Στη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας κοντά στο ναό του Σεράπιδος νύχτα βαθειά –δώδεκα περασμένες– κατέβηκαν απ’ τα ράφια των βιβλίων οι σοφοί κι αποφάσισαν να συνεδριάσουν.
(Αυτό δεν το ’γραψε η ιστορία).
Η ώρα ήταν ακατάλληλη γιατί η πολιτεία κοιμόταν. Ο βιβλιοθηκάριος τους άναψε το λυχνάρι –τι το σκοτάδι ήταν πηχτό– κι οι σοφοί συνάχθηκαν στο τραπέζι. Οι μορφές τους, όπως φωτίζονταν, φάνταζαν βιβλικές και κάπως συνοφρυωμένες. Άνοιξαν τους παπύρους τους κι αρχίσαν να συνομιλούν: ο Όμηρος, ο Αριστοτέλης, ο Πλάτων, ο Σωκράτης, ο Αισχύλος κι ο Δημόκριτος.
(Αυτούς ορίσαν οι σοφοί των αιώνων γι’ αντιπροσώπους τους).
«Τι καθόμαστε στα βιβλία και σκονιζόμαστε», είπαν, «αφού κανείς δε μας διαβάζει; Φαίνεται πως οι άνθρωποι έπαυσαν να σωφρονούν και δεν καταφεύγουν πια στη σοφία μας. Θα ’ταν προτιμότερο να κατεβούμε στη γη να διδάξουμε αποξαρχής τους νόμους και την ηθική. Δεν έχουμε τίποτα πια εδώ να προσφέρουμε κι άδικα πληρώνουν οι άρχοντες γι’ άχρηστο προσωπικό αμοιβές κι επιχορηγήματα».
Κανείς δεν τους άκουσε παρά μόνο ο βιβλιοθηκάριος που λαγοκοιμόταν στο αναλόγιο. Μεγάλη ένιωθε τιμή που βρισκόταν σε μια τέτοια σύναξη, που έβλεπε ζωντανούς τόσους σοφούς.
Ήταν για ’κείνον γεγονός σπουδαίο μια κι είχε βαρεθεί απ’ την καθημερινή απραξία –αφού οι αναγνώστες δεν υπήρχαν– να ξεσκονίζει πάπυρους και βιβλία.
Οι σοφοί συμφώνησαν να επιστρέψουν στη γη τ’ άλλο πρωί. Σηκώθηκαν απ’ το τραπέζι και γύρισαν στα ράφια των βιβλίων τους. Ο βιβλιοθηκάριος έσβησε το λυχνάρι κι αποσύρθηκε στον κοιτώνα του.
Το ξημέρωμα η βιβλιοθήκη βρέθηκε τυλιγμένη στις φλόγες. Δέκα μέρες και δέκα νύχτες καιγόταν. Είπαν πως πέρασαν βάνδαλοι και την πυρπόλησαν, στην πολιορκία της Αλεξάνδρειας απ’ τον Καίσαρα, πως ήταν εχθροί του Πτολεμαίου του Φιλάδελφου που θέλησαν να τον εκδικηθούν.
Κανείς ποτέ δεν τους είδε μήτε βρέθηκαν μάρτυρες. Όσο κρατούσε η κόλαση, στ’ αντικρυνό καπηλειό (αυτό δεν το ’γραψε η ιστορία) δίχως την υπόνοια κανενός έβλεπε μεθυσμένος την καταστροφή θεωρώντας βέβαιη την απόλυση εκείνος που έβαλε τη φωτιά. Ο βιβλιοθηκάριος!...
Κλικ εδώ για τη δική μου αυθόρμητη κι αυθαίρετη επέμβαση…
* Ποιητική Μυθιστορία του Δημήτρη Νικορέτζου από το βιβλίο του «Οι κύκνοι δεν θα κλάψουν απόψε».
Μηθυμναίος
Κάπως σαν παρείσακτος χωρίς να έχω τα προσόντα και ενδεχομένως μήτε την πρόθεση, επεμβαίνω στο κείμενο για να συμπληρώσω, με πληροφορίες από έμπιστες πηγές, πως ανάμεσα στους σοφούς εκείνη τη βαθιά νύχτα ήταν και ο Αριστοφάνης. Ο οποίος, πριν ο βιβλιοθηκάριος ανάψει το λυχνάρι, του ζήτησε επιμόνως να του ανοίξει την πόρτα να φύγει. Τι δουλειά είχε εκείνος ανάμεσα σε τόσο μεγάλους και σοβαρούς σοφούς. Έτσι κι αλλιώς οι βιβλιοθήκες του κόσμου χασμοριούνται τη νύχτα. «Άσε με να φύγω», του ζήτησε, «πάω καλύτερα στην Αθήνα, σ’ εκείνο το κίτρινο μέγαρο, εκεί, με τους 300 πατέρες τους Έθνους δεν θα μου λείψουν τα θέματα. Πόσες κωμωδίες ακόμη θα γράψω…»
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίναι πράγματι μια 'Μυθιστορία' με πολύ λογική, Κι αυτή η λογική έφερε τα αποτελέσματα της φωτιάς,,, χάθηκαν τα ελληνικά ίχνη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣήμερα αυτό που συμβαίνει Δεν είναι μυθιστορία, αλλά μια ωμή πραγματικότητα η οποία οπισθωδρομεί με κωμικές πράξεις των 300σίων που όμως δεν είναι Σπαρτιάτες αλλά οι ανίκανοι εκλεγμένοι της ελληνικής βουλής,ανίκανοι να σκεφτούν, να λάβουν αποφάσεις, ώστε να επιζήσει ο ελληνισμός.
Ποιος Φταίει;
Αυτοί που τους έκλεξαν; το κόμμα; ή αυτό που δεν πάιρνει στροφές, ή αυτό που δεν έχουν=μυαλό...
Χαιρευώ
Γαβριήλ
Κι όμως φοβάμαι Μηθυμναίε μου οτι εκεί στους 300 ο Αριστοφάνης δεν θα μπορούσε πια να γράψει κωμωδία.. Όλα εκεί είναι πλέον τόσο τραγικά ώστε θα μπορούσαν να τον "φιμώσουν"..
ΑπάντησηΔιαγραφήΊσως εκεί έπρεπε να βάλει φωτιά ο βιβλιοθηκάριος. Και κανείς δεν θα λυπόταν..
Υπέροχη και συναρπαστική η μυθιστορία των αρχαίων σοφών..των οποίων τρίζουν τα κόκαλα βέβαια..
Μια πάρα πολύ ενδιαφέρουσα ανάρτηση φίλε μου
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι να συμφωνήσω με την αγαπητή Ρεγγίνα ότι η Βουλή των (ανθ)Ελλήνων μόνο για κωμωδίες δεν προσφέρεται.
Νάσαι καλά
Ακόμη ένα θαυμάσιο κείμενο , απολαυστικότατο θα έλεγα με υπεροχή και δύναμη λόγου και σκέψης που μπορεί να ρίχνει πολλά βότσαλα στη λίμνη του μυαλού μας και να ενεργοποιεί τη σκέψη μας από τον κύριο Νικορέτζο.Όλα τα παραπάνω σχόλια νιώθω να συνοδοιπορούν με τις σκέψεις μου και να με καλύπτουν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα είσαι καλά Στράτο!!!
Καλημέρες!!!
Αγαπητοί μου φίλοι: Γαβριήλ, Ρεγγίνα, Ντένη, Μαριάνθη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε όλο το σεβασμό που νιώθω για το θεσμό του Κοινοβουλίου, δεν μπορώ να μη καταδικάσω όλο αυτό το θέατρο που έπαιξαν και παίζουν και που είναι για γέλια και για κλάματα. Δηλαδή «κωμικοτραγικό»!
Κι όπως λένε ότι «η κωμωδία από συγκινητικό πρίσμα και η τραγωδία από κωμικό είναι η πεμπτουσία της Τέχνης», ποιος άλλος από τον αδιαμφισβήτητο πρωτοπόρο ποιητή της σάτιρας τον διαχρονικό Αριστοφάνη θα μπορούσε να το κάνει.
Δεν θα ήθελα σε καμιά περίπτωση να δώσω έμφαση στη δική μου αυθόρμητη επέμβαση στο υπέροχο κείμενο του κυρίου Νικορέτζου, μια πραγματική «ποιητική μυθιστορία», που είναι αυτό, καθαυτό που έχει την αξία του!
Σας ευχαριστώ πολύ όλους σας!