Σελίδες

31 Δεκ 2011

Έχει ο Θεός για τ’ αύριο και… για το παραπέρα…


Σε λίγες ώρες το ρολόι θα χτυπήσει 12 φορές, θα ξεκολλήσει απ’ το ημερολόγιο του τοίχου το τελευταίο φύλλο, θα γλιστρήσει απ’ την κλεψύδρα κι ο τελευταίος κόκκος άμμου κι εμείς θα γυρίσουμε την τελευταία σελίδα που απόμεινε και θα κλείσουμε το μεγάλο βιβλίο που στο εξώφυλλο γράφει… 2011 για να το αποθέσουμε στο ράφι της ζωής μας, μαζί με τ’ άλλα που κείτονται εκεί, σκονισμένα και ξεφτισμένα… απ’ τον καιρό.

Τι μπορεί να θυμάται κανείς από μια χρονιά που μας αφήνει όλους παγωμένους, απογοητευμένους, οργισμένους, φοβισμένους και πολύ προβληματισμένους για το τι μπορεί να μας επιφυλάσσει τούτη που μας έρχεται; Ακόμη και οι ευχές μας φαντάζουν σαν μια ουτοπιστική πολυτέλεια. Αυτό που κάποτε νιώθαμε ν’ ανεβαίνει αβίαστα από την καρδιά στα χείλη και να παίρνει τη μορφή της ευχής, σήμερα κοντοστέκεται κάπου «ανάμεσα» και γίνεται κόμπος και… αμφιβολία.

Όμως παρ’ όλη την αβεβαιότητα και τη λεηλατημένη αξιοπρέπειά μας, επιβάλλεται, όσο ποτέ, να ξαναβρούμε το συνάνθρωπο απ’ τον οποίο, δυστυχώς, αποξενωθήκαμε. Αυτόν που μοιραζόμασταν τις ευχές, τα δώρα, τη χαρά, την αγάπη και την αίσθηση (ή την ψευδαίσθηση, αν προτιμάτε) της ευτυχίας. Μιας ευτυχίας που χρειαζόμαστε.

Ας βάλουμε όση δύναμη έχουμε ακόμη ώστε να κρατήσουμε ό,τι απόμεινε να λάμπει! Τα χαμόγελα των ανθρώπων που έχουμε πλάι μας. Τη ζεστασιά των φίλων που ξέρουν να αναγνωρίζουν την ανάσα μας, το γέλιο, το καρδιοχτύπι, την αγωνία, τη λαχτάρα και το δάκρυ μας… κι ό,τι φωτίζει την ψυχή μας.

Όλων όσων πραγματικά αξίζουν και το εκτιμούν.

Μπροστά μας σε λίγο θα ξημερώσει ο νέος χρόνος. Ας ελπίζουμε πως τα καλύτερα τα ’χει φυλαγμένα ο καιρός. Γι’ αυτό ας κυνηγάμε έστω τα όνειρά μας. Ας μην αφήσουμε κανένα να χαθεί. Όσοι τα χάσαμε ας ψάξουμε να τα βρούμε. Ας τα κάνουμε να ζωντανέψουν για να μη βαλτώσει η ψυχή μας. Ας πιαστούμε απ’ αυτό που θα μας κάνει να ελπίζουμε και να δίνουμε ρίζα στην προσδοκία. Ας μην πάψουμε να ελπίζουμε πως τα καλύτερα έρχονται. Για όλους μας.

Έχει ο Θεός για τ’ αύριο και για το παραπέρα…
Εκτός και το 12 μας διαψεύσει…


Μηθυμναίος

26 Δεκ 2011

Va, pensiero, sull'ali dorate

Ας ομορφύνουμε τα μεθεόρτια των Χριστουγέννων
με ένα από τα γνωστότερα κομμάτια της όπερας.

Είναι από τη χορωδία του Metropolitan Opera House της Νέας Υόρκης που μαγεύει με την απόδοσή της την αριστουργηματική όπερα Ναμπούκο του Τζουζέπε Βέρτι!

Στη σκηνή -ίσως η πιο όμορφη της όπερας- τα μέλη της χορωδίας σαν τους σκλαβωμένους Εβραίους της Βαβυλωνιακής αιχμαλωσίας, τραγουδούν το υπέροχο χορωδιακό κομμάτι «Va
pensiero sull'ali dorate». (Πέτα σκέψη, πάνω σε χρυσαφένια φτερά).

Σ’ αυτό το κορυφαίο κομμάτι της όπερας και στη δύναμη της μουσικής του, συμπυκνώνονται η ένθερμη προσευχή τους, η επιθυμία τους για ελευθερία και η λαχτάρα τους για τη μακρινή πατρίδα.



Μηθυμναίος

23 Δεκ 2011

Ευχές

Σε όλους εσάς
φίλες, φίλοι, επισκέπτες, περαστικοί,
εύχομαι τούτες οι γιορτές να γεμίσουν ζεστασιά τις καρδιές σας.

Ας φροντίσουμε όλοι μας
να ζήσουμε το πραγματικό πνεύμα των Χριστουγέννων,
μοιράζοντας απλόχερα περισσότερη αισιοδοξία,
περισσότερη συμπαράσταση,
περισσότερη ευαισθησία
και πολλή Αγάπη!


*
**
*o*
*
*o*
***
o***
**
o***o*
**
**o**o**
**
o******o**
******o**o*****
****
**o*****o******
*******
o*******o******
****
o*****o***o*******
!____!_!____
 \_________/
Καλά Χριστούγεννα!..
Μηθυμναίος

19 Δεκ 2011

Καλό σου ταξίδι...


Τώρα που «ταξίδεψες», αδερφέ,
τι ανάγκη έχεις, από γήινες ευχές και χωματένια λόγια…

Μένει για εμάς η αβάσταχτη λύπη,
ο βουβός πόνος
και η σιωπή της απουσίας σου...

Καλό σου ταξίδι…

8 Δεκ 2011

… ξανάρθε και πάλι τούτη η μέρα…


Στου Δεκέμβρη τις οχτώ έχουν συμβεί τόσα,
που τούτο εδώ δεν αναφέρεται στο «Σαν σήμερα».
Δεν έχει λόγους φυσικά.
Γεγονός… άνευ σημασίας.

Ο καιρός όμως περνά κι ο κόσμος συνεχίζει

 –είναι επόμενο με τα όσα συμβαίνουν-
να γυρίζει αδιαφορώντας για μας.

Να όμως που ξανάρθε και πάλι τούτη η μέρα.


Όσο κι αν ήθελα να προγραμματίσω τη σημερινή ανάρτηση στην ώρα της, δεν το κατόρθωσα. Με βρήκε να ταξιδεύω κι έτσι άργησα λίγο, αλλά, εδώ είμαστε, φίλες και φίλοι.
Μηθυμναίος

3 Δεκ 2011

Ξεχάστηκαν…


Σε λίγο μας αποχαιρετάει και το φθινόπωρο
και τούτα τα ρόδια ξεχάστηκαν
πα στην άφυλλη τρελή ροδιά…

Ακόμα και απ’ τους περαστικούς…
Κανείς δεν άπλωσε  το χέρι να κόψει ένα…

Τι περιμένουν άραγε;


Μηθυμναίος

23 Νοε 2011

O Κούκος τραγούδησε!

Όταν διαβάζαμε τα όσα ωραία έγραφε στο ιστολόγιό του ο  Κούκος (Δημήτρης Γιατρέλλης κατ’ όνομα) και μας συνέπαιρναν οι διηγήσεις του, αυτός ο θαυμάσιος τρόπος που έγραφε, πολλοί σχολιαστές τού συνιστούσαν να τα εκδώσει σε βιβλίο.
Ήταν που όταν έγραφε ο Δημήτρης δεν λυπόταν τα υλικά .
Και να που η απουσία του, τόσο καιρό από το blogging είχε τους λόγους…
Οι «ασκήσεις γραφής» του, απέδωσαν!
Έκανε το όνειρο και το πάθος του πραγματικότητα.
Κυκλοφόρησε το βιβλίο του από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη.
Και το όνομα αυτού τι άλλο:

ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΚΟΥΚΟΥ

Το τραγούδι ήταν το δυνατό του.

Το διάβασα και μου άρεσε πάρα πολύ, Είναι «διαβαστερό», όπως συνηθίζουμε να λέμε. Είμαι σίγουρος ότι το ίδιο θα πουν όλοι όσοι θα το διαβάσουν. Μη το αφήσετε έξω από τις προτεραιότητές σας. Το συνιστώ.

Ευχή μου, Δημήτρη, να 'ναι καλοτάξιδο το βιβλίο σου!

Μηθυμναίος

19 Νοε 2011

Φθινοπωριού ξεφύλλισμα

Φθινοπωριού ξεφύλλισμα σ’ ανώφελες ημέρες…
κι ο στοχασμός ανήμερος μες τ’ όνειρο γεννιέται…

Δυο φύλλα ερωτεύονταν… ενώ εμείς
πλέκαμε τα μεγάλα μας σχέδια…
τα πιο όμορφα, τα πιο σπάνια, τα πιο αγαπημένα…

Χαλί στο χρώμα της σκουριάς έστρωσε ο καιρός
από θλιμμένα φύλλα…
κι αυτά μ’ ένα γλυκό παράπονο βρήκαν στοργή στο χώμα…

Στα φύκια πλέκονται όνειρα που αρνιούνται τ’ ακρογιάλια…
Ένα βρεγμένο απόγευμα που αμίλητο είχε φύγει…
Μηθυμναίος

16 Νοε 2011

Εδουάρδο Γκαλεάνο

Σοφές κουβέντες από ένα διανοητή, τον  Εδουάρδο Γκαλεάνο* που επιμένει να παραμένει νέος και ανατρεπτικός…
Ας τον ακούσουμε



* Ο Εδουάρδο Γκαλεάνο γεννήθηκε το 1940 στο Μοντεβιδέο της Ουρουγουάης. Εκεί κάνει τα πρώτα του βήματα στο χώρο των έντυπων μέσων δημοσιεύοντας γελοιογραφίες και χρονογραφήματα στο περιοδικό «El Sol». Το 1961 γίνεται διευθυντής της καθημερινής εφημερίδας «Epoca» και αρχισυντάκτης της εβδομαδιαίας επιθεώρησης «Marcha». Το 1973 εξορίζεται εξαιτίας των ιδεών του και καταφεύγει στην Αργεντινή, όπου ιδρύει το λογοτεχνικό περιοδικό «Crisis». Μετά το πραξικόπημα του 1976 αναγκάζεται να εγκαταλείψει τη χώρα και εγκαθίσταται στην Ισπανία. Το 1985, ύστερα από την πτώση της δικτατορίας, επιστρέφει στο Μοντεβιδέο. Στο έργο του συγκλίνουν η λογοτεχνική αφήγηση και το δοκίμιο, η ποίηση και το χρονικό.
Ο ίδιος αρνείται ότι είναι ιστορικός: «Είμαι ένας συγγραφέας που θα ήθελε να συνεισφέρει στη διάσωση της απαχθείσας μνήμης όλης της Αμερικής, αλλά πάνω από όλα της Λατινικής Αμερικής, πατρίδα περιφρονημένη και αγαπητή».
Μηθυμναίος

15 Νοε 2011

Ο Βιβλιοθηκάριος *

Στη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας κοντά στο ναό του Σεράπιδος νύχτα βαθειά –δώδεκα περασμένες– κατέβηκαν απ’ τα ράφια των βιβλίων οι σοφοί κι αποφάσισαν να συνεδριάσουν.
(Αυτό δεν το ’γραψε η ιστορία).
Η ώρα ήταν ακατάλληλη γιατί η πολιτεία κοιμόταν. Ο βιβλιοθηκάριος τους άναψε το λυχνάρι –τι το σκοτάδι ήταν πηχτό– κι οι σοφοί συνάχθηκαν στο τραπέζι. Οι μορφές τους, όπως φωτίζονταν, φάνταζαν βιβλικές και κάπως συνοφρυωμένες. Άνοιξαν τους παπύρους τους κι αρχίσαν να συνομιλούν: ο Όμηρος, ο Αριστοτέλης, ο Πλάτων, ο Σωκράτης, ο Αισχύλος κι ο Δημόκριτος.
(Αυτούς ορίσαν οι σοφοί των αιώνων γι’ αντιπροσώπους τους).


«Τι καθόμαστε στα βιβλία και σκονιζόμαστε», είπαν, «αφού κανείς δε μας διαβάζει; Φαίνεται πως οι άνθρωποι έπαυσαν να σωφρονούν και δεν καταφεύγουν πια στη σοφία μας. Θα ’ταν προτιμότερο να κατεβούμε στη γη να διδάξουμε αποξαρχής τους νόμους και την ηθική. Δεν έχουμε τίποτα πια εδώ να προσφέρουμε κι άδικα πληρώνουν οι άρχοντες γι’ άχρηστο προσωπικό αμοιβές κι επιχορηγήματα».
Κανείς δεν τους άκουσε παρά μόνο ο βιβλιοθηκάριος που λαγοκοιμόταν στο αναλόγιο. Μεγάλη ένιωθε τιμή που βρισκόταν σε μια τέτοια σύναξη, που έβλεπε ζωντανούς τόσους σοφούς.
Ήταν για ’κείνον γεγονός σπουδαίο μια κι είχε βαρεθεί απ’ την καθημερινή απραξία –αφού οι αναγνώστες δεν υπήρχαν– να ξεσκονίζει πάπυρους και βιβλία.
Οι σοφοί συμφώνησαν να επιστρέψουν στη γη τ’ άλλο πρωί. Σηκώθηκαν απ’ το τραπέζι και γύρισαν στα ράφια των βιβλίων τους. Ο βιβλιοθηκάριος έσβησε το λυχνάρι κι αποσύρθηκε στον κοιτώνα του.
Το ξημέρωμα η βιβλιοθήκη βρέθηκε τυλιγμένη στις φλόγες. Δέκα μέρες και δέκα νύχτες καιγόταν. Είπαν πως πέρασαν βάνδαλοι και την πυρπόλησαν, στην πολιορκία της Αλεξάνδρειας απ’ τον Καίσαρα, πως ήταν εχθροί του Πτολεμαίου του Φιλάδελφου που θέλησαν να τον εκδικηθούν.


Κανείς ποτέ δεν τους είδε μήτε βρέθηκαν μάρτυρες. Όσο κρατούσε η κόλαση, στ’ αντικρυνό καπηλειό (αυτό δεν το ’γραψε η ιστορία) δίχως την υπόνοια κανενός έβλεπε μεθυσμένος την καταστροφή θεωρώντας βέβαιη την απόλυση εκείνος που έβαλε τη φωτιά. Ο βιβλιοθηκάριος!...

Κλικ εδώ για τη δική μου αυθόρμητη κι αυθαίρετη επέμβαση…


* Ποιητική Μυθιστορία του Δημήτρη Νικορέτζου από το βιβλίο του «Οι κύκνοι δεν θα κλάψουν απόψε».

Μηθυμναίος

12 Νοε 2011

Το ζύγι…

Κάποτε στη ζωή έρχεται η στιγμή που πολλά αρχίζουν ν’ αλλάζουν, όχι γιατί το θέλεις εσύ, αλλά γιατί έτσι το θέλησε εκείνη, που βέβαια είναι σοφότερη από σένα και πάντα ένα βήμα πιο μπροστά από σένα… Αγόγγυστα τραβάει την ανηφόρα κι εσύ ξοπίσω της -στα τρωτά και στα δύσκολα- πορεύεσαι ασθμαίνοντας κι αγκομαχώντας. Οι ώρες, οι στιγμές, οι μέρες κυλάνε μαζί της, μέσα της, πάνω της. Περνάνε, στοιβάζονται, αθροίζονται και γίνονται χρόνος απ’ τη μια, και… μείον απ' την άλλη, απ’ τα υπόλοιπα που απομένουν. Κι άντε να βάλεις στη ζυγαριά τα συν και τις ελλείψεις…


Κάποιες φορές γυρίζεις, ρίχνεις ματιές πίσω, σε όσα άφησες, απλώνεις το χέρι σου μήπως και φτάσεις να συγκρατήσεις έστω κάτι μα… δεν τα καταφέρνεις. Σαν μαγεμένες σκιές φεύγουν οι εικόνες, θολώνουν, σβήνουν και χάνονται…

 

Ό,τι αντικατοπτρίζεται μέσα σ’ αυτές, υπήρχε. Ό,τι αντηχεί ειπώθηκε. Ό,τι άφησες να φύγει, έφυγε. Κι είναι τότε, που γυρίζεις και παραδίνεσαι στους λογισμούς σου για να συμβιβάσεις τα ασυμβίβαστα… Δίνεις τόπο στο νου, μήπως κι εκείνος καταφέρει να διαβάσει αλλιώτικα το χρόνο. Μολαταύτα παραμένεις ο ίδιος. Όπως τότε… Όπως πάντα…

Μηθυμναίος

5 Νοε 2011

Το πάρε-δώσε της ψυχής μας…

Στους αγαπημένους μου ΄συμπλόγγερς...

Στη σημερινή δυσανάγνωστη εποχή, όπου οι ουρανοί μας σκοτεινιάζουν, έχουμε, περισσότερο από ποτέ, άμεση ανάγκη από κάποιες ιδιαίτερες στιγμές. Τις ενδιάμεσες, όπως μ’ αρέσει να τις λέω.

Αυτές τις μικρές κι απλές, που αγγίζουμε και μας αγγίζουν εδώ στο καθημερινό «πάρε-δώσε της ψυχής μας», μέσα σε τούτες τις γειτονιές που συναντιόμαστε και μοιραζόμαστε φιλία, αγάπη, σχέσεις, ευαισθησίες και τόσα άλλα…

Όλοι μας δώσαμε και πήραμε –άλλος πολύ κι άλλος πιο λίγο- όχι μόνο αγγίγματα κι αγάπη, αλλά κι αλήθειες. Εδώ μέσα ανταλλάζουμε τις αλήθειες των συναισθημάτων μας. Μοιραζόμαστε σκέψεις, σιωπές, ψιθύρους, φωνές, ήχους, εικόνες...  

Πολλές μας έκαναν και χαμογελάσαμε, με άλλες δακρύσαμε, κλάψαμε, κάποιες ίσως και να μας πλήγωσαν… Τι σημασία έχει, αν κάποιοι μας αγαπούν ή όχι, είναι σίγουρα πως το κάνουν γι’ αυτό που είμαστε…

Όμως οι άνθρωποι δένονται κι ας μην το δείχνουν πάντα. Καθένας έχει τον τρόπο του να εκδηλώνει τα συναισθήματά του.

Δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Μια μεξικάνικη παροιμία λέει: «Todos los hombres estamos hechos del mismo barro, pero no del mismo molde». Δηλαδή: Όλοι οι άνθρωποι είμαστε πλασμένοι από τον ίδιο πυλό, μα όχι από το ίδιο καλούπι.

Γι’ αυτό ας κοιτάμε την ουσία του κάθε ανθρώπου κι όχι το περιτύλιγμα, φίλοι μου «συμπλόγγερς».


Μηθυμναίος

3 Νοε 2011

Η Πεταλίδα


Μικρή πεταλίδα γιατί κάθεσαι μόνη πετρωμένη στο βράχο;
Πως μπορείς κι υποφέρεις την κλειστή φυλακή;
Πιο ωραίος δε θα ’ταν ο κόσμος στ’ ολοπόρφυρο φως;
Απ’ το σκότος δε θα ’ταν πιο λάγνο το φιλί του πελάγου;
Ποια κατάρα σε δίκασε να σε τρώει τ’ αλάτι;
Τι σε σκιάζει και κρύβεσαι;
Μη φοβάσαι τον άνεμο μη σε πάρει απ’ το βράχο;
Μη φοβάσαι το κύμα στο βυθό μη σε πνίξει;
Μη το φως σε τρομάζει και του ήλιου η φωτιά;

«Δεν κιοτεύω απ’ αυτά μον’ το χέρι σου σκιάζομαι…»

* Το ποίημα είναι του Δημ. Νικορέτζου

Μηθυμναίος


25 Οκτ 2011

Ανύποπτες στιγμές κλεισμένες σε λέξεις...

Είναι κάτι λόγια σα φευγαλέες εικόνες που ακούς γύρω σου, καθώς βαδίζεις. Λόγια ανάκατα, ατίθασα, προκλητικά. Απόμακροι ήχοι, ψίθυροι… που, σε παίρνουν στο κατόπι, στα βήματά σου, στις τρεχάλες, στις αναμονές και στις στάσεις σου. Λόγια του αέρα που σε συνοδεύουν. Που άκουσες. Που λέγονται... για να ειπωθούν. Σε ζαλίζουν. Τα παραμερίζεις, αλλά μένει στ’ αυτιά σου ο απόηχος… το μουρμουρητό. Λόγια που εξατμίζονται χωρίς ν’ αφήνουν κάτι. Μένει η σιωπή. Την αφουγκράζεσαι. Δεν θέλουν πολλά λόγια τα λόγια για ν’ ακουστούν. Υπάρχει και της σιωπής ο ήχος. Κάποιοι, ίσως να μην τον ακούν…

Είναι κάτι μικρές χαρές, μικρά «τίποτα», δώρα ζωής που ακουμπάν τη ψυχή σου και σου προσφέρουν ανάσες. Είναι κάποιοι φίλοι, που γνωρίζουμε, παραγνωρίζουμε, διαλέγουμε και προχωράμε. Είναι κι εκείνο το τραγούδι που σιγοψιθυρίζεις, σου κολλάει και δεν θυμάσαι μήτε τον τίτλο, μήτε τους στίχους. Είναι και το τηλέφωνο… που χτυπάει.

Το τραγούδι:  Ο βασιλιάς της μοναξιάς - Μπάμπης Στόκας

Είναι κι όλα τ’ άλλα –και δεν είναι λίγα– όσα άντεξες, όσα τόλμησες κι όσα κατάφερες. Το «ήταν» και το «είναι»… κι όλα τα ενδιάμεσα. Είναι κι εκείνη η παράγραφος που υπογράμμισες στη σελίδα τάδε, κάποιου βιβλίου που δεν θυμάσαι τον τίτλο. Είναι οι σημειώσεις που κρατάς στα μικρά χαρτάκια… κι ολοένα τα χάνεις. Είναι τόσα πολλά. Ευτυχώς, η καθημερινότητά μας δεν στερείται από ερεθίσματα. Όλο και κάτι θα μας κάνει εντύπωση, κάτι θα μας αγγίξει, φτάνει να έχουμε γενναιόδωρη ψυχή… κι όχι τσιγγούνικη.


Μηθυμναίος

20 Οκτ 2011

Φωτογραφίζοντας εναλλαγές χρωμάτων…

Διάλεξα εδώ κάποιες από τις πιο ωραίες (κατά τη γνώμη μου) φωτογραφίες μου, μέσα από τη φύση της Μήθυμνας, και τις μοιράζομαι μαζί σας.
Είναι αλήθεια πως όταν η φύση προσφέρει απλόχερα τόσα, αρκεί να τα εστιάσεις με το μάτι της κάμερας και το δικό σου για να δημιουργήσεις μια θαυμάσια εικόνα.
Η εναλλαγή του τοπίου κι όλα τούτα τα γήινα ακτινοβόλα χρώματα μαγνητίζουν το βλέμμα και γεννούν μια αντίληψη σ’ αυτόν που αρέσκεται να τα θαυμάζει και να τα χαίρεται.
Λατρεύεις τη ζωή μέσα από τη φύση, φτάνει ν’ αγγίξεις με τα δάχτυλα ένα οποιοδήποτε φύλλο και γαληνεύεις…
Γαληνέψτε κι εσείς απολαμβάνοντάς τες.

Γλυκές πινελιές ανάμεσα στα χρώματα της φύσης…  

Η φύση ζωγραφίζει. Οι αισθήσεις χαλαρώνουν…  

Αγκαθωτή έκπληξη εν αφθονία…  

Πώς να μην υποκλιθείς στην ομορφιά της φύσης…

Προσφορά στον ουρανό…

Κι όμως, δεν είναι πίνακας ζωγραφικής,
εδώ δεν έβαλε πινελιά ανθρώπου χέρι… 

Τι άλλο χρειάζεται να δει κανείς για να πει ένα «Δόξα σοι, ο Θεός»! 

Στο νυν και αεί… 



Τελικά, τούτος ο τόπος μ’ έμαθε ν’ αγαπώ και να μοιράζομαι…

Μηθυμναίος

9 Οκτ 2011

Υπαινιγμοί ομορφιάς…

 Ρόπτρο, μεταλλικό κατασκεύασμα (ως συνήθως ένα χεράκι)
στις εξώπορτες των σπιτιών.
Μοναδικό στόλισμα!

«Χτύπησε το ρόπτρο, ξαναχτύπησε… επιμένει…»
Ένα χεράκι-ρόπτρο, χάλκινο, καλοφτιαγμένο…
 

Τα «διωχταράκια» ή «διωχταρούδια», όπως τα λένε στο νησί,
είναι τα ωραιότατα κίτρινα κρινάκια του φθινοπώρου,
που προαναγγέλλουν το τέλος της εποχής…
κι είναι σα να σε «διώχνουν»,
καιρός να επιστρέψεις… να ψάξεις τη θαλπωρή στη βάση σου…

 (Αυτοφυές φυτό σε χέρσα μέρη… μόλις προβάλει ο ήλιος θ’ ανοίξουν…)

Το κρίταμο ή αλμυριά
Φυτό πολυετές, ποώδες με σαρκώδη αρωματικά φύλλα,
το συναντάμε πάνω στα βράχια της θάλασσας.

 Ειδικό για τουρσί και σαλάτες

 Μικρό, ταπεινό φύλλωμα… η «αταξία» της φύσης

Παρείσακτη παρουσία που «ξεμύτισε» αυθόρμητα
ανάμεσα στη σχισμή της πέτρας
κι έβαλε μια γλυκιά πινελιά στην καλλίμορφη σιδερένια πόρτα.
Παράδειγμα συμβίωσης...

Μηθυμναίος