Σελίδες

19 Ιουν 2016

«Ήμουν κι εγώ εκεί»


Για πολλά χρόνια θα θυμάμαι εκείνη τη βραδιά, στις 16 Ιουνίου, τη μεγάλη συναυλία που διοργάνωσε στο Καλλιμάρμαρο, το «Όλοι μαζί μπορούμε»
με σκοπό τη συγκέντρωση τροφίμων. Και περήφανος θα ’χω να λέω:
«Ήμουν κι εγώ εκεί»!
Ναι, εγώ θα έχω να το λέω, όπως κι όλοι όσοι βρέθηκαν εκεί.


Συντελεστές:
Χάρις Αλεξίου, Ελένη Βιτάλη, Ελεωνόρα Ζουγανέλη, Σταμάτης Κραουνάκης, Μανώλης Μητσιάς, Γιώργος Νταλάρας, Μίλτος Πασχαλίδης, Άλκηστις Πρωτοψάλτη και Ηρώ Σαΐα
τραγούδησαν υπό τη διεύθυνση του Σταύρου Ξαρχάκου, μια επιλογή από τα πρώτα τραγούδια του συνθέτη, μέχρι «Τα κατά Μάρκον» του 1991…



Ο σκοπός επετεύχθη και με το παραπάνω, αφού βρέθηκαν στο Στάδιο γύρω στους 50.000 θεατές και συγκεντρώθηκαν πάνω από 100 τόνοι τροφίμων…


Τα φώτα χαμηλώνουν. Ο Σταύρος Ξαρχάκος ανεβαίνει στη σκηνή.
Σηκώνει τα χέρια και οι πρώτες νότες του σπουδαίου «Μάνα μου Ελλάς» 
σκίζουν τον καλοκαιρινό αέρα. Μια ιστορική συναυλία ξεκινάει.

Ακούστε το με... τους Νταλάρα - Μητσιά - Πασχαλίδης



Κι εδώ μπορείτε ν’ ακούσετε ένα μεγάλο μέρος της συναυλίας


Ένας μύθος λέει πως σε εποχές κρίσεων, και γενικότερης ένδειας και χρεοκοπίας, 
το τραγούδι αναπνέει διπλά.

16 Ιουν 2016

Με τα υλικά και τη συνταγή...


Εδώ πιο κάτω, στο κατόπι του ξημερώματος, ακολουθώντας το εκκρεμές της καρδιάς μου, ανάμεσα σε αδιέξοδα μονοπάτια που χαράσσονται μέσα σε σπαρμένες αντιφάσεις, σκόρπιο με βρήκε το πρωί. Γυροφέρνω μήπως το χέρι μου, αυτό που δεν τόλμησες να πιάσεις, συναντήσει και πάλι το δικό σου… Πόσος χρόνος πέρασε, αλήθεια; Ξεφυλλίζω μόνος μου την απορία. Έτσι κανείς βλέπει και… μαθαίνει αλλιώς τα πράγματα.
Κι όλο «μαζεύει» ο καιρός, γύρισε κάτω η μέρα, σπέρνοντας ερωτηματικά και ανησυχίες. Ο καθένας με τα φορτία του και τις ιστορίες του, να μιλάνε, να χάνονται, να… μελαγχολούν αφήνοντας ανοιχτά ενδεχόμενα και αμφιβολίες. Η σκέψη πάντα θα απορεί. Σε κουβέντα να βρισκόμαστε…
Με μικρή υποψία μιας κρυμμένης ελπίδας και με της ψυχής το περίσσευμα, κοντοστέκομαι ξεπροβοδίζοντας λόγια ανθρώπων. Διαβάσματα από «ψαγμένα» βιβλία, γραμμένα από ανθρώπους που ξέρουν πολύ καλά να μεταπλάθουν την ευαισθησία τους σε λέξεις. Που με απλές κουβέντες τα λένε όλα... Που με λέξεις-χάδια παίρνουν αγκαλιά τις συλλαβές και τις σεργιανίζουν. Φράσεις εύστοχες, καθαρές, λόγια λιτά, τέτοια που… ακόμη και τα αποσιωπητικά τους ακούγονται. Πόσες σκέψεις, πόσα σιωπηλά βλέμματα, πόσα συναισθήματα καταγράφονται για να χωρέσουν στο αχώρητο εφήμερο.
           Κάτι τέτοια αναζητώ, χωρίς φόβο, χωρίς ενοχή, αξιώνοντας –με τα υλικά και τη συνταγή να μπω κι εγώ μέσα.

6 Ιουν 2016

Λαμπυρίσματα είναι…



Από την ηδυπάθεια του μεσημεριού στη μελαγχολία του απογεύματος κι από τη γεύση  που αφήνει το αργοπορημένο δειλινό με τις πορφυρές ανταύγειες του, στο λυπημένο αντίο μιας μέρας που… τελειώνει.
Νύχτωσε πια, σα να μου φάνηκε, κάποια στιγμή, πως σώπασαν και τα τζιτζίκια. Κάπου διάβασα ότι σωπαίνουν γιατί είν' η ώρα που αγαπιούνται. Μόνο μια φορά σ' όλη τους τη ζωή. Κι ύστερα, λένε, πεθαίνουν. Δεν ξέρω αν αυτό αληθεύει… Τι κρίμα, όμως… Πόσα θα ’δινα ν’ αργοπορούσε κι άλλο αυτή η ευλογημένη ώρα της αγάπης… Ξεχάστηκα κι είναι αργά…

Λίγο πριν τον ύπνο –συνήθεια παλιά– κάνω κρυφή εξομολόγηση στον εαυτό μου. Εξευμενίζω όλες τις κακές σκέψεις, τη μια πίσω απ’ την άλλη, για να επιβάλλω την αλαφράδα της ξεγνοιασιάς. Απλώνει ο νους και στριμώχνει κι άλλα μέσα, ξένα, δικά μας, της ψυχής και της ζωής. Εκπνέω πραγματικότητες, εισπνέω μαγεία... Απ’ το μισάνοιχτο παράθυρο εισβάλει έντονα η μεθυστική ευωδιά των πρώιμων γιασεμιών. Κι ένα κομμάτι έναστρου ουρανού –όσο φαίνεται– με ταξιδεύει στο αχανές του. Μόλις που ακούγεται –σφύριγμα επαναλαμβανόμενο– και το θλιμμένο λάλημα του γκιώνη. Χαρακτηριστικό άκουσμα στις νύχτες του καλοκαιριού. Αφήνομαι…
Πώς να νανουρίσεις τη στιγμή να γλυκαθεί η νύχτα, πώς; Βρες μια δικαιολογία, βρε αδερφέ, ένα άλλοθι, κάτι· συμπόρευση να βαφτιστεί στ' ανήμπορα. Βρες λόγους να ξεμπλέκουν τ’ αμήχανα σκαλώματα.

Λαμπυρίσματα είναι οτιδήποτε ακουμπάμε με ψυχή για να ριζώσει, να θεριέψει και να γενεί όνειρο.
  

2 Ιουν 2016

Τι καημός και τούτος…


Πήρα αφορμή απ’ το γραφτό της με το «ευσύνοπτο ύφος» που, ως συνήθως, διαθέτει κι «έπιασα» με μιας τον προβληματισμό της. Οι σκέψεις της πυροδότησαν τη σκέψη μου κι έγιναν εσωτερικό πάθος, ανυπόταχτο κι απαντοχή και ξέσπασμα πεισματάρικο.
Τώρα, τι λόγος μου πέφτει εμένα, θα μου πείτε και… σωστά. Αλλά να… αιτία ήταν τούτες, οι δυο-τρεις κουβέντες της: «Τι ματαιόδοξοι που είμαστε; Εφευρίσκουμε λέξεις που δεν έχουν ρεαλιστικό αντίκρισμα». Και γραπωνόμαστε από πάνω τους, τις κάνουμε σκοινιά και τα περνάμε στους λαιμούς μας». Κάθε λέξη έχει συνέπειες, Στέλλα, και κάθε σιωπή το ίδιο… Άραγε απ’ όσα ζούμε πόσα είναι επιλογή μας; «Δεν αποφασίζουμε…»  {…} Ακολουθούμε μια πεπατημένη που παλεύουμε να την κάνουμε ευχάριστη… {…} με το βλέμμα στραμμένο, εκ των προτέρων, στο άπειρο».
Τα όνειρα, Στέλλα, ως συνήθως, σβήνουν πριν ξημερώσει. Oι στιγμές, πλέον ταξιδεύουν αμέριμνα στα οράματα των αισθήσεων και στ' αγκυροβόλια του βλέμματος. Σ’ αυτό, ιδίως σ' αυτό, καθρεφτίζονται όνειρα και σκέψεις. Καθόμαστε και κοιτάμε στο… ανέφελο άπειρο. Κι όπως έγραψες: «Στο f/b οι δείκτες ορμονών στο κόκκινο» καταπίνουν λέξεις και ξεροβήχουν απόψεις…Τι καημός και τούτος…

* Οι σειρές με τα γαλάζια γράμματα αντιγραμμένες από: