, αμήχανους αποχαιρετισμούς, μελαγχολία και… ένοχα αντίο.
Κατά καιρούς σκαρφιζόμαστε εμπόδια κι όλο ψάχνουμε να βρούμε κάτι δικαιολογητικά «δεν». «Δεν» που, ενδεχομένως, δεν μπορείς παρά να τα σεβαστείς. Οι οριακές καταστάσεις, έχουν οριακές καταλήξεις. Κάποιες φορές η καρδιά μάς μπερδεύει… Μήπως δεν αξίζει πια τόσο χασομέρι; Μήπως, λέω μήπως, όλους, μα όλους, μας έφθειρε η ανέξοδη αγάπη;
Κάθε που έρχεται αυτή η στιγμή, με το μυαλό γεμάτο από ακρωτηριασμένες και λειψές μνήμες, θλίβομαι. Θλίβομαι αλήθεια. Καμώνομαι τον αδιάφορο ενώ ο χρόνος θα συνεχίζει το έργο του, θα γυρίζει στα «κάποτε»… Σαν σελίδες κομμένες στοιβάζονται, χάνονται, επανέρχονται, διασταυρώνονται –και πια δεν ξεχωρίζουν– τα περασμένα, τα τότε, τα τώρα και… τα ανέκαθεν.
Ναι, καμώνομαι τον αδιάφορο. Μου συμβαίνει όλο και συχνότερα. Όσο μεγαλώνω, σκέφτομαι πως δεν υπάρχουν αντίο στο δρόμο μας, μόνο κάποιες στιγμές χωρισμού. Τίποτα δεν τελειώνει αν εμείς δεν βάλουμε τελεία και παύλα, στη λέξη Τέλος.
Τελικά, ας πάει στο καλό κι αυτή η αδιαφορία.

8 Οκτ 2018

Πινελιές…


Έτσι, ως συνήθως, περνάν οι μέρες και οι νύχτες μας. Δίχως πολλά ενδιαφέροντα οι μέρες, χωρίς τον ύπνο το σωστό οι νύχτες. Το εικοσιτετράωρο γίνεται μια μεγάλη, απέραντη ημέρα! Μονάχα η εναλλαγή φως - σκοτάδι τη χωρίζει από την άλλη. Τίποτα πιο πολύ, τίποτα πιο λίγο.


 Για να κάνουμε τις στιγμές να διαρκέσουν περισσότερο, χρειάζεται να ξεφύγουμε από τον καθημερινό συνηθισμένο αυτοματισμό. Ν’ ανοίγουμε παράθυρα και γρίλιες στην ψυχή μας. Ν’ αφήνουμε να ξεχειλίζει της καρδιάς το πολύ! Χρειαζόμαστε απαραιτήτως μικρές αυθεντικές πινελιές στην καθημερινή μας ζωή και σαν εραστές της ομορφιάς να ζωγραφίσουμε το πλαίσιό της με τα χρώματα του γούστου και της επιλογής μας, για να μπορούμε να κοιτάμε μπροστά.
Ο χρόνος συναθροίζεται σε μια μοναδική (μια και μόνη) ημέρα. Και… προχωράει. Όσο κι αν οι άνεμοι φυσάνε και μας τραβάν αλλού κι αλλού, εκείνος θα συνεχίζει την ατέρμονη πορεία του δίνοντας νόημα σε ό,τι μοιάζει φευγαλέο ή ανυπόστατο. 
Μιας και ο χρόνος δεν σταματά, ας αφήσουμε τη σκέψη να ονειρεύεται. Ας αφήσουμε τα πράγματα στη σκιά τους να μετρούν το χρόνο.

Πόσες αναγνώσεις, αλήθεια, μπορεί να έχει μια εικόνα της καθημερινότητάς μας; 

17 Σεπ 2018

Είναι κάτι άνθρωποι…


Με τον καιρό συνειδητοποιούμε ότι κάποιοι άνθρωποι που γνωρίσαμε, στο διάβα της «μετρημένης μας ζωής», διαδραμάτισαν επάνω μας έναν καθοριστικό ρόλο. Κάποιοι μας συμπάθησαν και μας αγάπησαν. Μερικοί θέλησαν να μας δοκιμάσουν, άλλοι να μας χρησιμοποιήσουν κι άλλοι να μας διδάξουν. Μας εμφύσησαν, έμμεσα και απαλά, συναισθήματα, ιδανικά, αξίες και αλήθειες. Ωστόσο, θα πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή σε εκείνους που, παρ’ όλες τις αδυναμίες και τα ελαττώματά μας, επέλεξαν όχι μόνο να μας αγαπήσουν, να μας διδάξουν αλλά και να μας βοηθήσουν ώστε να βγάλουμε από μέσα μας έναν καλύτερο εαυτό.
Είναι, ως συνήθως, άνθρωποι των οποίων «οι σιωπές είναι λαλίστατες και τα μάτια τους άλλο τόσο». Πάντως, θέλω να πιστεύω πως, για κάποιο λόγο (Να πω το σύμπαν; Να πω η τύχη; Να πω ο Θεός;…) τους έβαλε στο δρόμο μας για να μας υπενθυμίζουν ότι η ζωή μας έχει σημασία.

Σ’ αυτόν τον κόσμο, που ολοένα στενεύει, προσωπικά είχα την τύχη –ας το θέσω έτσι– να γνωρίσω και να εκτιμήσω αρκετούς τέτοιους, ιδιαίτερα προικισμένους ανθρώπους που μου άλλαξαν ματιά, άποψη και στάση ζωής


Τώρα, στις αμήχανες στιγμές της καθημερινότητάς μου, τους αναλογίζομαι και προσπαθώ να ξεχωρίσω τι το σημαντικό διέθεταν ακριβώς αυτοί οι ιδιαίτεροι άνθρωποι ώστε να επηρεάζουν χαρακτήρες, ακόμη και συμπεριφορές. Χαρίσματα νομίζω, όπως η σεμνότητα, η ευαισθησία, η αμεσότητα, η μετριοπάθεια το συναίσθημα, το… χιούμορ τους, η ευγένεια και η ειλικρίνεια, αυτά, μεταξύ άλλων… Ναι, αυτά κοσμούσαν την παρουσία τους.

14 Αυγ 2018

Εκείνη ξέρει, έχει τις απαντήσεις…


          Η ζωή κυλάει κανονικά, με τα πάνω και τα κάτω της φυσικά, κι εμείς από το περιθώριο –αυτόπτες μάρτυρες και θεατές– αμήχανα ατενίζουμε αφ’ υψηλού… Παρακολουθούμε λειψά κι αταξινόμητα επεισόδια μια μόνιμης –καθολικής θα έλεγα– φθοράς και μιζέριας. Σάμπως μπορούμε να βρούμε άκρη;


Επιχειρώ ένα συνταίριασμα όλων των παραπάνω, να το θέσω στο ισοζύγιο των συναισθημάτων: της αρχής και του τέλους των πραγμάτων. Βλέπω πώς γίνεται, σε μια στιγμή, το άπλετο και άχραντο καλοκαιρινό φως να μετατρέπεται σ’ ένα τεφρό γκρίζο που μεταφράζεται σε μια σχεδόν ανεπαίσθητη μελαγχολία, οργή και θλίψη…
Έτσι ξαφνικά και στα καλά καθούμενα, γέμισε η ζωή μας όχι «θολωμένες», μα μαυρισμένες στιγμές που μας οδήγησαν, αλίμονο, στο πουθενά. Από πού ν’ αρχίσω; Παράταιρη μοιάζει (και είναι). Εκείνη, ωστόσο, ξέρει τι θα κάνει, έχει τις απαντήσεις της: θα μας τραβήξει ξανά στο μετά…
Παρ’ όλα αυτά συνεχίζω να πιστεύω ότι η ζωή είναι σαν ένα φλυτζάνι καφέ. Όλα εξαρτώνται από το πώς τον ετοιμάζεις, αλλά πάνω απ’ όλα πως τον πίνεις… 

9 Ιουλ 2018

Στην Άκρη του Ορίζοντα...

Ο κόσμος είναι γεμάτος από μικρές χαρές. Θα έλεγα, ωστόσο, πως το σημαντικό είναι να μπορούμε –και να θέλουμε, βεβαίως– να τις ψάξουμε. Έτσι δεν είναι; Γι’ αυτό συνίσταται, η όποια πιθανότητα υπάρχει –ή έχουμε– να μην την αφήνουμε να πάει χαμένη.
Βέβαια, στο διάβα του χρόνου συνειδητοποιούμε πόσο ελεύθεροι ήμασταν (ανέκαθεν) μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο (τον μικρό τον μέγα) και με φόντο έναν ατέρμονο ορίζοντα να επιλέξουμε και… πόσο αυτή η ελευθερία γινόταν ατολμία και αποθάρρυνση.


Στην ορμή της νιότης που εξουδετερώνει κάθε αντίδραση, εντυπωσιάζει ή γοητεύει αλλά και στις σημειώσεις των περιθωρίων διαγραφόταν το πάθος –και η δύναμη αυτού του πάθους– που ζητούσε όλο και πιο μεγάλες ανάσες για να υπάρξει.
Ανεξάρτητα απ’ όσα συναντήσαμε, πάντα υπήρχε ένα, έστω μικρό, μονοπάτι, ένα στενό πέρασμα που ίσως μας οδηγούσε εκεί που θα ανακαλύπταμε πόσο περίσσευε το ωραίο.

Ας σκεφτούμε μόνο πόσο πολύτιμο μπορεί να είναι να το διακινδυνέψεις - και όλα να πάνε καλά, που έλεγε και ο Mario Benedetti.

19 Ιουν 2018

Μπορεί, δε λέω…

Η ροή του χρόνου με πάει μια μπρος - μια πίσω κι όπως πάω να συνοψίσω μέσα μου μια κατάσταση, μια συμπεριφορά, ένα χαρακτήρα, αναδύεται μόνη της και πάλι –συνηθισμένη και καλόδεχτη πάντα– μια ταλαιπωρημένη αίσθηση από αναμνήσεις. Το παρελθόν μου. Νυν και αεί!
            Θα έχετε διαπιστώσει, φυσικά, ότι αυτό το παρελθόν δεν το ξεφορτώνομαι εύκολα. Και πώς να το κάνω άλλωστε αφού αυτό με έθρεψε, μου χάρισε και μου δίδαξε πολλά. Η σχέση μου είναι απολύτως ζωτική. Δε θέλω να είναι στιγμές μόνο για λίγο, που περνάν και χάνονται. Όπως… οι κύκλοι, ας πούμε, που ανοίγουν και κλείνουν, ή μάλλον ανοίγουμε και κλείνουμε. Επιμένω να το κάνω για ένα και μόνο λόγο: θέλω εκείνες οι στιγμές –και οι κύκλοι, φυσικά– να διαρκέσουν όσο γίνεται αλλά και να επανέρχονται όποτε χρειάζεται.
          Έτσι, κάθε φορά, ταξινομώ, αρμολογώ, μοντάρω, δένω, στήνω θραύσματα μνήμης που ανοίγουν παράθυρα και γρίλιες, να ξανεμίζεται η ψυχή κι εγώ να νιώθω τη μοσκοβολιά τους. Είναι ευαίσθητη η ψυχή βλέπετε, αποζητά και ελκύει εναγωνίως θέματα από τον εσωτερικό μου αστείρευτο και φιλόξενο χώρο –με κάθε ατέλεια και κάθε αδυναμία– όπου αιωρούνται και κάθε φορά με κάνουν να «ταξιδεύω» προς τα κει που έζησα για τόσα χρόνια.
Πηγαινοέρχονται οι αναμνήσεις. Αναπαμό δεν έχουν… Συμβαίνει δε, στον απόηχό τους ν’ ακούω ακόμη φωνές και γέλια, αγωνίες και χαρές ανθρώπων που πέρασα πολλές ώρες μαζί τους, που θαύμασα, αγάπησα, ακολούθησα. Άνθρωποι που έχουν σημαδέψει ανεξίτηλα τη ζωή μου. Μου πρόσφεραν τροφή για σκέψη, μου άλλαξαν ιδέες, ματιά, άποψη. Απέρριψα και μ’ απέρριψαν. Σεβάστηκα και με σεβάστηκαν. Ουσιώδεις συμπαραστάτες.
Εντέλει τι είναι όλα τούτα που, κατ’ ανάγκη δική μου, σας αραδιάζω; Γιατί άραγε τα γράφω τώρα; Που όχι μόνο σας κουράζω, αλλά και… σας ζαλίζω; Με το δίκιο σας, βέβαια, θα πείτε: «Πάνε αυτά περάσανε είναι μακριά… πολύ μακριά»! Ελάτε τώρα! Πώς να τα βαστάξω μέσα μου; Έχουν μια περίεργη γλύκα που όλο στάζει. Θεωρώ πως είναι απόρροια μιας ολότελα προσωπικής ευαισθησίας –πιθανόν υπό εξαφάνιση στους καιρούς μας– και μιας αναπόδραστης φθοράς συμπυκνωμένη πλέον στη σκέψη.
Μπορεί να παθιάζομαι. Μπορεί να παρασύρομαι άσκοπα. Μπορεί να είναι ανολοκλήρωτες επιθυμίες. Μπορεί να είναι μονόλογοι εσωτερικής κατανάλωσης. Μπορεί να είναι τα όνειρα και οι διαψεύσεις τους. Μπορεί η μοίρα μου, η υποθήκη και η διαθήκη μου. Μπορεί, λέω εγώ τώρα, να 'ναι ακόμα κι αυτό «τ' απόδειπνο το μελαγχολικό» μοιραία κατάληξη μιας συννεφιασμένης Κυριακής.

9 Ιουν 2018

Τα σπασμένα κομμάτια της καρδιάς μου

Όσο περνάν τα χρόνια, όσο σκληραίνει το παρόν, τόσο ο νους θα παραβιάζει τη σιωπή, θ’ ανοίγει τις σημειώσεις του και θα σαρώνει θύμησες, παλιά και φυλαχτά από κείνα τα γνωστά που μπάζουν νοσταλγία. Σπασμένα κομμάτια της καρδιάς παραγκωνισμένα και εν πολλοίς καταδικασμένα στη λήθη επανέρχονται με το παραμικρό εξωτερικό ερέθισμα. Ενεργοποιούν αυτόματα μνήμη και αισθήσεις και… μαντέψτε: ξαναρχίζει της ζωής το μέτρημα.


Κι όσο διαρκεί αυτό το μέτρημα με αποσπά τελείως από ό,τι άλλο μπορεί να με απασχολεί και με βυθίζει στη νοσταλγία. Αυτό το έντονο συναίσθημα ήπιας θλίψης και μελαγχολίας που προκαλείται κατά καιρούς από την αναπόληση –ευχάριστων ή μη περιστατικών του παρελθόντος.
Μαζεύω χαρές και λύπες, αόρατα σχοινιά που δένουν τις στιγμές μου. Κι αυτό το επίμονο στριφογύρισμα στα περασμένα πολύ με βασανίζει, με συγκινεί απίστευτα και με αναστατώνει. Έχω την αίσθηση ότι ολούθε μέσα μου, υπάρχουν ακόμη σκόρπια θραύσματα πανάκριβα και ανεκτίμητα από τη «σπασμένη» ζωή μου.
Τις προάλλες κάτι τραγούδια πυροδότησαν το νου και μ’ έκαναν ν’ ανοίξω και πάλι λογαριασμούς με μνήμες. Μ’ έκαναν να αναλογίζομαι μια θαυμάσια παρέα εκείνων των χρόνων και κάτι αξέχαστες νύχτες. Το ελάχιστο που μου άφησαν οι φίλοι εκείνοι καταγράφτηκε πριν κάποια χρόνια ΕΔΩ.
Κρίμα, πολύ κρίμα, που δεν έφτασα μαζί τους λίγο πιο μακριά… Αγαπημένοι μου κάντε με να σας ανταμώσω και πάλι...

3 Ιουν 2018

Ό,τι είπαμε απόψε εδώ, παρακαλώ ας μείνει μεταξύ μας…

              Κυριακή βράδυ, με τη βραδύτητα που μερώνει τον άγριο χρόνο παρακολουθώ ή μάλλον μετράω τ’ άστρα. Όπως κι ο Μέλιος του Λουντέμη. Όσα απόμειναν στον καθ’ όλα καθαρό ουρανό. Καταδεχτική νύχτα. Ιδανικό αντίδοτο στη γενική ξεραΐλα. Στιγμές που περνάν και χάνονται. 


Σ’ αυτό το ενδιάμεσο της νύχτας –έρεισμα μνήμης και απαντοχής– μπερδεύονται οι σκέψεις με τις επιθυμίες κι εγώ αναλογίζομαι τη ζωή μου. Τη ζωή που δεν σταματά, προχωρά και μας σαρώνει… Και… είναι τότε που, θέλεις δε θέλεις, αντιλαμβάνεσαι πόσο έχεις μεγαλώσει, πόσο έχεις παλιώσει, πόσο έχεις ξεθωριάσει… Μαζί της.
Άλλες εποχές, σ’ ένα τέτοιο δικό μου «εδώ και κάπου», διάβαζα, έγραφα, σημείωνα τα ταπεινά κι ασήμαντα που κατά καιρούς έγραφα. Τώρα περιμένω να έρθουν μόνες τους οι λέξεις, οι φράσεις, τα ουσιαστικά, τα επίθετα, τα ρήματα κι οι στίχοι μέσα από τις σιωπές και τα απέραντα διαστήματα των άστρων.
Συνδέω αυτά τα κενά διαστήματα ανάμεσα στα άστρα και φιλοτεχνώ, με τη φαντασία κι έναν ιδιαίτερο τρόπο, εικόνες απ’ όσα έζησα κάνοντας τη ζωή μου θέαμα σε όλες τις εκφράσεις και εκφάνσεις της. Και να σου στο μυαλό ο στίχος: «απ’ όλα μπορείς να σωθείς, εκτός από την νοσταλγία σου για κάτι πολύ μακρινό, που δεν το θυμάσαι» του αγαπημένου ποιητή Τάσου Λειβαδίτη. Το τόλμησα –δεν είναι ιεροσυλία– τον περίμενα.
Όλα, λοιπόν, εδώ (στο δικό μου εδώ) μπερδεύονται γλυκά κι ανώδυνα γίνονται εικόνες. «Το σωστό μέρος είναι εκεί που σταματάς να αναρωτιέσαι τι ώρα είναι». Και είναι ακριβώς τούτη η ώρα.
Νιώθω μια βαθιά ανάγκη να γεμίσω ξανά με κόκκινο κρασί το άδειο ποτήρι που άφησα δίπλα μου.

Υ.Γ. Ό,τι είπαμε απόψε εδώ, παρακαλώ ας μείνει μεταξύ μας.

10 Μαΐ 2018

Τι άλλο θέλεις να σου πω…



Το διάβασα στα «Ετεροθαλή» του Οδυσσέα Ελύτη. Το υπογράμμισα κι έκτοτε η συγκεκριμένη φράση πρωταγωνιστεί έντονα στη σκέψη μου και με παρασέρνει σε αλλόκοτους συνειρμούς. «Λέω: κι αυτό θα ’ρθει. Και τ’ άλλο θα περάσει. Πολύ δε θέλει ο κόσμος. Ένα κάτι…». Συντονίζω με την ακρίβεια του χιλιοστού και του δευτερολέπτου τις στροφές του μυαλού. Κάνω απολογισμούς, μαζεύω άπειρες στιγμές και συναρμολογώ τα «μονόπρακτα της σιωπής» που ονειρεύονται τα περασμένα. Ανάμεσα σ’ αυτό το «πολύ δε θέλει ο κόσμος» και σ’ αυτό «το κάτι» που επιθυμώ, δεν έχει μείνει τίποτα. Τίποτα που να θυμίζει κάτι!
Κάθε φορά που ξαναγυρνώ με τη σκέψη μου στις όμορφες στιγμές της ζωής μου, χαμογελώ. Με τις άσχημες κι αρνητικές μελαγχολώ, ζαρώνω. Πόσες χαρές και πόσες λύπες να χωρέσουν σε μια σκέψη… Ωστόσο τις αφήνω μήπως και ξεπλύνουν τα όποια απωθημένα, τις όποιες ενοχές που με στιγμάτισαν.
Δε γίνεται, απ’ όλη μας τη ζωή, να επιλέγουμε μόνο τις στιγμές που ζωγραφίζουν χαμόγελα. Όλα έχουν το λόγο τους κι ο λόγος έχει λόγο, να λέγεται… Δε γίνεται να θυμάσαι και να συγκινείσαι μόνο απ’ αυτές.
Ανάμεσα στο χτες και στο αύριο, ανάμεσα στο όμορφο και το άσχημο δραπετεύω. Παρακάμπτω διαδρομές μήπως και σώσω ό,τι αγάπησα. Μέχρι δανεικά είμαι διατεθειμένος να ζητήσω από το «τώρα» κι απ’ το «αύριο» ακόμη προκειμένου να πληρώσω τα χρέη του «χτες». Όχι δεν είναι εύκολο. Κι ας επιμένει ένας Κουβανός φίλος λέγοντας ότι: το χειρότερο πράγμα που έχει το μέλλον, είναι το παρελθόν που μας περιμένει. Κι αυτό εγώ δεν το ξεδιάλυνα ποτέ… 

22 Απρ 2018

Τα… Υστερόγραφα που λέγαμε!

Δεν είναι τίποτα,
είναι τα χρόνια, που επιστρέφουν και…
διεκδικούν τα δικαιώματά τους.
Τόσο απλά, τόσο συνηθισμένα…

Το έγραψα με την υποψία πως αυτό μπορεί και να με σώσει. Ιχνηλατώ στη σιωπή για να καταλάβω –όσο καταλάβω– ότι το πιο ευαίσθητο κομμάτι μας είναι αυτό: –μεταξύ άλλων είναι κι αυτό, τίμημα ή παράσημο, δεν έχει σημασία– ότι μόνο αθόρυβα, μπορείς να απολαύσεις τον εαυτό σου.
* Κλικ εδώ για να το δείτε στο Instagram

Δεν είναι τίποτα,
είναι τα χρόνια, που επιστρέφουν και διεκδικούν τα δικαιώματά τους.
Τόσο απλά, τόσο συνηθισμένα…
Το βλέμμα μένει στην απορία. Πώς να νανουρίσεις τον καιρό για να παρκάρει, να ξεχαστεί, να γύρει και ν’ αποκοιμηθεί; Μεγαλώσανε τα χρόνια βλέπεις, κι ήρθαν τα χιλιόμετρα και απλώθηκαν επάνω μου. Παίζω κρυφτό με τις στιγμές και με τα χρόνια. Και οι σκέψεις σπαρταράνε μέσα μου. Εκεί μέσα σαν υποσημειώσεις που δεν πρέπει να ξεχαστούν. Κι εγώ τις «κυκλώνω», μη τυχόν και δραπετεύσουν.
Κοστίζει να κρεμάς τα βιώματά σου στα μανταλάκια. Η πεποίθηση ότι αν δε γδάρεις την ψυχή σου, άνθρωπος δε γίνεσαι δίνει νόημα στο καθετί του καθεμέρα μου. Κι άντε μετά να ψάχνω, εμμονικά, προσωπεία με μόνο σκοπό να μην γίνομαι μονότονος και επαναληπτικός.

9 Απρ 2018

Αλφαδιά στη σκέψη…

«Απρίλης: δονητής ριζών, βλαστών, φυλλωμάτων, καρπών, ψυχών, σωμάτων. Όλα τα ζωντανά του πλανήτη ερεθίζονται, ξυπνάνε αδιαφορώντας (αγνοώντας;) για την κρίση αξιών και ιδεών. Ατίθασος μήνας. Φωτεινός μήνας, οιονεί ελληνικός. Χυμώδης μήνας, γεμάτος φωνήεντα και υγρά σύμφωνα, μουσικός άρα και εξαγνιστικός - πυρπολεί ταυτοχρόνως με τη δροσερή ζέστη του ερωτικά κύτταρα. Και να σου φτερουγίσματα, να σπασμοί και κραδασμοί, να ηλιόφωτα νεύρα και ζεστό αίμα: η καλλιέργεια του ασυνείδητου. Μαργαρίτες και τσουκνίδες αναφύονται ταυτόχρονα. Φανερή αρμονία αντιθέτων (αλλά η κρυφή αρμονία έχει σημασία). Φιλοπαίγμων και γελαστός. Σκανταλιάρικος μήνας (ερωτικός πάντα), ανεξίθρησκος (ποιος νοιάζεται για προφήτες και σωτήρες πια), άπατρις (παρότι τον χαρακτηρίσαμε ελληνικό), σπάει τις σιωπές (να ήταν αλήθεια), έκθυμος».

Τούτη τη Μεγάλη Εβδομάδα κράτησα (πέρα από το πνεύμα κατάνυξης και τα λατρευτικά δρώμενα) την έκρηξη της ελληνικής Άνοιξης. Και όλως τυχαίως έρχεται να την εκτοξεύσει κι άλλο το παραπάνω απόσπασμα από το κείμενο: «Με τον Απρίλη είμαστε» του Γιώργου Σταματόπουλου. Χώνομαι ανάμεσά στα ωραιότατα επίθετα-πλουμίδια με τα οποία στολίζει εκείνος το μήνα Απρίλη. Τρυγώ με τρυφεράδα και άκρατο θαυμασμό τα «φωνήεντα και τα υγρά σύμφωνα» που φέρνουν αλφαδιά στη σκέψη, δίνουν οξυγόνο κι απλωσιά στο συναίσθημα και μετατρέπουν το ταπεινό σε μεγαλειώδες. Και το κάνω μόνο και μόνο για να «συμπληρώσω» τα κενά του μυαλού μου, να πάρει ανάσες.
Κι ύστερα κάθομαι και σκέπτομαι ο αφελής: Πώς γίνεται κάποιες φορές να έχεις την ανάγκη, τη χαρά και ενδεχομένως την ανιδιοτελή αγάπη –παραμερίζοντας προς το παρόν, άλλα που σε βαραίνουν– ακόμη να μοιράζεσαι εκείνα που είναι για σένα σημαντικά, έτσι απότομα που λιγόστεψες... Το χούι δεν κόβεται…
Δεν έχεις να πάρεις. Δεν έχεις να δώσεις. Και είναι τότε που ερμηνεύεις γεγονότα και ανθρώπους. Επιλέγεις και πάλι τη σιωπή. Κρύβεσαι στο άσυλο της ψυχής σου, ανάμεσα σε κάποια όχι και σε κάποια ναι, (αρμονία αντιθέτων») μες στη φλυαρία της μοναξιάς.
Κάτι σπάει μέσα σου και… θρυμματίζει τον ιστό, το δεσμό, τη σχέση. Κάποιο συναίσθημα, πολύτιμο κι αναίτια κρυμμένο, αφήνει ένα δυσδιάκριτο ίχνος να στάζει… Έτσι γίνεται πάντα –γιατί έτσι γίνονται αυτά τα πράγματα, εναλλάσσονται– και η τροχιά της ζωής συνεχίζεται.
Είμαστε ευπαθείς και ευάλωτοι οι άνθρωποι, απροσάρμοστοι, θύματα του τυχαίου και του ατυχούς. Μια μικρή ασήμαντη πινελιά. Ίσως και μια απρόσεκτη πινελιά πάνω στον καμβά αυτού του κόσμου. Κομμάτια από την ύλη του. Μεγαλώνουμε, μικραίνουμε, σμίγουμε, χωρίζουμε, ανακατεύουμε λάθη και σωστά, ενισχύουμε –ή απορρίπτουμε– αντιλήψεις (ενδεχομένως κάπου να λαθέψαμε…) ψάχνοντας να βρούμε τις ανάλογες αντιστοιχίες ώστε να ταιριάξουμε το δικό μας λίγο με το δικό τους αρκετό.